Σοφί Μπλανσάρ – Θύμα της τέχνης και της αφοβίας της

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η Σοφί Μπλανσάρ (γαλλικά: Sophie Blanchard‎, 25 Μαρτίου 1778 – 6 Ιουλίου 1819) ήταν Γαλλίδα αεροναυτικός και σύζυγος του πρωτοπόρου της αεροναυτικής Ζαν-Πιερ Μπλανσάρ.

Η Μπλανσάρ ήταν η πρώτη γυναίκα επαγγελματίας αεροναυτικός, συνεχίζοντας και μετά τον θάνατο του συζύγου της, πραγματοποιώντας πάνω από 60 πτήσεις σε αερόστατα.

Έγινε γνωστή σε όλη την Ευρώπη για τα επιτεύγματά της και ορίστηκε «Αεροναυτικός των Επισήμων Εκδηλώσεων» από τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη, αντικαθιστώντας τον Αντρέ-Ζακ Γκαρνερέν. Κατά την παλινόρθωση της μοναρχίας το 1814 πραγματοποίησε επίδειξη για τον Λουδοβίκο ΙΗ΄, ο οποίος την ονόμασε «Επίσημη Αεροναυτικό της Παλινόρθωσης».

Οι πτήσεις με αερόστατο ήταν ριψοκίνδυνο εγχείρημα για τους πρωτοπόρους της εποχής. Η Μπλανσάρ έχασε τις αισθήσεις της σε αρκετές περιπτώσεις, ήρθε αντιμέτωπη με χαμηλές θερμοκρασίες και παραλίγο να πνιγεί όταν το αερόστατό της κατέπεσε σε βάλτο.

Το 1819, έγινε η πρώτη γυναίκα που σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα όταν, κατά την διάρκεια έκθεσης στους κήπους Τίβολι του Παρισιού, εκπυρσοκρότησε πυροτεχνήματα τα οποία έβαλαν φωτιά στο αέριο του αεροστάτου της.

Αναφέρεται συχνά ως Μαντάμ Μπλανσάρ ενώ έχει γίνει γνωστή και με συνδυασμούς του πατρικού και του μετέπειτα ονόματός της, όπως Μαντλέν-Σοφί Μπλανσάρ, Μαρί Μαντλέν-Σοφί Μπλανσάρ, Μαρί Σοφί Αρμάν και Μαντλέν-Σοφί Αρμάν Μπλανσάρ.

Πρώτα χρόνια και σταδιοδρομία

Η Σοφί Μπλανσάρ γεννήθηκε ως Μαρί Μαντλέν-Σοφί Αρμάν από Προτεστάντες γονείς στο Τρουά-Κανόν, κοντά στο Λα Ροσέλ. Ελάχιστα είναι γνωστά για την ζωή της πριν παντρευτεί τον Ζαν-Πιερ Μπλανσάρ, τον πρώτο επαγγελματία αεροναυτικό του κόσμου. Η ημερομηνία του γάμου τους δεν είναι ξεκάθαρη, με τις πηγές να αναφέρουν το 1794 ή το 1797, αλλά πιο πιθανή χρονολογία το 1804, το έτος της πρώτης πτήσης της.

Ο Μπλανσάρ εγκατέλειψε την πρώτη σύζυγό του, Βικτουάρ Λεπρύν, και τα τέσσερα παιδιά τους για να ταξιδέψει στην Ευρώπη και να ακολουθήσει σταδιοδρομία στην αεροναυτική, ενώ αυτή πέθανε αργότερα λόγω φτώχειας. Η Σοφί αναφέρεται συχνά ως η «μικρή, άσχημη, νευρική σύζυγος» του Μπλανσάρ, ή ως «μικρή με χαρακτηριστικά πουλιού» ενώ αργότερα ως «μικρή και όμορφη» και περνούσε περισσότερο χρόνο στον αέρα παρά στο έδαφος, όπου η νευρική της διάθεση την τρόμαζε εύκολα. Τρομοκρατούνταν από τους δυνατούς θορύβους και από τις άμαξες, αλλά δεν φοβόταν τον αέρα.

Η ίδια και ο σύζυγός της είχαν ατύχημα σε κοινή τους πτήση το 1807 (η 11η της, και πιθανώς η 61η του), στο οποίο κατέπεσαν και αυτός υπέστη κάταγμα στο κεφάλι. Το γεγονός αυτό την συγκλόνισε.

