Ρώμη, η θρυλική ίδρυσή της

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Σύμφωνα με το θρύλο, η Ρώμη ιδρύθηκε 438 χρόνια μετά την πτώση της Τροίας (1182 π.Χ.) Το γεγονός έλαβε χώρα ελάχιστα πριν παρατηρηθεί έκλειψη ηλίου. Κατά τη δημοκρατική περίοδο κυκλοφορούσαν διάφορες απόψεις σχετικά με την ημερομηνία ίδρυσης του βασιλείου της Ρώμης, όλες κάπου ανάμεσα στα έτη 758 π.Χ. και 728 π.Χ. Τελικά, κατά την αυτοκρατορική περίοδο οι Ρωμαίοι συμφώνησαν με την άποψη που πρότεινε ο Μάρκος Τερέντιος Βάρρο, η οποία αναγνώριζε το έτος 753 π.Χ. ως το επίσημο έτος ίδρυσης της πόλης.

Παρόλο που οι προτεινόμενες χρονολογίες διέφεραν, όλες οι εκδοχές συμφωνούσαν πως η Ρώμη ιδρύθηκε στις 21 Απριλίου, ημέρα κατά την οποία τιμούσαν την Πάλες, θεά προστάτιδα των βοσκών. Προς τιμήν της, οι Ρωμαίοι γιόρταζαν τα «Par ilia» (ή «Palilia»).

Σύμφωνα με τον θρύλο, η Ρώμη ιδρύθηκε το 753 π.Χ. από τον Ρωμύλο και τον Ρέμο (ή Ρώμο), δίδυμα αδέλφια, απογόνους του Τρώα πρίγκιπα Αινεία, που ανατράφηκαν από μια λύκαινα. Η παράδοση θέλει την ίδρυση της Ρώμης να λαμβάνει χώρα στις 21 Απριλίου 753 π.Χ.

Οι Ρωμύλος και Ρέμος ήταν εγγονοί του βασιλιά του Λατίου, που είναι γνωστός με το όνομα Νουμίτωρ. Τον μονάρχη αυτό εκθρόνισε ο αδελφός του Αμούλιος, θανατώνοντας τους άρρενες απογόνους του, ενώ την κόρη του, τη Ρέα Συλβία, την ανάγκασε να γίνει μια από τις Εστιάδες Παρθένες, οι οποίες ορκιζόταν αγνότητα για τριάντα χρόνια. Ως αποτέλεσμα η γραμμή του Νουμίτορος δεν θα αποκτούσε άλλους απογόνους.

Η Ρέα Συλβία τελικά έφερε στον κόσμο δίδυμα αγόρια και ισχυρίστηκε, ότι πατέρας τους ήταν ο θεός Μαρς. Ο νέος βασιλιάς, που φοβήθηκε πως οι δύο ημίθεοι θα του έκλεβαν τον θρόνο, διέταξε να θανατωθούν. Η ευσπλαχνία ενός υπηρέτη οδήγησε στην εγκατάλειψή τους στον Τίβερη, όπου τα βρήκε και τα θήλασε μία λύκαινα. Όταν μεγάλωσαν τα δίδυμα, αποκατέστησαν την αδικία, επιστρέφοντας τον θρόνο στον παππού τους.

Τα δίδυμα ίδρυσαν τότε τη δική τους πόλη. Ωστόσο ο Ρωμύλος θανάτωσε τον αδελφό του, Ρέμο, έπειτα από σφοδρή διαφωνία. Κατά μία εκδοχή για το ποιος θα κυβερνήσει τη νέα πόλη, κατά μία άλλη για το ποιος θα χαρίσει το όνομά του στην πόλη. Από τον Ρωμύλο τελικά πήρε το όνομά της η Ρώμη. Καθώς ο γυναικείος πληθυσμός της ήταν ιδιαίτερα χαμηλός, οι Λατίνοι κάλεσαν τους Σαβίνους σε μια γιορτή και έκλεψαν τα νεαρά τους κορίτσια, γεγονός που οδήγησε τελικά στην ένωση και αφομοίωση των δύο λαών.

