Δεν έχει τέλος η ακρίβεια που πλήττει τα ελληνικά νοικοκυριά. Παρά τις υποσχέσεις της κυβέρνησης, τίποτα δεν αλλάζει στις τιμές των ειδών πρώτης ανάγκης, και οι καταναλωτές δεν τα βγάζουν πέρα οικονομικά όσο και αν κάνουν οικονομία.
«Είναι σαν να ζούμε ξανά τις εποχές της κρίσης»
«Μπορείς να τα γράψεις και να σου δώσω τα λεφτά στο τέλος του μήνα, όταν πληρωθώ;». Είναι οι λέξεις που το τελευταίο διάστημα ακούν οι καταστηματάρχες. Το τεφτέρι επέστρεψε για τα καλά. Οι εποχές της οικονομικής κρίσης και τα φαινόμενά της έκαναν δυναμικά την εμφάνιση τους. «Η λέξη “γράφτα” ακούγεται όλο και πιο συχνά, και μήνα με τον μήνα τα βερεσέ αυξάνονται».
«Εάν τους θυμίσεις τις οφειλές, νευριάζουν»
«Όταν όμως καταβληθεί η σύνταξη, ποιος θα πρωτοπάρει; Ο φαρμακοποιός, ο μπακάλης ή ο μανάβης;» αναφέρει στο τοπικό μέσο ο κ. Κώστας, ιδιοκτήτης φαρμακείου που βρίσκεται στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. «Έρχονται πελάτες που δεν έχουν ξεχρεώσει τις οφειλές τους, και ζητάνε κι άλλα φάρμακα. Εμείς τι να πούμε; Δεν σου δίνω; Τα φάρμακα είναι απαραίτητα». Όπως υποστηρίζει ο ίδιος, οι αγοραστές προσπαθούν, όσο μπορούν, να είναι συνεπείς και αξιοπρεπείς, παρά τα ελάχιστα χρήματα που λαμβάνουν, πληρώνοντας, έστω και με δόσεις τις οφειλές από το τεφτέρι. Από την άλλη όμως, αρκετοί είναι αυτοί που νευριάζουν, σε περίπτωση που τους θυμίσει πως περιμένει… τα χρήματά του. «Φυσικά δεν είναι λίγες οι φορές που πελάτες δεν πληρώνουν ποτέ, αλλά συνεχίζουν να ζητάνε φάρμακα. Αυτές είναι οι πιο δύσκολες περιπτώσεις, γιατί δεν ξέρεις πώς να αντιμετωπίσεις τον άλλον, δεν θες να του στερήσεις κάτι τόσο βασικό. Όπως καταλαβαίνετε δημιουργούνται προβλήματα». Η συνεχιζόμενη αύξηση στις τιμές των προϊόντων, γονάτισαν τα νοικοκυριά με τις οικογένειες να δυσκολεύονται να προμηθευτούν μέχρι και ψωμί. Όπως λέει η κα Αμαλία, αρτοποιός με κατάστημα στο κέντρο της συμπρωτεύουσας, πολλοί πελάτες, μη έχοντας χρήματα το τελευταίο 10ημερο του μήνα, ζητούν να πληρώσουν τα προϊόντα τους στις αρχές του επόμενου. «Οι φούρνοι της γειτονιάς προσπαθούμε να βοηθήσουμε τους πελάτες μας, όπως κάνουν κι αυτοί τόσα χρόνια. Το θέμα είναι πως το ποσό των οφειλών, αντί να μειώνεται, συνεχώς αυξάνεται, κι αυτό δεν βγάζει πουθενά. Δεν μπορούμε να δίνουμε τζάμπα όσα έχουμε, είναι σαν να ζούμε ξανά τις εποχές της κρίσης». Αν και τα μπακάλικα έχουν αντέξει και συνεχίζουν να αντιστέκονται ακόμη και στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες που έφεραν η πανδημία και η ενεργειακή κρίση, πλέον, βρίσκονται αντιμέτωπα με την μείωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών. «Τα μπακάλικα συνήθως είναι οικογενειακές επιχειρήσεις, και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να μην κλείσουμε. Αυξήσαμε το ωράριο, δεν έχουμε υπαλλήλους, και όσο μπορέσαμε δεν αλλάξαμε τις τιμές μας. Παρόλα αυτά, η κίνηση έχει πέσει και ο κόσμος πλέον αγοράζει μόνο τα απαραίτητα» αναφέρει η κα Μαρία, ιδιοκτήτρια.