Η Σοφί πραγματοποίησε την πρώτη πτήση της σε αερόστατο με τον Μπλανσάρ στην Μασσαλία στις 27 Δεκεμβρίου 1804. Το ζευγάρι χρεωκώπησε εξαιτίας της κακής οικονομικής διαχείρισης του Μπλανσάρ, και θεώρησε πως μια γυναίκα σε αερόστατο θα ήταν η καινοτομία που θα προσέλκυε αρκετό ενδιαφέρον ώστε να λυθούν τα οικονομικά προβλήματά τους. Περιέγραψε την εμπειρία αυτή ως «ασύγκριτη αίσθηση» (« sensation incomparable »). Η Σοφί πραγματοποιησε δεύτερη πτήση με τον Μπλανσάρ και στην τρίτη της πτήση στις 18 Αυγούστου 1805, πέταξε μόνη της από τον κήπο του Μοναστηριού των Ιακωβίνων στην Τουλούζη.

Δεν ήταν η πρώτη γυναίκα αεροναυτικός. Στις 20 Μαΐου 1784, η Μαρκησία και Κόμισσα του Μονταλαμπέρ, η Κόμισσα του Ποντενά και η Μις ντε Λαγκάρντ πραγματοποίησαν πτήση με προσδεμένο αερόστατο στο Παρίσι. Ούτε ήταν η πρώτη γυναίκα που απογειώθηκε με ελεύθερο αερόστατο: στην εποχή του Μπλανσάρ, η Σιτουαγιέν Ανρί, που πραγματοποίησε πτήση με τον Αντρέ-Ζακ Γκαρνερέν το 1798, πιστώνεται αυτή την πρωτιά, αν και για την ακρίβεια η τιμή ανήκε στην Ελιζαμπέτ Τιμπλ. Η Τιμπλ, τραγουδίστρια όπερας, πραγματοποίησε πτήση για να ψυχαγωγήσει τον βασιλιά Γουσταύο Γ΄ της Σουηδίας στην Λυών στις 4 Ιουνίου 1784, δεκατέσσερα χρόνια πριν την Σιτουαγιέν Ανρί.

Η Μπλανσάρ ήταν όμως η πρώτη γυναίκα που οδήγησε το δικό της αερόστατο και η πρώτη που υιοθέτησε την αεροναυτική ως επάγγελμα.

Το 1809, ο σύζυγός της πέθανε μετά από ατύχημα που είχε με το αερόστατό του στην Χάγη όταν και υπέστη καρδιακή προσβολή. Μετά τον θάνατό του, η Σοφί συνέχισε να ασχολείται με τα αερόστατα, πραγματοποιώντας κυρίως νυχτερινές πτήσεις, και παραμένοντας στον αέρα πολλές φορές ολόκληρη τη νύχτα.

Ατομική σταδιοδρομία

Η Σοφί πραγματοποίησε πειράματα με αλεξίπτωτα, και ως μέρος των παραστάσεων της έριχνε πυροτεχνήματα και καλάθια με πυροτεχνήματα προσδεμένα σε μικρά αλεξίπτωτα. Άλλοι αεροναυτικοί έγιναν γνωστοί πραγματοποιώντας άλματα με αλεξίπτωτα από καλάθια αεροστάτων, με την πιο γνωστή να είναι η οικογένεια του Αντρέ-Ζακ Γκαρνερέν, του οποίου η σύζυγος, η κόρη και η ανιψιά πραγματοποιούσαν άλματα ανά τακτά διαστήματα. Η ανιψιά του, Ελίζα Γκαρνερέν, ήταν η κύρια αντίπαλος της Μπλανσάρ ως γυναίκα αεροναυτικός, και σπάνια μια εκδήλωση δεν είχε παράσταση από τη μία ή την άλλη. Η Μπλανσάρ ίσως πραγματοποίησε και η ίδια επιδείξεις με αλεξίπτωτα, αλλά το κύριο ενδιαφέρον της ήταν η αεροναυτική.

