Βασίλης Δημ. Χασιώτης
Διαβάζω σε σημερινό ρεπορτάζ (https://www.news247.gr), δήλωση του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ, κ. Γενς Στόλτενμπεργκ, την ακόλουθη αποστροφή από δηλώσεις του για τον πόλεμο στην Ουκρανία :
«Εάν ο Πούτιν κερδίσει στην Ουκρανία, το μήνυμα θα είναι ότι η δύναμη ανταμείβεται».
Το πρώτο ερώτημα που μου ήρθε στο μυαλό, διαβάζοντας την παραπάνω δήλωση, είναι αν ο ΓΓ του ΝΑΤΟ απλά είναι τόσο κυνικός ώστε σχεδόν να μας φτύνει κατάμουτρα θεωρώντας τον κόσμο (που εν προκειμένω είναι όλη η Ανθρωπότητα, διότι, δυστυχώς, εκ της θέσεώς του ό,τι λέει αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος παγκοσμίως) τόσο ηλίθιο ώστε να μην αντιλαμβάνεται για το τι ακριβώς συμβαίνει στο παγκόσμιο γίγνεσθαι και τον ρόλο των Μεγάλων Δυνάμεων σ’ αυτό, ή, η άνω δήλωσή του μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανόητη (αν την πιστεύει και ο ίδιος) ή προϊόν άγνοιας της πραγματικότητας.
Προσωπικά, αποκλείω τα δύο τελευταία ενδεχόμενα.
Υπέρτατος λοιπόν κυνισμός!
Διότι, ομιλεί ο -έστω και τύποις- ανώτατος πολιτικός προϊστάμενος του μεγαλύτερου στρατιωτικού συνασπισμού της Γης, του ΝΑΤΟ! Ενός οργανισμού, που μονάχα ως φορέας Δύναμης υπάρχει και σε τούτο άλλωστε οφείλει και την ύπαρξή του, μια Δύναμη που ασφαλώς καθορίζεται από την Παγκόσμιας εμβέλειας στρατιωτικο-οικονομική Δύναμη των ΗΠΑ αλλά και της διεθνούς εμβέλειας ομοίως στρατιωτικο-οικονομική Ισχύ των άλλων Μεγάλων Δυνάμεων που μετέχουν στον συνασπισμό, (Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία) μα και της οικονομικής ισχύος άλλων μελών του, με πρώτη και κύρια την Γερμανία, που ήλθε ως φαίνεται ο καιρός να βάλει το χέρι της πιο βαθειά στα πλαίσια (και όχι μόνο) της Συμμαχίας.
Παγκόσμια «Δύναμη» και Διεθνές «Δίκαιο», αποτελούν δύο έννοιες και δύο καταστάσεις πραγμάτων σε διαρκή αντιπαλότητα. Σταθερός πρωταθλητής ο πρώτος, απανταχού της Γης. Βέβαια, αυτή η «Δύναμη» είναι όρος περιεκτικός. Αποτελεί το άθροισμα εκείνων των Μεγάλων Δυνάμεων που επηρεάζουν την παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα, που έχουν την πραγματική Δύναμη να το πράξουν. Ως έχουν τα πράγματα, τούτη τη στιγμή, ο «Κόσμος», χοντρικά, πολύ χοντρικά, διαιρείται στη «Δύση» και στη «Μη-Δύση» («Τρίτος Κόσμος» όπως τον γνωρίζαμε στην περίοδο του (πρώτου) Ψυχρού Πολέμου στο δεύτερο ήμισυ του προηγούμενου αιώνα δεν υπάρχει). Η «Δύση» είναι αναμφισβήτητα πιο «συμπαγής» οργανωτικά, κι αυτό της δίνει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των Μη-Δυτικών Μεγάλων Δυνάμεων που δρουν μάλλον «ατομικά» η κάθε μια και χωρίς εκείνους τους οργανωτικούς (οικονομικούς, πολιτικούς και στρατιωτικούς) σχηματισμούς που θα τις δέσμευε σε κοινούς στόχους, μα κοινές πολιτικές και στρατηγικές. Και είναι αυτή η «Δύναμη», η οποία εκεί όπου κυριαρχεί, δίνει και περιεχόμενο στο «Δίκαιο» παρά το αντίστροφο, ενώ εκεί όπου τούτο το «Δίκαιο» «αντικειμενικά» ορίζεται «ανεξάρτητα» από την «Δύναμη», εν τούτοις, επειδή πάντα το «Δίκαιο» αποτελεί αντικείμενο ερμηνειών, είναι τελικώς οι ερμηνείες της κυρίαρχης «Δύναμης» που θα δώσει και την «σωστή» ερμηνεία.
