Του Μανώλη Κοττακη
Είναι λίγο μετά τις 12 χθες το μεσημέρι: Διέρχομαι οδηγώντας τους Αμπελοκήπους προς το κέντρο των Αθηνών με κατεύθυνση την εφημερίδα μας και, ως συνήθως, ακούω ελληνική μουσική. Πάντοτε προσπαθώ, πριν φθάσω στο γραφείο, να μην παθαίνω ιδρυματισμό ακούγοντας ενημερωτικές εκπομπές και χαλαρώνω, ας πούμε. Οσο μπορεί να χαλαρώσει σε προεκλογική περίοδο ένας δημοσιογράφος, τέλος πάντων. Στην μπάντα ηχεί η φωνή της Χαρούλας: «Δώσ’ μου ένα σύνορο να περπατώ, δώσ’ μου ένα όνομα να μη χαθώ, δώσ’ μου ένα όνειρο να κρατηθώ, δώσ’ μου ένα όραμα να αντισταθώ». Πρόκειται για την «Προσευχή» της. Γράφτηκε το 1985, αλλά θα μπορούσε να είναι ο ύμνος των εκλογών του 2023 – αυτό είναι το συναίσθημα του μέσου Ελληνα σήμερα. Ψάχνει απεγνωσμένα ένα όραμα για να κρατηθεί. Μια σταθερά. Και δεν τη βρίσκει.
Επειδή όμως η επαγγελματική διαστροφή είναι πάντα διαστροφή, στο ύψος της λεωφόρου Αλεξάνδρας αποφασίζω να αναζητήσω ενημερωτικό σταθμό. Συντονίζομαι αρχικώς στο «Πρώτο Πρόγραμμα, 105,8 FM Stereo» (που λέγαμε και παλιά), το οποίο είχε ήδη αρχίσει την αναμετάδοση των δηλώσεων που κάνει κάθε Πέμπτη, στην αίθουσα του πρες ρουμ, ο ήρως κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου. Στον οποίο ο Μητσοτάκης πρέπει να ανάψει μια λαμπάδα «Κουτσούμπα», γιατί, αν στη θέση του ήταν η Αριστοτελία, που δεν γνωρίζει την ψυχολογία του κεντροδεξιού χώρου, θα είχαμε δράματα. Θα μας έλεγαν «τέτοιοι είστε».
Ο Οικονόμου έκανε κάτι που μου προξένησε ιδιαίτερη εντύπωση: άρχισε την ενημέρωση εξαπολύοντας δριμεία επίθεση στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα, ειρωνευόμενός τον για την πρόταση που κατέθεσε για το ιδιωτικό χρέος, την προστασία της στέγης, το κούρεμα των δανείων και την προστασία της ιδιοκτησίας εκατομμυρίων Ελλήνων από τους πλειστηριασμούς. «Χαρίζουμε σπίτια, χαρίζουμε οικόπεδα» ήταν το δηκτικό σχόλιο για την πρόταση Τσίπρα και, στο άκουσμά του, διερωτήθηκα αν ήταν δική του ατάκα ή κανενός Σκέρτσου. Διερωτήθηκα επίσης τι θα λέει ένας νεοδημοκράτης που κινδυνεύει να χάσει το σπίτι του όταν ακούει τον εκπρόσωπό του να λέει αυτό το «χαρίζω».
Η τοποθέτηση διεκόπη, καθώς το «Πρώτο Πρόγραμμα» δεν μεταδίδει ολόκληρο το -λεγόμενο αγγλιστί- μπρίφινγκ, και μετακινήθηκα στον επόμενο σταθμό, «Σκάι 100,3 FM Stereo». Και -ω, τι σύμπτωση!- ο εκπομπάρχης εκείνη τη στιγμή επετίθετο στο πρόγραμμα Τσίπρα για το ιδιωτικό χρέος. Δεν χρειαζόμουν πολλά. Οι συναγερμοί ήχησαν αμέσως. Η Ν.Δ. επέμενε να προταχθούν τα θέματα της οικονομίας στην ατζέντα των εκλογών, και τώρα που η αντιπολίτευση υπακούει στην έκκλησή της επιτίθεται ειρωνευόμενη μέσω του εκπροσώπου της και των φιλικών δυνάμεών της στα ερτζιανά; Οπα!
Κάλεσα αμέσως δύο φίλους δημοσκόπους και μου ελύθη η απορία. Τα πρώτα ευρήματα από τις κυλιόμενες μετρήσεις δείχνουν ότι η αντιπολίτευση χτύπησε φλέβα στο εκλογικό σώμα, καθώς και μια ευαίσθητη χορδή της φιλελεύθερης Ν.Δ. Διότι απευθύνεται ευθέως στη μεσαία τάξη, η οποία αποτελεί προνομιακό ακροατήριο για την Κεντροδεξιά και της προτείνει λύσεις στα αδιέξοδά της. Εάν αυτή η επίθεση φιλίας γινόταν το 2019, η αποτυχία της ήταν εξασφαλισμένη. Κανείς δεν θα άκουγε τον ΣΥΡΙΖΑ τότε. Εάν δεν γίνονταν πλειστηριασμοί κάθε μέρα σήμερα και εάν τα funds σε συνεργασία με τις τράπεζες δεν κούρευαν προκλητικά τα δάνεια της αναιδούς ελίτ, κανείς δεν θα άκουγε τον ΣΥΡΙΖΑ. Εάν ο Αρειος Πάγος δεν ελάμβανε αυτή την επίμαχη απόφαση υπέρ των funds και κατά των δανειοληπτών, κανείς δεν θα άκουγε τον ΣΥΡΙΖΑ.
