Κορυφώνεται η διαμάχη με αφορμή την πρόταση μομφής, με τη μονομαχία Μητσοτάκη – Τσίπρα!

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Σημερα Παρασκευή πρόκειται, εκτός σοβαρού απροόπτου, να ολοκληρωθεί η συζήτηση στη Βουλή για την πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ, με το θερμόμετρο να «βαράει» κόκκινο, καθώς θα λάβουν χώρα οι πολυαναμενόμενες τοποθετήσεις των πολιτικών αρχηγών.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, παρά το γεγονός πως έχει δηλώσει πως δεν επιζητεί «την σύγκρουση, αλλά την σύγκριση», εκτιμάται ότι θα επιστρατεύσει για την «μονομαχία» με τον Αλέξη Τσίπρα, μεταξύ άλλων, την υπόθεση Καλογρίτσα, την -υποτιθέμενη- «αμαρτωλή» σχέση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΑΔΑΕ, ακόμη και τη «μικρή Μαρία» του Εβρου, ενώ θα τονίσει, για μια ακόμη φορά, την ανάγκη η χώρα να διατηρηθεί στην τροχιά της «σταθερότητας» που -όπως υποστηρίζει- έχει επιτύχει η κυβέρνηση της ΝΔ την τελευταία τετραετία.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, λόγω διαδικασίας, θα πάρει πρώτος το λόγο από το βήμα της Βουλής, καθώς εκείνος είναι που κατέθεσε την πρόταση μομφής, αναμένεται να εξαπολύσει σκληρή επίθεση προσωπικά κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη για το θέμα των επισυνδέσεων και των υποκλοπών, με βάση το πόρισμα της ΑΔΑΕ, το οποίο επιβεβαιώνει την παρακολούθηση (τουλάχιστον) έξι υψηλά ιστάμενων προσώπων, μεταξύ των οποίων ο υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης και οι Κωνσταντίνος Φλώρος και Χαράλαμπος Λαλούσης, νυν αρχηγός ΓΕΕΘΑ και πρώην αρχηγός ΓΕΣ, αντίστοιχα.

Αλλωστε, ο Αλέξης Τσίπρας είχε αναφέρει χαρακτηριστικά ότι, «μετά από έξι μήνες θεσμικής αντιμετώπισης του σκανδάλου των υποκλοπών θα έχουμε κορύφωση με το υπέρτατο θεσμικό όπλο, λίγους μήνες πριν τις εκλογές».

Οι προβολείς σε Καραμανλή, Σαμαρά και λοιπούς «γαλάζιους» βουλευτές που έχουν διαφοροποιηθεί

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, εξάλλου, αναμένεται η στάση που θα τηρήσουν οι δυο πρώην πρωθυπουργοί, Κώστας Καραμανλής και Αντώνης Σαμαράς, άλλα και η Ολγα Κεφαλογιάννη και ο Κώστας Τζαβάρας –μέλη της Επιτροπής Θεσμών οι δύο τελευταίοι- καθώς όλοι τους έχουν διαφοροποιηθεί των πολυσυζητημένων κυβερνητικών πρακτικών στο φλέγον ζήτημα των υποκλοπών, μέσω πολύ συγκεκριμένων και ξεκάθαρων δηλώσεών τους.

Η μεγαλύτερη βαρύτητα αποδίδεται, εύλογα, στη στάση του Κ. Καραμανλή, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος που ζήτησε δημοσίως, από το καλοκαίρι κιόλας, να χυθεί άπλετο φως στην υπόθεση. «Το να προκλήθηκαν τα γεγονότα αυτά από κυβερνητική πρωτοβουλία είναι, εκτός από αντιδημοκρατικό και παράνομο, τόσο πέρα από κάθε όριο νοσηρής φαντασίας και πολιτικής ανοησίας, που είναι αδιανόητο», είχε τονίσει χαρακτηριστικά στην εκδήλωση μνήμης του Γιάννη Κεφαλογιάννη, στα Ανώγεια.

Από την πλευρά του, ο Αντ. Σαμαράς, στα εγκαίνια του Ιδρύματός του τον περασμένο Δεκέμβριο, είχε μιλήσει και αυτός για αντιδημοκρατική εκτροπή, σημειώνοντας με νόημα ότι «δεν πιστεύω, δεν θέλω να πιστέψω ότι η κυβέρνηση υπέκλεπτε τηλεφωνικές συνομιλίες. Θα ήταν αδιανόητο. Αν ίσχυαν όλα αυτά, θα επρόκειτο, αναμφίβολα, για αντιδημοκρατική εκτροπή».

Η Ολγα Κεφαλογιάννη είχε ξεχωρίσει με τις συνεχείς παρεμβάσεις της, επαναλαμβάνοντας ότι υπάρχει ανάγκη για άπλετο φως, καθώς «το ζήτημα της παρακολούθησης πολιτικών προσώπων και όχι μόνο είναι πλήγμα στη δημοκρατία μας» και γι’ αυτό «το απόρρητο δεν μπορεί να υπάρχει και να ισχύει εδώ». Οσο για τον Κ. Τζαβάρα, είχε καλέσει τον πρωθυπουργό να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, κάνοντας, επανειλημμένα, λόγο για ισχυρό πλήγμα στη λειτουργία του πολιτεύματος.