Όμως το ΝΑΤΟ, τολμώ να ισχυριστώ, ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ με ό,τι λέει ο Γενικός του Γραμματέας, τρέμει μήπως και τελικώς η Ρωσία, η μεγαλύτερη πυρηνική δύναμη του κόσμου, ΔΕΝ κερδίσει τον πόλεμο, διότι το μήνυμα πως οι Μεγάλες Δυνάμεις, και άρα η «Δύναμη» που εκπροσωπούν, ΔΕΝ είναι αήττητες μπροστά σε ήσσονος σημασίας δυνάμεις, θα πλήξει καίρια την ισχύ ΟΛΩΝ αυτών των Δυνάμεων και πάντα υπάρχει κίνδυνος να ανοίξουν ορέξεις εκεί που επί του παρόντος δεν υπάρχουν. Παραδείγματα αποτυχημένων εμπλοκών των Μεγάλων Δυνάμεων, από το Βιετνάμ, ίσαμε το Αφγανιστάν (τόσο με τη Ρωσία (παλαιότερα) όσο και με τις ΗΠΑ (πιο πρόσφατα) και των συμμάχων της), ασφαλώς και δεν πρέπει ως ιστορικό να «εμπλουτισθεί» με νέες ήττες τους, διότι τότε, όντως θα απαιτείται ολοένα και μεγαλύτερη προσπάθεια επιβολής της Δύναμής τους ανά τον κόσμο με τον τελευταίο ολοένα και περισσότερο να αναθαρρεύει από τις ήττες αυτές, ένας «βήχας» που πρέπει να «κοπεί» εν τη γενέσει του, πριν τα πράγματα γίνουν ανεξέλεγκτα εκ μέρους τους. Στην περίπτωση του πολέμου στην Ουκρανία, εκτιμώ πως η «Δύση», ίσως και να μην κακοβλέπει «στο βάθος του χρόνου» έναν «συμβιβασμό» που σε κάθε περίπτωση θα αναγνώριζε, όπως άλλωστε συνέβη και με τη Συνθήκη του Μινσκ μερικά χρόνια πριν, δικαιώματα της Ρωσίας σε περιοχές της Ανατολικής Ουκρανίας και στην Κριμαία. Όμως, μάλλον βρισκόμαστε ακόμα μακριά από μια τέτοια εξέλιξη, αν και κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει πόσο «μακριά».
Βέβαια, τρεχόντως, στον πόλεμο της Ρωσίας με την Ουκρανία, ήδη έχουμε μεταβεί από τον πόλεμο «δι’ αντιπροσώπου» Δύσης – Ρωσίας, σε ένα πιο ξεκάθαρο πόλεμο Δύσης – Ρωσίας στον οποίο η Δύση προσφέρει χρήματα και προηγμένα πολεμικά συστήματα και μέσα, η δε Ουκρανία, το αίμα των παιδιών της.
