Οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν πλοία με δύο σειρές κουπιά (δίηρης) από την 2η χιλιετία π.χ. Δεν χρησιμοποιούσαν τις ορολογίες «μονήρης» ή «δίηρης». Τα έλεγαν «ΔΙΚΡΟΤΑ» γιατί έκαναν τον διπλό κρότο σε σχέση με τα άλλα καράβια με μία σειρά κουπιά. Την μόνη ορολογία που χρησιμοποιούσαν ήταν για την ΤΡΙΗΡΗ.
Το όφελος ήταν ο διπλασιασμός της κινητήριας ισχύς του πλοίου γιατί προσθέτανε μία σειρά κουπιά, επιπλέον χωρίς να αλλάξει σχεδόν καθόλου το μήκος του.
Ανάλογα την κατασκευή, τις απαιτήσεις ή τον ναυπηγό, άλλαζε το ύψος ή το πλάτος. Αυτό εξαρτιόταν από το που θα τοποθετούσε την σειρά με τους κωπηλάτες, επάνω ή δίπλα από τους προηγούμενους, αυξάνοντας βέβαια το βάρος του, αλλά το τελικό αποτέλεσμα ήταν θετικό, κυρίως η αύξηση της ταχύτητας.
Άλλο μεγάλο πλεονέκτημα ήταν το μήκος. Μία Πεντηκόντορος με μονή σειρά κουπιών και μία Πεντηκόντορος δίηρης, η δίηρης θα έχει σχεδόν το μισό μήκος, που σημαίνει μεγαλύτερη ευελιξία, κάτι που ήταν πολύ αναγκαίο κατά την ναυμαχία.
Στην ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.χ. ο Ελληνικός στόλος αποτελούντο από 300 τριήρεις και 7 πεντηκόντηροι. Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε αν ήταν απλά ή δίκροτα.