Το ζευγάρι είχε ακόμη οικονομικά προβλήματα την εποχή του θανάτου του Μπλανσάρ, και έτσι για να ελαχιστοποιήσει τα έξοδά της, η Σοφί ήταν όσο το δυνατόν πιο ολιγαρκής γινόταν στην επιλογή αεροστάτου. Χρησιμοποιούσε αερόστατο αερίου με υδρογόνο (ή Σαρλιέρα), μιας και της έδινε την δυνατότητα να απογειωθεί μέσα σε ένα καλάθι που είχε διαστάσεις λίγο μεγαλύτερές από αυτές μιας καρέκλας, και δεν είχε τις απαιτήσεις όγκου του υλικού που χρειαζόταν ένα αερόστατο θερμού αέρα. Επίσης ένα αερόστατο υδρογόνου δεν χρειαζόταν φωτιά για την απογείωση του. Επειδή ήταν μικρόσωμη και αδύνατη, μπορούσε να περιορίσει την ποσότητα αερίου που χρειαζόταν για το γέμισμα του αεροστάτου. Η Σοφί χρησιμοποίησε, ή τουλάχιστον κατείχε, ένα αερόστατο θερμού αέρα. Ο Συνταγματάρχης Φράνσις Μακερόνι κατέγραψε στα απομνημονεύματά του πως του το πούλησε το 1811 για 40 λίρες Αγγλίας.

Λατρεύτηκε από τον Ναπολέοντα, και ορίστηκε από αυτόν στην θέση του Αντρέ-Ζακ Γκαρνερέν το 1804. Ο Γκαρνερέν ντροπιάστηκε όταν απέτυχε να ελέγξει το αερόστατο που χρησιμοποίησε για να εορτάσει την στέψη του Ναπολέοντα στο Παρίσι. Το αερόστατο τελικά έφτασε στη Ρώμη και κατέπεσε στην Λίμνη Μπρατσιάνο, κάτι που οδήγησε στον δημόσιο διασυρμό του. Ο τίτλος που της απένειμε ο Ναπολέοντας δεν είναι ξεκάθαρος: σίγουρα την όρισε «Αεροναυτικό των Επισήμων Εκδηλώσεων» (« Aéronaute des Fêtes Officielles ») με ευθύνη την οργάνωση αεροστατικών επιδείξεων σε μεγάλες εκδηλώσεις, αλλά ίσως την όρισε και Επικεφαλή Υπουργό Αεροπορίας για την Αεροναυτική. Από την θέση αυτή φαίνεται πως σχεδίασε την έναέρια εισβολή στην Αγγλία.

Πραγματοποίησε πτήσεις με αερόστατο προς ψυχαγώγηση του Ναπολέοντα στις 24 Ιουνίου 1810 από το Πεδίο του Άρεως στο Παρίσι αλλά και στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε από την Αυτοκρατορική Φρουρά για τον γάμο του με την Μαρία-Λουίζα της Αυστρίας. Όταν γεννήθηκε ο γιος του Ναπολέοντα, η Μπλανσάρ πέταξε με το αερόστατο της πάνω από το Παρίσι ρίχνοντας φυλλάδια τα οποία ενημέρωναν τους πολίτες για την γέννηση. Πραγματοποίησε επίδειξη στην επίσημη εορτή για την βάφτιση του στο Παλάτι του Σαιν-Κλω στις 23 Ιουνίου 1811, με παράσταση πυροτεχνημάτων από το αερόστατό της και έπειτα στην «Εορτή του Αυτοκράτορα» (« Féte de l’Emperor ») στο Μιλάνο στις 15 Αυγούστου 1811.

Πέταξε εν μέσω κακοκαιρίας πάνω από το Κάμπο Μάρτε στη Νάπολη για να συνοδέψει τα στρατεύματα του κουνιάδου του Ναπολέοντα, Ζοακίμ Μυρά, βασιλιά της Νάπολης, το 1811. Όταν ο Λουδοβίκος ΙΗ΄ εισήλθε στο Παρίσι στις 4 Μαΐου 1814 μετά την παλινόρθωση του γαλλικού θρόνου, η Μπλανσάρ πέταξε με το αερόστατό της από το Ποντ Νεφ ως μέρος της θραμβευτικής πομπής. Ο Λουδοβίκος εντυπωσιάστηκε από την επίδειξή της και έτσι την ονόμασε «Επίσημη Αεροναυτικό της Παλινόρθωσης».

Έγινε γνωστή σε όλη την Ευρώπη συγκεντρώνοντας αρκετούς θεατές στις επιδείξεις της. Στην Φραγκφούρτη ήταν η αιτία για την μικρή προσέλευση στην όπερα Σιλβάνα του Καρλ Μαρία φον Βέμπερ στην έναρκτήρια παράστασή της, στις 16 Σεπτεμβρίου 1810: οι κάτοικοι της πόλης συγκεντρώθηκαν για να παρακολουθήσουν την επίδειξή της ενώ ελάχιστοι πήγαν στην όπερα.