Η πραγματική αγωνία του ΝΑΤΟ (και βασικά των ΗΠΑ), δεν είναι αν θα κερδίσει η (ρωσική) Δύναμη απέναντι στο («Δυτικό») «Δίκαιο» (όπως και αν προσεγγίζεται αυτό), αλλά το ποια Δύναμη θα νικήσει : το ΝΑΤΟ (δηλαδή η Δύση) ή η Ρωσία;
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις όμως, δηλαδή σύγκρουσης Μεγάλων Δυνάμεων, οριστική νίκη ή ήττα στα πλαίσια ενός τοπικού πολέμου, όσο ενεργά και αν εμπλέκονται, δεν θα υπάρξει. Όταν θα έρθει η ώρα, αντίπαλες Μεγάλες Δυνάμεις να αποφασίσουν να λύσουν «άπαξ δια παντός» τις μεταξύ τους διαφορές, τότε, ο Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος, που τούτη τη φορά, θα αποτελέσει, εφόσον οι Μεγάλες Πυρηνικές Δυνάμεις αποδυθούν σε Παγκόσμιο Πυρηνικό Πόλεμο, τον Τελευταίο Πόλεμο της Ανθρωπότητας, μιας και Ανθρωπότητα από εκεί και πέρα δεν θα υπάρχει πλέον. Αυτό το γνωρίζουν και οι ίδιες, κι αυτό είναι που ποτέ μεταξύ τους δεν πρόκειται να φτάσουν στα «άκρα», χάριν ουδενός τοπικής σημασίας «Δικαίου». Όμως, σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να λείψει εκ μέρους των πυρηνικών Μεγάλων Δυνάμεων η απειλή χρήσης του πυρηνικού τους οπλοστασίου, εφόσον διακυβευθεί στα σοβαρά η εθνική τους κυριαρχία και ακεραιότητα. Αυτή καθαυτή η παραπάνω απειλή που στην έσχατη ανάγκη μπορεί να διατυπωθεί στη λογική του «αποθανέτω η ψυχή μου μετά των άλλων αλλοφύλων», αποτελεί έναν ισχυρό παράγοντας αποτροπής κάθε κινδύνου εναντίον τους και θωράκισης των εθνικών και παγκόσμιων συμφερόντων τους και της εθνικής τους κυριαρχίας. Άλλωστε το να μην περιέλθει η εξουσία σε μια εκ των Μεγάλων Πυρηνικών Δυνάμεων στα χέρια ανθρώπων αποφασισμένων να φτάσουν στα άκρα προκειμένου να επιβάλλουν τη θέλησή τους παγκοσμίως, εξόσων γνωρίζω, ασφαλιστική δικλείδα τέτοιου είδους δεν υπάρχει.
Παρόλα όμως αυτά, στην προκειμένη περίπτωση, στον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας, δεν παύει να έχει ιδιαίτερο παγκόσμιο ενδιαφέρον η εξέλιξή του, στα πλαίσια ενός πολέμου που ναι μεν έχει διεθνή χαρακτήρα, όμως, πάντα στα πλαίσια των συμβατικών πολεμικών συγκρούσεων.
Στον πόλεμο αυτό, σε κάθε περίπτωση, η νίκη ή η ήττα, ανάλογα σε ποιον θα χρεωθεί ή πιστωθεί ή κάθε μια, δεν έχει μονάχα τοπικό ενδιαφέρον. Διότι αν υπάρχει η «Δύση» που έχει εύλογο ενδιαφέρον να ανησυχεί για το κατά πού θα γύρει η νίκη ή η ήττα, το ίδιο και μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει η «Μη-Δύση», που εκπροσωπεί και την συντριπτική πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού, σε ποσοστό αντιστρόφως ανάλογο του συντριπτικά υπέρτερου πλούτου που εκπροσωπεί η «Δύση», στην οποία «Μη-Δύση» υπάρχουν και χώρες με αξιόλογο πλούτο και χρήμα, λίγες βέβαια, όπως και χώρες που συγκροτούν ένα μη τυπικό ακόμα Αντι-Νατοϊκό Συνασπισμό, όμως, σαφώς και αμφισβητούν την Δυτική Παγκόσμια Κυριαρχία, την Δυτική Παγκόσμια Δύναμη και την πρωτοκαθεδρία της στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, και απαιτούν, αυτές οι Μη-Δυτικές Μεγάλες Δυνάμεις, (αναφερόμαστε εδώ κυρίως στη Ρωσία και την Κίνα) τουλάχιστον την ουσιαστική και ισότιμη με τις Δυτικές Μεγάλες Δυνάμεις συμμετοχή τους σ’ αυτό το γίγνεσθαι, κάτι που οι τελευταίες δεν είναι πρόθυμες να πράξουν, μιας και αυτό θα σήμαινε «τεμαχισμό» της Δύναμής τους και κυρίως, ακρωτηριασμό της ιδεολογικής και πολιτισμικής τους ενότητας, που ακούει στο περιεκτικό όνομα «Δυτικός Πολιτισμός».
Αυτή είναι η πραγματική αγωνία των ΗΠΑ που τυπικά (τουλάχιστον εν προκειμένω για λόγους διεθνούς νομιμότητας) εκφράζεται μέσω του ΝΑΤΟ, όσο και αν εντός αυτής της Συμμαχίας υπάρχουν ηγεσίες που ενίοτε εκφράζουν κάποιο σκεπτικισμό για τον τρόπο που το ΝΑΤΟ δρα, όμως, τελικώς, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, παραμένουν εντός της «στάνης» μιας και ουσιαστικά, χωρίς τις ΗΠΑ, δεν είναι σε θέση να υποστηρίξουν αποτελεσματικά ούτε τα ίδια τους τα συμφέροντα στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα.
