Γιατί το 1821 αποτελεί έναν ορίζοντα πρόκλησης;

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Απόστολος Αποστόλου

Πόσο δύσκολο είναι να καταλάβει ο νεοέλληνας το 1821; Πόσο δύσκολο είναι να αισθανθεί κάποια έλξη για τον εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα του 1821 και να δει τον αγώνα ως μαρτυρία;

Δεν είναι μόνο δύσκολο να συμβεί αυτό, θα λέγαμε ότι είναι αδύνατο. Και αυτό γιατί έχει τόσο ουδετεροποιηθεί, έχει μιθριδατιστεί από την παραπληροφόρηση και έχει μεταβολιστεί σε ένα νέο τύπο ανθρώπου του κενού νοήματος, όπου κάθε ιστορικό γεγονός έχει ξεφύγει από την αξία του. Έτσι και αλλιώς η ιστορία τώρα πια κινείται σε έναν επιταχυντή αμνησίας και αβουλίας με σπασμένες όλες τις τροχιές αναφοράς και σημασίας.

Τα ιστορικά γεγονότα δύσκολα μεταβιβάζονται. Και αυτό γιατί οι αλήθειες δεν επαληθεύονται, τα συναίσθημα γίνονται νευρομιμητισμοί της οθόνης και οι βιωματικές διάρκειες περιρρέουσες παθητικότητες. Όλοι το ξέρουμε ότι στην εποχή μας οι ταχύτητες έχουν επιταχυνθεί τόσο, ώστε κάθε βεβαιότητα να έχει ακυρωθεί και κάθε υποψία να κινείται στην απώλεια της. Αφού λοιπόν καταψύξαμε την ιστορία τη βγάζουμε από την κατάψυξη μια ή δύο φορές το χρόνο σε κάποιες επετείους να περπατήσει με κουρασμένα εμβατήρια και στη συνέχεια τη βάζουμε να τρέξει στις τρελές ταχύτητες της εποχής μας με πανηγυρικούς πολιτικών και θρηνητικές ψαλμωδίες από σοβαροφανείς καθηγητάδες, ώστε η ιστορία να συμφιλιωθεί με την πλασματική πραγματικότητά της εποχής μας.

Η ιστορία όμως έχει αυτοϋπερφαλαγγιστεί από τον έλληνα πολίτη της νέο-εποχής μας, γιατί εκείνος έχει ξεπεραστεί από τους ίδιους τους σκοπούς του. Παράλληλα έχει αποκοινωνικοποιηθεί στο επίπεδο της συναλλαγής των ανοικτών προθεσμιών του νεοέλληνα και από τις αλληλοεπιδράσεις του καθώς και από τον εξαναγκασμό της επιβαλλόμενης ομοιότητας του στην οθόνης της εικονικής απορρόφησης του.

Είναι γεγονός ότι Χρόνια ζούμε κάτω από το καθεστώς της λήξης του περιεχομένου μας και στο απεριόριστο της εκκρεμότητας μας. Και επιπλέον έχουμε χάσει το έργο της άρνησης. Η άρνηση έχει αντικατασταθεί από τη συναίνεση και την ηγεμονία της προσομοίωσης. Όλα πια θέλουν να επαληθεύσουν ένα νόμο, ένα νόμο μόνο κάποιας σχέσης δύναμης. Όλο αυτό που ζούμε σήμερα, εκφράζει το αντίθετο από όσα μας λέει η πυκνότητα του νοήματος του 1821. Έτσι λοιπόν τα τιμαλφή της ελληνικής επανάστασης ανήκουν στην παλαιότητα ενός ξεχασμένου χρόνου και σαφώς ενεχυριασμένα από την αβουλία μας.

Το χρέος για τον Έλληνα του 1821 ήταν να κερδίσει την ελευθερία του και να βρει μια ευγενέστερη στάση ζωής και όχι ένα ρόλο κομμένο και ραμμένο από άλλους για να πιάσει ένα μικρό στασίδι στην ιστορίας. Απεναντίας σήμερα ο νεοέλληνας ριγμένος σε μονοδρομικές τροχιές, απελεύθερος στην ανέφικτη πραγματικότητα, ζει εκεί όπου όλα αντανακλώνται και επιστρέφουν στον εαυτό τους, (γι’ αυτό και δεν υπάρχει διάρκεια και καθορισμένο αποτέλεσμα) βουλιάζοντας στην απραξία και στην εμπέδωση ρόλων της κατήχησης και της προσαρμογής.

Ο επιταχυνόμενος ιστορικός μεταβολισμός μας, πλωρίζει τώρα πια στην παλινδρόμηση και στην αποκατάστασης του αναθεωρητισμού και του ξαναγραψίματος της ιστορίας, επιστρέφοντας έτσι με βεβαιότητα όχι στους πρωταγωνιστές των ιστορικών στιγμών και στο απόρθητο μετερίζι της ελευθερίας, αλλά στους σπιθαμίσκους του συμβιβασμού που τόσο τους αντιγράφουμε με τη σημερινή μας στάση ζωής. Αλήθεια με πόση ευκολία αντιγράφεται σήμερα ο αμφιλεγόμενος εισαγγελέας Εδουάρδος Μέϊσον; Με πόση ακρίβεια απομίμησης ο πρίγκιπας της Γαστούνης Σισίνης; Με πόση επίταση εξομοίωσης οι Νικούσιος και Πενδέκας; Η προίκας μας λοιπόν από το 1821 έχει γίνει εκείνο που έθρεψε τη νωχέλεια και τον συμβιβασμό, την υποτέλεια και τη στατικότητα και όχι τη βιομέριμνα και την ελευθερία.

Να γιατί δε μπορούμε να κατανοήσουμε το νόημα και το όραμα του 1821, γιατί όλα εκείνα που μας άφησε η ανθρωπογεωμετρία του 1821 ως παρακαταθήκη σήμερα δεν κληρονομούνται εξ’ αιτίας μας, αλλά και εξ’ αιτίας του παγκοσμιοποιημένου νεκροπολιτισμού μας. Ζώντας σ’ εποχές που απαγορεύεται η μνήμη, σε εποχές όπου η μεταμόρφωση των πραγμάτων γίνεται μια επίπεδη φαινομενολογία και μια κενόδοξη ρητορική, τότε με μαθηματική ακρίβεια στην εποχή της μετανεωτερικής αντιμετάθεσης η ιστορική ποιότητα ως φυσική αξία των πραγμάτων αντικαθίσταται από την τεχνητή «ποιότητα» της εικοτολογικής ερμηνείας και η βαρύτητα των παραδοσιακών αξιών κρίνεται ως πίστη περαστικών συναισθηματισμών.

Το βίωμα της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας, η πίστη για την αναπρόσληψη της ζωής, όλα έχουν σκεπαστεί από το μη ποιοτικό και το άμετρο, που έγιναν κανονικότητες, αλλά και από τη σκοτεινή ενοχή και την αυξητική αυθάδεια που έγιναν τα άλλοθι της ζωής μας.

Απόστολος Αποστόλου. Καθηγητής φιλοσοφίας.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