Την ώρα που η ανησυχία σε ολόκληρο τον κόσμο αυξάνεται διαρκώς για το τι μέλλει γενέσθαι με τις τράπεζες και τις καταθέσεις των πολιτών, ιδίως μετά και τις «αναταράξεις» στην Deutsche Bank, οι αντικρουόμενες αναλύσεις των ειδικών δίνουν και παίρνουν, καθιστώντας ακόμη πιο θολό το όλο τοπίο.
«Λάδι στη φωτιά» της ανησυχίας, ωστόσο, έρχεται να ρίξει μία ανάλυση που φιλοξενεί το εβδομαδιαίο βρετανικό ειδησεογραφικό περιοδικό «The Spectator», σχετικά με το πώς και το κατά πόσο θα μπορούσε να επηρεάσει μία πιθανή κατάρρευση της Deutsche Bank την Ευρωζώνη. Η ανάλυση έρχεται από τον έγκριτο οικονομικό συντάκτη, Matthew Lynn, ο οποίος μάλιστα έχει ασχοληθεί εκτενώς με την παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008, ενώ έχει γράψει και βιβλίο σχετικά με την οικονομική κρίση και το χρέος της Ελλάδας.
https://twitter.com/sosReports/status/1639584654004195330?ref_src=twsrc%5Etfw%7Ctwcamp%5Etweetembed%7Ctwterm%5E1639584654004195330%7Ctwgr%5Ed8ba644d568e6716ce4a6e93c5b29626372e2732%7Ctwcon%5Es1_c10&ref_url=https%3A%2F%2Fwww.newsbreak.gr%2Foikonomia%2F452526%2Fan-deutsche-bank-katarreysei-poly-pithano-symparasyrei-eyrozoni%2F
Όπως γράφει ο Matthew Lynn στο «The Spectator», είναι θεμα χρόνου να υπάρξει παρέμβαση στη Deutsche Bank, καθώς η κατάρρευση της τιμής της μετοχής της τράπεζας την Παρασκευή και η τεράστια αύξηση του κόστους ασφάλισης του χρέους της έναντι χρεοκοπίας, θα καταστήσουν σύντομα μια τέτοια παρέμβαση αναγκαία. Για τον Lynn, φαίνεται όλο και πιο αναπόφευκτο ότι η Deutsche θα χρειαστεί κάποια μορφή διάσωσης, με επικεφαλής τη γερμανική κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Το πρόβλημα είναι ότι αυτό θα αποτελέσει απειλή για ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Για τους γνώστες της αγοράς, η πραγματική έκπληξη της προχθεσινής κατάρρευσης της εμπιστοσύνης στη Deutsche Bank είναι ότι άργησε. Το πρωί της Παρασκευής, η τιμή της μετοχής της μειώθηκε κατά 15%, ενώ το κόστος ασφάλισης έναντι χρεοκοπίας εκτινάχθηκε στα ύψη. Φαίνεται πιθανό, πλέον, ο γερμανικός κολοσσός να ακολουθήσει την πορεία της Silicon Valley Bank, που κατέρρευσε πριν δύο σαββατοκύριακα και της Credit Suisse, που κατέρρευσε το προηγούμενο.
Βγάλτε άμεσα τα χρήματα σας από την Deutsche Bank
«Εάν έχετε χρήματα στη μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας, η μόνη λογική κίνηση αυτή τη στιγμή είναι να τα βγάλετε», γράφει χαρακτηριστικά ο Matthew Lynn στην ανάλυσή του «The Spectator».
«Η Deutsche αντιμετωπίζει προβλήματα εδώ και χρόνια, όπως και η Credit Suisse, με τις εικασίες για την επιβίωσή της να στροβιλίζονται στις αγορές. Εάν κάποιο μεγάλο ίδρυμα επρόκειτο να χάσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών του κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσης, ο γερμανικός κολοσσός ήταν πάντα πιθανό να βρίσκεται στην πρώτη θέση. Μένει να δούμε τι θα γίνει στη συνέχεια. Αλλά, η μόνη πραγματική διέξοδος θα είναι η γερμανική κυβέρνηση και η ΕΚΤ να παρέμβουν με εγγύηση για να αναχαιτίσουν τις απώλειες της Deutsche και να εγγυηθούν ότι οι καταθέτες θα πληρωθούν πλήρως. Θα μπορούσαν να αποφασίσουν να την κρατικοποιήσουν ή αλλιώς να κανονίσουν μια γρήγορη συγχώνευση με μια ανταγωνιστική, πιθανότατα την Commerzbank, ή πιθανώς τη γαλλική BNP Paribas», προσθέτει.
«Οποιαδήποτε επίπτωση από μια διάσωση της Deutsche θα έπληττε ολόκληρη την ευρωζώνη. Την Παρασκευή, υπήρχαν ήδη σημάδια υποχώρησης της εμπιστοσύνης στις άλλες μεγάλες τράπεζες σε όλη τη ζώνη. Οι μετοχές της γαλλικής BNP και της Société Générale μειώθηκαν κατά 6%, της ιταλικής UniCredit κατά 4% και της ισπανικής Santander κατά 4%. Το βασικό πρόβλημα για την ευρωζώνη ήταν πάντα ότι ένα κακώς σχεδιασμένο, δυσλειτουργικό ενιαίο νόμισμα δημιουργεί τεράστια πλεονάσματα σε ορισμένες χώρες και ελλείμματα σε άλλες, και όλα αυτά τα χρήματα πρέπει να ανακυκλωθούν με κάποιο τρόπο μέσω του τραπεζικού συστήματος. Η Deutsche, ως η μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας και ο κύριος εμπορικός δανειστής, βρίσκεται ακριβώς στην καρδιά αυτού του συστήματος. Οι απώλειες από την ανακύκλωση όλων αυτών των χρημάτων πάντα θα κατέληγαν κάπου και στο τέλος θα πρέπει να τις πληρώσουν οι Γερμανοί φορολογούμενοι. Μια κατάρρευση της Deutsche θα μπορούσε να συμπαρασύρει μαζί της και το ευρώ», καταλήγει ο έγκριτος οικονομικός αναλυτής.