Ακόμη και οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών έχουν αντιληφθεί ότι οι διαδοχικές κρίσεις και η θηριώδης ακρίβεια έχουν εκτοξεύσει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και πλήττουν σε τεράστιο βαθμό τα ευάλωτα νοικοκυριά, κάτι για το οποίο η κυβέρνηση των Αθηνών δεν φαίνεται να συγκινείται.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο απηύθυνε χθες συστάσεις στα κράτη-μέλη να προχωρήσουν σε αυξήσεις των επιδομάτων και, συγκεκριμένα, να παρέχουν ένα επαρκές ελάχιστο εισόδημα. Επίσης καλεί τις κυβερνήσεις να αναπτύσσουν ισχυρά δίκτυα κοινωνικής ασφάλειας, συνδυάζοντας επαρκή εισοδηματική στήριξη μέσω παροχών ελάχιστου εισοδήματος και άλλων συνοδευτικών χρηματικών παροχών, μέσω παροχών σε είδος και δίνοντας πρόσβαση σε υποστηρικτικές και βασικές υπηρεσίες.
Το Συμβούλιο συνιστά στα κράτη-μέλη να καθορίζουν το επίπεδο του ελάχιστου εισοδήματος μέσω διαφανούς και αξιόπιστης μεθοδολογίας, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και με τη συμμετοχή των σχετικών ενδιαφερόμενων μερών, λαμβάνοντας υπόψη τις συνολικές πηγές εισοδήματος, τις ειδικές ανάγκες και τις μειονεκτικές καταστάσεις των νοικοκυριών, το εισόδημα χαμηλόμισθου ή εργαζομένου που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, το βιοτικό επίπεδο και την αγοραστική δύναμη, καθώς και τα επίπεδα τιμών και τις σχετικές με αυτά εξελίξεις.
Επιτακτική η διατήρηση της επάρκειάς του
Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να επανεξετάζουν τακτικά και, κατά περίπτωση, να προσαρμόζουν το επίπεδο του ελάχιστου εισοδήματος, ώστε να διατηρείται η επάρκειά του. Σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, η ευελιξία στον σχεδιασμό του ελάχιστου εισοδήματος μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στον μετριασμό των δυσμενών κοινωνικών επιπτώσεων και σταθεροποιητικό ρόλο στην οικονομία.
Παρά την πρόοδο που σημειώθηκε την τελευταία δεκαετία, το 2021 περισσότερα από 95.400.000 άτομα εξακολουθούσαν να διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, με τον κίνδυνο να είναι υψηλότερος για τις γυναίκες.