Θυμίζουμε πως, λίγα λεπτά μετά την κατάθεση πρότασης δυσπιστίας από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, από τη Λότζια του Ηρακλείου Κρήτης, όπου βρισκόταν όταν την πληροφορήθηκε, απάντησε στον Αλέξη Τσίπρα, σχολιάζοντας μεταξύ άλλων: «Τον προκαλώ πολύ καιρό να το κάνει. Είναι μια ευκαιρία όχι μόνο να επιβεβαιώσουμε την συνοχή της κοινοβουλευτικής μας ομάδας αλλά να συγκρίνουμε πεπραγμένα 4ετίας. Δεν επιδιώκω την σύγκρουση αλλά την σύγκριση. Δεν έχει προτάσεις για το μέλλον της χώρας, αλλά και κανείς από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να μιλήσει για το παρελθόν… Την Παρασκευή θα πάρουμε ψήφο εμπιστοσύνης και μέχρι να προκηρύξουμε τις εκλογές, θα συνεχίσουμε να κάνουμε τη δουλειά μας».

Η διαδικασία που προβλέπεται μετά το αίτημα Τσίπρα

Όπως είπε ο κ. Τασούλας, σύμφωνα με το άρθρο 142, την πρόταση πρέπει να υπογράψουν 60 βουλευτές, ενώ την έχει υπογράψει ήδη ολόκληρη η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.

Όπως αναφέρει το άρθρο 84 παράγραφος 2 του Συντάγματος, «η Bουλή μπορεί με απόφασή της να αποσύρει την εμπιστοσύνη της από την Kυβέρνηση ή από μέλος της. Πρόταση δυσπιστίας μπορεί να υποβληθεί μόνο μετά την πάροδο εξαμήνου αφότου η Bουλή απέρριψε πρόταση δυσπιστίας. H πρόταση δυσπιστίας πρέπει να είναι υπογραμμένη από το ένα έκτο τουλάχιστον των βουλευτών και να περιλαμβάνει σαφώς τα θέματα για τα οποία θα διεξαχθεί η συζήτηση».

Στην παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου σημειώνεται πως «η συζήτηση για την πρόταση εμπιστοσύνης ή δυσπιστίας αρχίζει μετά δύο ημέρες από την υποβολή της σχετικής πρότασης, εκτός αν η Kυβέρνηση, σε περίπτωση πρότασης δυσπιστίας, ζητήσει να αρχίσει αμέσως η συζήτηση, η οποία δεν μπορεί να παραταθεί πέρα από τρεις ημέρες από την έναρξή της».

Στην παράγραφο 5 αναφέρεται με σαφήνεια ότι «η ψηφοφορία για την πρόταση εμπιστοσύνης ή δυσπιστίας διεξάγεται αμέσως μόλις τελειώσει η συζήτηση, μπορεί όμως να αναβληθεί για σαράντα οκτώ ώρες, αν το ζητήσει η Kυβέρνηση».

Στην παράγραφο 6 υπογραμμίζεται ότι «πρόταση εμπιστοσύνης δεν μπορεί να γίνει δεκτή, αν δεν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα δύο πέμπτα του όλου αριθμού των βουλευτών. Πρόταση δυσπιστίας γίνεται δεκτή, μόνο αν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών».

Στην παράγραφο 7 τονίζεται πως «κατά την ψηφοφορία για τις πιο πάνω προτάσεις ψηφίζουν οι Yπουργοί και Yφυπουργοί που είναι μέλη της Bουλής»

Παράλληλα με το Σύνταγμα, η διαδικασία της πρότασης δυσπιστίας ορίζεται και σύμφωνα με το άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής. Βάσει αυτού, η Ολομέλεια μπορεί με απόφασή της να απoσύρει την εμπιστοσύνη της από την Κυβέρνηση ή από μέλος της ύστερα από πρόταση δυσπιστίας. H πρόταση δυσπιστίας πρέπει να υπογράφεται από το ένα έκτο (1/6) τουλάχιστον των βουλευτών και να περιλαμβάνει σαφώς τα θέματα για τα oπoία θα διεξαχθεί η συζήτηση. H πρόταση δυσπιστίας υπoβάλλεται στον Πρόεδρο, σε δημόσια συνεδρίαση της Βουλής και γίνεται δεκτή εάν υπερψηφιστεί από τουλάχιστον 151 βουλευτές.

Υπογραμμίζεται πως το πρωί της Τρίτης, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είχε επισκεφθεί και πάλι την ΑΔΑΕ, όπου συναντήθηκε με τον πρόεδρο της ανεξάρτητης αρχής, από τον οποίο παρέλαβε τον απόρρητο φάκελο με την επιβεβαίωση των παρακολουθήσεων. Ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, Χρήστος Ράμμος, απέστειλε την ίδια επιστολή στους επικεφαλής των κοινοβουλευτικών κομμάτων, αλλά και στον πρωθυπουργό.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