Πραγματοποίησε αρκετές επιδείξεις στην Ιταλία. Το 1811 ταξίδεψε από τη Ρώμη στη Νάπολη, χωρίζοντας το ταξίδι της σε δύο τμήματα πραγματοποιώντας στάση μετά από 97 χιλιόμετρα (60 μίλια). Στη συνέχεια πέταξε και πάλι από τη Ρώμη σε υψόμετρο 3.600 μέτρων (12.000 πόδια) όπου ισχυρίστηκε ότι την πήρε ο ύπνος προτού προσγειωθεί στο Ταλιακότσο. Την ίδια χρονιά έχασε και πάλι τις αισθήσεις της όταν χρειάστηκε να ανέβει σε μεγαλύτερο υψόμετρο για να αποφύγει χαλαζόπτωση κοντά στο Βανσέν, μένοντας έτσι για 14½ ώρες στον αέρα.

Η Σοφί διέσχισε τις Άλπεις με αερόστατο και σε μια πτήση της προς το Τορίνο στις 26 Απριλίου 1812 η θερμοκρασία έπεσε τόσο που η μύτη της άρχισε να αιμορραγεί ενώ σχηματίστηκαν παγοκρύσταλλοι στα χέρια και το πρόσωπό της. Παραλίγο να σκοτωθεί όταν στις 21 Σεπτεμβρίου 1817, ενώ πετούσε από τη Ναντ μπέρδεψε έναν βάλτο με ασφαλές σημείο προσγείωσης. Το κάλυμμα του αεροστάτου της πιάστηκε σε ένα κλαδί δέντρου προκαλώντας την εκτίναξη του καλαθιού στον αέρα. Η Μπλανσάρ, έχοντας μπλεχθεί στα κλαδιά, έπεσε στο νερό του βάλτου, και θα είχε πνιγεί αν δεν είχε διασωθεί σε σύντομο διάστημα.

Υποστηρίζοντας την Μαρί Τερέζ ντε Λαμουρούς η οποία προσπαθούσε να δημιουργήσει ένα άσυλο για γυναίκες (La Miséricorde) στο Μπορντό, προσέφερε τα έσοδα από μια εκ των παραστάσεών της στο εγχείρημα. Η ντε Λαμουρούς αρνήθηκε την προσφορά μιας και δεν θα μπορούσε να είναι η αιτία που κάποια άλλη γυναίκα έθετε σε κίνδυνο την ζωή της.

Θάνατος

Στις 6 Ιουλίου 1819, στους Κήπους Τίβολι στο Παρίσι, το αερόστατο της έπιασε φωτιά και η Μπλανσάρ έχοντας μπλεχθεί στο δίχτυ έπεσε στο κενό και σκοτώθηκε. Αναφέρθηκε πως ήταν αρκετά νευρική πριν την πτήση.

Η Μπλανσάρ πραγματοποιούσε συχνά επιδείξεις στους Κήπους Τίβολι, πετώντας δύο φορές την εβδομάδα όσο βρισκόταν στο Παρίσι. Είχε προειδοποιηθεί αρκετές φορές για τον κίνδυνο της χρήσης πυροτεχνημάτων στις επιδείξεις της. Η επίδειξη αυτή επρόκειτο να είναι εξαιρετικά εντυπωσιακή έχοντας περισσότερα πυροτεχνήματα από ότι συνήθως, και φαίνεται πως οι προειδοποιήσεις την επηρέασαν. Μερικοί θεατές την παρακάλεσαν να μην πραγματοποιήσει την πτήση, αλλά άλλοι ανυπομονούσαν να δουν την επίδειξη, παρακαλώντας την. Σύμφωνα με μια αναφορά, τελικά άλλαξε την άποψη της, κάθισε στην θέση της και ανέφερε τα εξής: « Allons, ce sera pour la dernière fois » («Πάμε, αυτή θα είναι η τελευταία φορά»).

