Ο αριθμός των ατόμων που χάνουν τη ζωή τους εξαιτίας του άσθματος διαρκώς μειώνεται, αντίθετα, η συχνότητα άσθματος και αλλεργιών προοδευτικά αυξάνεται. Διαβάστε τους λόγους
Το άσθμα είναι μια χρόνια φλεγμονώδης νόσος των αεραγωγών (βρόγχων) που χαρακτηρίζεται από εναλλαγή εξάρσεων και υφέσεων, είτε μετά από θεραπεία είτε και αυτόματα. Οφείλεται στη υπερβολική αντίδραση των βρόγχων, σε ερεθίσματα που φυσιολογικά δεν είναι βλαβερά.
Τα κυριότερα συμπτώματά του είναι αίσθημα δυσφορίας ή βάρους στο στήθος, δύσπνοια, συρίττουσα αναπνοή («σφύριγμα», «γατάκια» ή «βράσιμο»), και βήχας. Σε μια ιδιαίτερη υποομάδα ασθενών, ο παροξυσμικος βήχας μπορεί να είναι το μοναδικό σύμπτωμα. Τα συμπτώματα αυτά τυπικά επιδεινώνονται τις βραδινές και πρώτες πρωινές ώρες.
Αποτελεί μείζον πρόβλημα υγείας παγκοσμίως, αφού προσβάλει το 7-10% του πληθυσμού. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο πεθαίνουν από άσθμα 250.000 άτομα σε όλο τον κόσμο. Με τη γνώση και τις διαρκώς εξελισσόμενες θεραπείες που είναι διαθέσιμες σήμερα, ο αριθμός των ατόμων που χάνουν τη ζωή τους εξαιτίας του άσθματος διαρκώς μειώνεται. Αντίθετα, η συχνότητα άσθματος και αλλεργιών προοδευτικά αυξάνεται.
Το άσθμα και οι αλλεργίες θεωρούνται ασθένειες του λεγόμενου δυτικού τρόπου ζωής. Η αιτιολογία τους είναι άγνωστη, αλλά ενοχοποιούνται γενετικοί, διατροφικοί, περιβαλλοντικοί και κοινωνικοί παράγοντες. Όσον αφορά την κληρονομικότητα, φαίνεται ότι παίζει ισχυρό ρόλο στη εμφάνιση τόσο της αλλεργίας όσο και του άσθματος, αφού έχουν εντοπισθεί κοινά γονίδια που κωδικοποιούν την προδιάθεση και για τις δύο αυτές καταστάσεις.
Άσκηση, αναπνευστικές λοιμώξεις, ψυχικό στρες, έκθεση σε αλλεργιογόνα, ατμοσφαιρικούς ή επαγγελματικούς ρύπους, και άλλες ερεθιστικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες (π.χ. έντονες μυρωδιές, αρώματα, απορρυπαντικά) μπορεί να οδηγήσουν σε ασθματική κρίση. Ο ασθματικός συνήθως γνωρίζει ποιοι παράγοντες τον επιβαρύνουν και τους αποφεύγει όσο αυτό είναι εφικτό.
Μια ιδιαίτερη κατηγορία ασθματικών είναι οι αλλεργικοί ασθενείς. Περισσότεροι από τους μισούς ασθματικούς πάσχουν επίσης από αλλεργική ρινίτιδα, και μάλιστα ο καλός έλεγχος αυτής, είναι κλειδί για τον καλό έλεγχο του άσθματος. Αντίστροφα, περίπου το 30% των ασθενών με αλλεργική ρινίτιδα θα εμφανίσουν κάποια στιγμή στη ζωή τους συμπτώματα άσθματος. Τα συμπτώματα της αλλεργικής ρινίτιδας είναι φαγούρα στο λαιμό, στη μύτη και στα αυτιά, ρινική συμφόρηση ή καταρροή, διαδοχικά φταρνίσματα, πονοκέφαλος, και αδυναμία συγκέντρωσης. Πολλές φορές συνυπάρχει και αλλεργική επιπεφυκίτιδα με τσούξιμο, φαγούρα και ερυθρότητα των ματιών.
Τα εισπνεόμενα αλλεργιογόνα χωρίζονται αδρά σε εποχιακά, και ολοετή. Τα εποχιακά είναι γύρεις από την ανθοφορία δένδρων και αγρωστωδών, κυρίως την εαρινή και φθινοπωρινή εποχή. Τα ολοετή είναι κατά κύριο λόγο τα οικιακά αλλεργιογόνα, όπως τα ακάρεα της σκόνης, η μούχλα και το τρίχωμα των κατοικιδίων. Τα αλλεργικά άτομα γνωρίζουν την ευαισθησία τους και παίρνουν μέτρα προφύλαξης, όπως προληπτική αγωγή πριν την έναρξη της εποχής ανθοφορίας, κλειστά παράθυρα και ανακύκλωση αέρα στο αυτοκίνητο και αποφυγή της άσκησης στο ύπαιθρο όταν φυσάει ή τις πρωινές ώρες όπου, λόγω της υγρασίας, η γύρη προσροφά νερό και αιωρείται σε χαμηλότερο ύψος. Επίσης υπάρχουν διαθέσιμα στο διαδίκτυο δελτία συγκέντρωσης ατμοσφαιρικών αλλεργιογόνων ώστε οι ευπαθείς ομάδες να ενημερώνονται και κατά το δυνατόν να προστατεύονται. Όσοι είναι ευαισθητοποιημένοι σε ολοετή αλλεργιογόνα θα πρέπει να αερίζουν καλά το σπίτι και τα κλινοσκεπάσματά τους και να τα αφήνουν στον ήλιο, αν είναι δυνατόν. Να αποφεύγουν μάλλινα χαλιά και κουβέρτες, πουπουλένια παπλώματα και μαξιλάρια, μοκέτες από άκρη σε άκρη, και βαριές κουρτίνες. Αν έχει αναπτυχθεί ευαισθησία στο κατοικίδιο του σπιτιού τα πράγματα είναι λίγο πιο δύσκολα, καθώς συνήθως ο ιδιοκτήτης του δεν θέλει να το αποχωριστεί.
Αν και η αποφυγή του αλλεργιογόνου και των εκλυτικών παραγόντων γενικότερα, συνεχίζει να είναι ο ακρογωνιαίος λίθος στην προσέγγιση αυτών των ασθενών, η εξέλιξη της έρευνας έχει οδηγήσει σε καινοτόμες θεραπείες που αλλάζουν την καθημερινότητα των ασθματικών με αλλεργίες. Σύγχρονα προγράμματα απευαισθητοποίησης, αλλά και ανοσοθεραπεία, έρχονται να ενισχύσουν τη φαρέτρα μας εναντίον μια ασθένειας συχνής, και ταυτόχρονα βασανιστικής και δυνητικά θανατηφόρου. Η εξατομίκευση της αγωγής είναι ο στόχος της έρευνας που βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια, ώστε ο ασθενής να μπορεί να λαμβάνει τη βέλτιστη θεραπεία.
*Η Δρ. Παναγιώτα Καρύδη είναι Διευθύντρια Β΄ Πνευμονολογικής Κλινικής Μetropolitan General