Δυστυχώς, όμως, όλα αυτά συμβαίνουν. Και πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας και ιστορικών επιχειρήσεων της μεσαίας φιλελεύθερης τάξης γίνονται και κουρέματα στα δάνεια της αναιδούς ελίτ γίνονται, με πρώτα τα δάνεια των υπουργών, και ο Αρειος Πάγος ετάχθη υπέρ των τραπεζών και εναντίον των δανειοληπτών με το επιχείρημα ότι όλοι τους είναι κακοπληρωτές.
Υπάρχει αντιπρόταση; Υπάρχει ακροατήριο, λοιπόν, για την αντιπολίτευση. Και υπάρχει βασικά εξαιτίας των επιλογών της κυβέρνησης και του συστήματος (τραπεζών και θεσμών). Ας δεχθώ για την οικονομία της συζήτησης ότι η πρόταση της αντιπολίτευσης βρίθει λαϊκισμών. Ας δεχθώ ως βάση συζήτησης και το επιχείρημα «πού θα βρεθούν τα λεφτά;» – αν και, όταν κουρεύονται θηριώδη δάνεια της αναιδούς ελίτ κατά 50.000.000 και 100.000.000 ευρώ εις βάρος των καταθετών, μια χαρά βρίσκονται τα λεφτά.
Το βασικό ερώτημα είναι το εξής: Οταν εξαπολύεται επίθεση στην ιδιοκτησία επί φιλελεύθερης κυβέρνησης και όχι επί κομμουνιστικής, και η αντιπολίτευση εισηγείται όσα λαϊκίστικα λέει, υπάρχει αντιπρόταση από την κυβέρνηση; Εχει να μας πει κάτι συγκεκριμένο για το πώς θα σώσουν οι Ελληνες τα σπίτια τους; Διότι, για έναν περίεργο λόγο, όταν ζητά κάτι η ελίτ της συμφοράς, που κάνει περιουσίες με δάνεια και κοινοτικές επιχορηγήσεις, κανείς δεν ρωτά από πού θα βρεθούν τα λεφτά. Κανείς δεν μιλά για τον ελιτισμό και τα επίχειρά του. «Μεταξύ μας, Μεταξά»! Οταν όμως ζητούν κάτι οι πολίτες, αυτομάτως ορθώνεται τείχος και καταγγέλλονται ως φορείς λαϊκισμού. Ας πρόσεχαν – ρίσκο ανελάμβαναν…
Δεν πιστεύω να θεωρεί κανείς πρόταση αυτό που είπε ο πρωθυπουργός, κληθείς να σχολιάσει την απόφαση του Αρείου Πάγου, ότι τη λύση θα δώσει εξωδικαστικός συμβιβασμός όπως γίνεται σήμερα. Εκατόν πενήντα συμβιβασμοί τον μήνα γίνονται, επί συνόλου 700.000 υποθέσεων. Δεν πιστεύω να θεωρεί κανείς λύση ότι νομοθετήθηκε πως τα funds πρέπει να αιτιολογούν τις αποφάσεις τους. Είναι τοις πάσι γνωστό ότι η αιτιολόγηση δεν είναι υποχρεωτική εκ του νόμου.
Αν θέλουν, αιτιολογούν. Δεν πιστεύω να θεωρεί κανείς λύση το γεγονός ότι επιτρέπεται στα funds να λαμβάνουν μονομερώς αποφάσεις, χωρίς να κάθονται υποχρεωτικώς στο τραπέζι με τον δανειολήπτη και να ρυθμίζουν το δάνειο στο ύψος της αξίας που το αγόρασαν τα ίδια από τις τράπεζες, «συν» – «πλην». Και δεν είναι λύση και δεν είναι πρόταση, γιατί η αγορά βοά. Οι εκλεκτοί επιχειρηματίες εξοφλούν τα δάνειά τους στο χαμηλό ύψος που το αγόρασαν τα funds από τις τράπεζες, συν μια γενναία προμήθεια 20% επί της αξίας του στο fund. Επιχειρηματικό δάνειο αξίας 100.000.000 ευρώ αγοράστηκε από fund φιλικό σε τράπεζα αντί 10.000.000 ευρώ στο ολόκληρο της αξίας του. Ο δανειολήπτης, αντί να εξυπηρετήσει δάνειο 100.000.000, πλήρωσε στο fund 12.000.000 ευρώ (10.000.000 συν 2.000.000 η προμήθεια), γλίτωσε 88.000.000 ευρώ και «καθάρισε».
Οταν λοιπόν όλα αυτά συμβαίνουν και τα ξέρουν οι πολίτες (τα λένε οι κούκοι στα βουνά και οι πέρδικες στα πλάγια), σχόλια του τύπου «ο ΣΥΡΙΖΑ χαρίζει οικόπεδα, χαρίζει σπίτια» είναι αστεία. Δεν συνιστούν σοβαρή πολιτική απάντηση. Οταν μια φιλελεύθερη κυβέρνηση χαρίζει βίλες, επιχειρήσεις και δάνεια στην αναιδή ελίτ καλύτερα να σιωπά μέχρι να βρει αποτελεσματική λύση για τους καημούς και τις αγωνίες του κοσμάκη. Αυτός της έδωσε το 40% και την έφερε στην εξουσία, όχι τα funds και οι τράπεζες.