Περίπου στις 22:30 (σύμφωνα με κάποιες αναφορές. Κάποιες άλλες ισχυρίζονται διαφορετικές ώρες), η Μπλανσάρ ξεκίνησε την απογείωση της, μεταφέροντας μια λευκή σημαία και φορώντας ένα λευκό φόρεμα και ένα λευκό καπέλο με λοφίο από φτερά στρουθοκάμηλου. Ο άνεμος ήταν ισχυρός, και το αερόστατο δυσκολεύτηκε να ανυψωθεί. Ρίχνοντας τα έρματα η Μπλανσάρ κατάφερε να πάρει λίγο ύψος, αλλά το αερόστατο περνούσε ανάμεσα από τα δέντρα καθώς ανέβαινε. Μόλις πέρασε από τα δέντρα η Μπλανσάρ άρχισε την επίδειξη κυματίζοντας τη σημαία της. Το αερόστατο φωτιζόταν από καλάθια που περιείχαν «πυρ Βεγγάλης», ένα είδος σιγοκαιόμενου χρωματιστού πυροτεχνήματος.

Λίγα λεπτά μετά την έναρξη της επίδειξης, και ενώ ακόμη απογειωνόταν, το αερόστατο άρχισε να τυλίγεται στις φλόγες. Μερικές μαρτυρίες αναφέρουν πως το αερόστατο χάθηκε στιγμιαία πίσω από ένα σύννεφο και όταν επανεμφανίστηκε είχε τυλιχθεί στις φλόγες—ότι και να συνέβη, το αέριο του αεροστάτου καιγόταν. Η Μπλανσάρ άρχισε να χάνει ύψος με μεγάλη ταχύτητα, αλλά το αερόστατο, συνέχισε να απομακρύνεται από τους κήπους λόγω του ανέμου. Μερικοί θεατές θεώρησαν πως αυτό ήταν μέρος της επίδειξης και επευφημούσαν την Μπλανσάρ. Το αερόστατο δεν είχε φτάσει πολύ ψηλά, αν και το αέριο που αποδεσμευόταν από το αερόστατο καιγόταν, το αέριο εντός αυτού ήταν αρκετό για να του παρέχει άνωση και να αποτρέψει μια απότομη πτώση στο έδαφος. Πετώντας τα έρματα η Μπλανσάρ κατάφερε να περιορίσει την κάθοδο. Οι περισσότερες μαρτυρίες ανέφεραν πως ήταν σχετικά ήρεμη κατά την διάρκεια της καθόδου, αλλά λέγεται πως κουνούσε τα χέρια της απεγνωσμένα καθώς το σκάφος έφτανε στο έδαφος.

Λίγο πάνω από τις οροφές των οικιών της Rue de Provence το αέριο του αεροστάτου εξαντλήθηκε, και το σκάφος κόλλησε στην οροφή ενός κτίσματος. Θεωρήθηκε πως επέζησε και πως το συμβάν έληξε, αλλά τα σχοινιά που κρατούσαν την καρέκλα στο σώμα του αεροστάτου μάλλον κάηκαν, ή η πρόσκρουση την έσπρωξε προς τα μπροστά, και ως εκ τούτου η Μπλανσάρ, έχοντας μπλεχτεί στα δίχτυα του αεροστάτου, έπεσε από την οροφή στον δρόμο.

Ο Τζον Πουλ, αυτόπτης μάρτυρας, περιέγραψε τις τελευταίες της στιγμές:

Υπήρξε μια τρομερή σιγή, έπειτα η Μαντάμ Μπλανσάρ μπλέχτηκε στα δίχτυα του αεροστάτου, εκτινάχθηκε στην οροφή ενός σπιτιού στην Rue de Provence, και έπειτα κατέπεσε στον δρόμο, από όπου συνελέγη το διαμελισμένο σώμα της.

Σύμφωνα με μερικούς αυτόπτες μάρτυρες λέγεται πως προς το τέλος έκλαιγε και φώναζε « À moi! » («βοήθεια» ή για την ακρίβεια «εδώ, σε μένα»), ενώ είχε χτυπήσει στην οροφή. Αν και οι περισσότεροι θεατές έτρεξαν να βοηθήσουν και έγιναν προσπάθειες να την σώσουν, αυτή είτε πέθανε στιγμιαία λόγω σπασίματος στον αυχένα, ή το πολύ δέκα λεπτά αργότερα.