Η πόλη της Ρώμης αναπτύχθηκε γύρω από ένα οχυρό στον ποταμό Τίβερη, αποτελώντας σταυροδρόμι των ταξιδευτών και των εμπόρων. Σύμφωνα με τις αρχαιολογικές έρευνες ο οικισμός της Ρώμης ιδρύθηκε κατά πάσα πιθανότητα κάποια στιγμή τον 8ο αιώνα π.Χ., αν και θα μπορούσε να προϋπήρχε από τον 10ο αιώνα π.Χ., φιλοξενώντας λατινικά φύλα, στην κορυφή του Παλατίνου Λόφου.

Οι Ετρούσκοι, που παλαιότερα είχαν εγκατασταθεί στα βόρεια, στην Ετρουρία, από ό,τι φαίνεται ασκούσαν πολιτική επιρροή στην περιοχή κατά τα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ., αποτελώντας την αριστοκρατική τάξη. Μέχρι τα τέλη του επόμενου αιώνα, οι Ετρούσκοι είχαν χάσει την εξουσία και ήταν τότε που Λατίνοι και οι Σαβίνοι άλλαξαν τη μορφή διακυβέρνησης υιοθετώντας το δημοκρατικό πολίτευμα, το οποίο περιόριζε τη δύναμη των κυβερνώντων.

Η ρωμαϊκή παράδοση, όπως και οι αποδείξεις που παρέχουν οι αρχαιολόγοι, καταδεικνύει ένα σύμπλεγμα στη Ρωμαϊκή Αγορά (Forum Romanum), ως έδρα του βασιλέως και του πρώτου θρησκευτικού κέντρου. Ο Νουμάς Πομπίλιος υπήρξε ο δεύτερος βασιλιάς της Ρώμης, διάδοχος του Ρωμύλου. Ήταν αυτός που έβαλε σε εφαρμογή τα πρώτα μεγάλα έργα ανοικοδόμησης της πόλης, το παλάτι του στη Ρέτζια και τον Οίκο των Εστιάδων Παρθένων.

Αρχαίες Πηγές

Κατά την αρχαιότητα συνυπήρχαν δύο παραδόσεις σχετικά με την προέλευση της Ρώμης.

– Οι Έλληνες, ανάμεσα στους οποίους ο Ελλάνικος από τη Μυτιλήνη (5ος αιώνας π.Χ.), απέδιδαν την ίδρυσή της στον Αινεία και στους επιζώντες της καταστροφής της Τροίας.
– Οι αρχαίες ρωμαϊκές διηγήσεις επικαλούνται εξίσου κάποιον Λατίνο, βασιλιά της φυλής των Λατίνων και πεθερό του Αινεία, ως ιδρυτή της πόλης.

Ο Βιργίλιος άντλησε έμπνευση από την πρώτη παράδοση για να γράψει το έπος «Αινειάδα», ένα έργο με πρόθεση περισσότερο ποιητική (κατά το πρότυπο του Ομήρου), παρά ιστορική. Ωστόσο υπάρχουν δύο λεπτομερείς καταγραφές της πρώιμης ρωμαϊκής ιστορίας, που συμπίπτουν σε πολλά σημεία και αποτελούν την κύρια πηγή των σύγχρονων μελετητών.

Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς (1ος αιώνας π.Χ.), ήταν Έλληνας ιστορικός και διδάσκαλος της ρητορικής. Πήγε στη Ρώμη μετά τη λήξη των εμφυλίων πολέμων όπου πέρασε 22 χρόνια μελετώντας τη λατινική γλώσσα και συλλέγοντας υλικό για να συγγράψει την ιστορία του. Συνέγραψε ένα μεγαλεπήβολο έργο με τίτλο «Ρωμαϊκή Αρχαιολογία», στο οποίο αφηγείται την ιστορία της Ρώμης από την ίδρυσή της μέχρι και την έναρξη του Α’ Καρχηδονιακού Πολέμου. Τμήματα του έργου αυτού σώζονται αυτούσια, ενώ πολλά άλλα παραθέτουν μεταγενέστεροι συγγραφείς, όπως ο Αππιανός, ο Πλούταρχος και ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος.