Ο «φόβος» του ΝΑΤΟ (και δι΄ αυτού της «Δύσης»), μπας κι η «Δύναμη» επικρατήσει του «Δικαίου», εντάσσεται εντός της συνήθους προπαγανδιστικής πολιτικής ρητορικής, ιδίως αυτής των Μεγάλων Δυνάμεων, (Δυτικών και Μη-Δυτικών) στην οποία τα πλέον κυνικά ψεύδη αποτελούν το σταθερό περιεχόμενο της προπαγάνδας τους. Στη ρητορική αυτή, η όποια «αλήθεια», δεν αποτελεί απλά το «θύμα», αποτελεί τον πλέον επίφοβο εχθρό. Η «άγνοια» του κόσμου, και η σύγχυση της Κοινής Γνώμης, αποτελεί τα ισχυρά θεμέλια πάνω στα οποία η Αθλιότητα εγείρει το οικοδόμημά της.
Το ΝΑΤΟ, γνωρίζει επίσης πολύ καλά, πως στον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας, ακριβώς διότι η Ρωσία δεν είναι απλά μια Μεγάλη Δύναμη, είναι κι αυτή στρατιωτική Υπερδύναμη, η τελευταία δεν θα ανεχθεί μια ήττα που θα αμφισβητούσε την θέση στη παγκόσμια σκηνή, έστω και αν έκανε χρήση του πλέον εξελιγμένου πολεμικού της οπλοστασίου, το οποίο μέχρι στιγμής βλέπουμε να μην συμβαίνει, διατηρώντας τον πόλεμο σε ένα πιο συμβατικό επίπεδο από άποψη χρησιμοποιούμενης στρατιωτικής ισχύος. Κι αυτό ακριβώς είναι που η «Δύση» θα αντιμετωπίσει σε μια ενδεχόμενη ήττα της Ρωσίας επί του πεδίου (πάντα εντός ουκρανικού εδάφους) με βάση τη χρήση συμβατικών όπλων, μια ήττα που η Ρωσία θα επιχειρήσει να μεταστρέψει σε νίκη κάνοντας χρήση εξελιγμένων μη συμβατικών όπλων, με τα οποία όμως η «Δύση» εκτιμώ πως δεν είναι διατεθειμένη να εφοδιάσει την Ουκρανία.
Σ’ αυτή τη τελευταία περίπτωση αναβάθμισης του πολέμου με οπλικά συστήματα μεγάλης ισχύος, τι μπορεί να γίνει; Δύο τινά : το ένα το ΝΑΤΟ να εμπλακεί και «επίσημα» στον πόλεμο με την Ρωσία στέλνοντας και στρατεύματα εναντίον των Ρώσων, (μου φαίνεται εντελώς αδιανόητο), ή, η ίδια η Ουκρανία, από ένα σημείο και πέρα, όση στρατιωτική βοήθεια και αν λαμβάνει από τη «Δύση», κάποια στιγμή είτε θα έχει όπλα αλλά όχι και στρατιώτες λόγω των βαρύτατων απωλειών στο επίπεδο του έμψυχου δυναμικού του στρατεύματος, είτε θα φτάσει σε ένα οριακό σημείο στο οποίο δεν θα είναι διατεθειμένη να απολέσει και άλλο αίμα των παιδιών της, τουλάχιστον όχι με τη «Δύση» να μη συνεισφέρει τίποτα στο θέμα αυτό, από την άλλη όμως, φαίνεται να επιθυμεί τον «μέχρις εσχάτων αγώνα» των Ουκρανών, όσο η ίδια δεν έχει ούτε ένα δικό της στρατιώτη εκεί (εννοώ στα πεδία των μαχών, και ασφαλώς, δεν εννοώ απόστρατους Δυτικούς που όπως ακούμε μετέχουν ως εθελοντές ή μισθοφόροι).
Βέβαια, θα πει κάποιος, όλα αυτά αποτελούν προσωπικές μου εικασίες. Όντως! Άλλωστε δεν ισχυρίζομαι πως έχω στη διάθεσή μου κάποια γυάλινη σφαίρα μέσα στην οποία βλέπω να ξεδιπλώνεται το μέλλον, το οποίο έχω το ακριβό προνόμιο μόνο εγώ να βλέπω και να το περιγράφω.