Η πιο πιθανή αιτία του ατυχήματος φαίνεται πως ήταν τα πυροτεχνήματα τα οποία ήταν προσδεμένα στο αερόστατο της, τα οποία μετακινήθηκαν από ένα κλαδί δέντρου καθώς απογειωνόταν. Κατά πάσα πιθανότητα του αερόστατο ήταν υπερφορτωμένο και δεν είχε την δυνατότητα να ανυψωθεί γρήγορα. Όταν άναψε τα φυτίλια τα πυροτεχνήματα κινήθηκαν προς το εσωτερικό του αεροστάτου αντί για την αντίθετη κατεύθυνση, ένα από αυτά έκαψε το ύφασμα προκαλώντας τρύπα σε αυτό, και έβαλε φωτιά στο αέριο. Ένας θεατής ανέφερε το πρόβλημα και της φώναξε να μην ανάψει τα φυτίλια, αλλά η Μπλανσάρ δεν μπόρεσε να τον ακούσει λόγω των επευφημιών του πλήθους.

Μεταγενέστερες μαρτυρίες ανέφεραν πως είχε αφήσει την βαλβίδα αερίου ανοιχτή, και έτσι οι σπινθήρες έβαλαν φωτιά στο αέριο και στη συνέχεια σε ολόκληρο το αερόστατο, ή το αερόστατο της ήταν κακής κατασκευής και το αέριο αποδεσμευόταν από αυτό κατά την διάρκεια της απογείωσης.

Στο άκουσμα του θανάτου της, οι ιδιοκτήτες των Κήπων Τίβολι ανακοίνωσαν πως τα έσοδα από τα εισιτήρια θα δινόταν προς υποστήριξη των παιδιών της, και μερικοί θεατές στάθηκαν στις πύλες ζητώντας δωρεές από πολίτες του Παρισιού. Μέσω της έκκλησης συγκεντρώθηκαν 2.400 φράγκα, αλλά μετά την συγκέντρωση τους ανακαλύφθηκε πως δεν είχε επιζώντα παιδιά, και έτσι τα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν για την ανέγερση μνημείου, στο οποίο αναπαρίσταται ένα αερόστατο τυλιγμένο στις φλόγες πάνω από τον τάφο της στο Κοιμητήριο Περ Λασαίζ.

Στον τάφο της αναγράφεται η φράση « victime de son art et de son intrépidité » («θύμα της τέχνης και της αφοβίας της»). Τα υπόλοιπα χρήματα, περίπου 1.000 φράγκα, δωρήθηκαν στην Λουθηρανική Εκκλησία Μπιλέτ όπου πήγαινε η Μπλανσάρ. Αν και δεν ήταν πλούσια, όταν σκοτώθηκε είχε ξεπληρώσει τα χρέη που άφησε ο σύζυγός της και ήταν οικονομικά ασφαλής. Κάθε πτήση, της κόστιζε περίπου 1.000 φράγκα, χωρίς να περιλαμβάνονται τα έξοδα συντήρησης του αεροστάτου. Με την θέληση της άφησε περιουσία αξίας μεταξύ 1.000 και 50.000 στην κόρη κάποιων γνωστών της. Συνολικά, πραγματοποίησε 67 πτήσεις με το αερόστατό της.

Η ιστορία του θανάτου της αναπαράχθηκε σε όλη την Ευρώπη. Ο Ιούλιος Βερν την ανέφερε στο Πέντε εβδομάδες με αερόστατο, και στο Ο παίκτης, ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι παρομοίωσε την συγκίνηση κάποιου στον τζόγο με την αίσθηση που ένιωσε η Μπλανσάρ καθώς έπεφτε.

Για άλλους, ο θάνατός της αποτέλεσε μια προειδοποιητική ιστορία, είτε ως παράδειγμα γυναίκας που ξέφυγε από την θέση της (όπως ο Γκρένβιλ Μέλεν, ο οποίος ανέφερε πως αποδείχθηκε ότι «μια γυναίκα σε ένα αερόστατο είτε είναι εκτός του στοιχείου της ή πολύ ψηλά») ή ως το τίμημα της ματαιοδοξίας πραγματοποίησης μιας τόσο θεαματικής παράστασης.

Ο Κάρολος Ντίκενς σχολίασε «Το κανάτι πηγαίνει συχνά στο πηγάδι, αλλά είναι σχεδόν σίγουρο πως θα σπάσει στο τέλος». Με την πρόοδο στην μηχανοκίνητη πτήση, η αεροναυτική και η ιστορία της Μπλανσάρ υποβαθμίστηκαν στα περιθώρια της ιστορίας της αεροπορίας. Ένα μυθιστόρημα, εμπνευσμένο από την ιστορία της Μπλανσάρ, το Η μικρή αεροναυτικός (The Little Balloonist) της Λίντα Ντον, εκδόθηκε το 2006.

wikipedia

ΔΗΜΟΦΙΛΗ