Ο ιστορικός Τίτος Λίβιος, επίσης σύγχρονος του πρώτου αυτοκράτορα της Ρώμης, του Αυγούστου, συνέγραψε ένα εκτενές έργο με τίτλο «Ab Urbe condita», που στα λατινικά σημαίνει «από την ίδρυση της πόλης», όπου καταγράφει ολόκληρη τη ρωμαϊκή ιστορία μέχρι και την εποχή του. Στους πρώτους τόμους συγκεντρώνει διάφορες παραδοσιακές διηγήσεις σχετικά με την περίοδο της βασίλειας, στις οποίες συχνά η ιστορική αλήθεια είναι άρρηκτα δεμένη με τη μυθοπλασία. Ο Λίβιος, λοιπόν, αφηγείται την ιστορία των δίδυμων ιδρυτών της Ρώμης, Ρωμύλου και Ρέμου, απογόνων του Τρώα ήρωα Αινεία.
Η Ίδρυση στο Μύθο

Οι Ρωμύλος και Ρέμος ήταν εγγονοί του βασιλιά του Λατίου, που είναι γνωστός με το όνομα Νουμίτωρ. Τον μονάρχη αυτό εκθρόνισε ο μοχθηρός αδερφός του Αμούλιος, θανατώνοντας τους αρσενικούς του απογόνους. Τη δε κόρη του, Ρέα Συλβία, την ανάγκασε να γίνει μια από τις Εστιάδες Παρθένες, οι οποίες ορκίζονταν αγνότητα για τρίαντα χρόνια. Ως αποτέλεσμα η γραμμή του Νουμίτορος δεν θα αποκτούσε άλλους απογόνους.

Η Ρέα Συλβία τελικά έφερε στον κόσμο δίδυμα αγόρια, τα οποία υποστήριξε πως της χάρισε ο θεός Μαρς. Ο νέος βασιλιάς, που φοβήθηκε πως οι δύο ημίθεοι θα του έκλεβαν το θρόνο διέταξε να θανατωθούν. Η ευσπλαχνία ενός υπηρέτη οδήγησε στην εγκατάλειψή τους στον Τίβερη, όπου τα βρήκε και τα θήλασε μια λύκαινα. Όταν μεγάλωσαν τα δίδυμα αποκατέστησαν την αδικία επιστρέφοντας το θρόνο στον παππού τους.

Τα δίδυμα ίδρυσαν τότε τη δική τους πόλη. Ωστόσο ο Ρωμύλος θανάτωσε τον αδερφό του, Ρέμο, έπειτα από σφοδρή διαφωνία. Κατά μία εκδοχή για το ποιος θα κυβερνήσει τη νέα πόλη, κατά μία άλλη για το ποιος θα χαρίσει το όνομά του στην πόλη. Από τον Ρωμύλο τελικά πήρε το όνομά της η Ρώμη. Καθώς ο γυναικείος πληθυσμός της ήταν ιδιαίτερα χαμηλός, οι Λατίνοι κάλεσαν τους Σαβίνους σε μια γιορτή και έκλεψαν τα νεαρά τους κορίτσια, γεγονός που οδήγησε αρχικά σε πόλεμο και τελικά στην ένωση και αφομοίωση των δύο λαών.

Το όνομα «Ρώμη»

Σύμφωνα με το μύθο, το όνομα της πόλης έχει ως ρίζα εκείνο του μυθικού ιδρυτή της και πρώτου ηγεμόνα της, του Ρωμύλου. Προσφάτως έχουν αναπτυχθεί θεωρίες που αναζητούν τη γλωσσολογική ρίζα του ονόματος.

Μια πιθανή περίπτωση είναι να είναι παράγωγο της ελληνικής λέξης «Ρώμη», που σημαίνει «ανδρεία, γενναιότητα».
Μια άλλη πιθανότητα είναι η προέλευση από τη ρίζα *rum- (σημαίνει «ρώγα»), ως αναφορά στη λύκαινα που υιοθέτησε και θήλασε τα δίδυμα αδέρφια.

Ο Βάσκος μελετητής Μανουέλ ντε Λαρραμέντι υποστήριξε πως μπορεί να υπάρχει κάποια συσχέτιση με τη βασκική λέξη «orma» (σύγχρονη γλώσσα «horma»), που σημαίνει «τοίχος».

wikipedia

ΔΗΜΟΦΙΛΗ