Με συνοπτικές διαδικασίες επιχείρησε το υπουργείο Εθνικής Αμυνας μεταξύ Πρωτοχρονιάς και Θεοφανίων να επαναθέσει σε τροχιά υλοποίησης το ύψους 2,2 δισ. ευρώ πρόγραμμα προμήθειας 205 Τεθωρακισμένων Οχημάτων Μάχης (ΤΟΜΑ) Lynx KF41 από τον γερμανικό όμιλο Rheinmetall.
Του Περικλή Ζορζοβίλη
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο σχετικός φάκελος απεστάλη στη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ), από την οποία ζητήθηκε η υποβολή αιτήματος στο γερμανικό υπουργείο Αμυνας για αποστολή προσφοράς για την προμήθεια των 205 ΤΟΜΑ.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα:
Το συγκεκριμένο πρόγραμμα, τον Οκτώβριο του 2022, λίγα 24ωρα πριν από την επίσημη επίσκεψη του Γερμανού καγκελαρίου στην Αθήνα, επρόκειτο να εισαχθεί προς γνωμοδότηση στην Ειδική Διαρκή Επιτροπή εξοπλιστικών προγραμμάτων και συμβάσεων της Βουλής. Για λόγους, όμως, που δεν έγιναν γνωστοί, η συνεδρίαση αναβλήθηκε.
Παρά τους επανειλημμένους κυβερνητικούς ισχυρισμούς ότι η προμήθεια θα υλοποιηθεί μέσω διακρατικής συμφωνίας με τη Γερμανία, στην πράξη πρόκειται περί απευθείας ανάθεσης. Απλώς επειδή ουδείς αναλαμβάνει το βάρος της επιλογής, καλλιεργείται το αφήγημα της διακρατικής συμφωνίας και προωθείται η υλοποίηση στο πλαίσιο αυτού του αφηγήματος. Η ελληνογερμανική συμφωνία αμυντικής συνεργασίας του 1978 προβλέπει ότι διακρατικές συμφωνίες μπορούν να καταρτιστούν μόνο στην περίπτωση που πρόκειται για την προμήθεια υλικού που βρίσκεται σε υπηρεσία στις ένοπλες δυνάμεις της Γερμανίας και πωλείται από αυτές (οι δύο προϋποθέσεις δεν ισχύουν για το Lynx KF41). Στην πραγματικότητα πρόκειται για σύμβαση πληρεξουσίου (mandate contract), διαδικασία προβλεπόμενη από την ελληνογερμανική συμφωνία αμυντικής συνεργασίας του 1978, όπου το Ελληνικό Δημόσιο εξουσιοδοτεί το γερμανικό να υπογράψει για λογαριασμό του σύμβαση προμήθειας με τον κατασκευαστή.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες πληροφορίες, η ΓΔΑΕΕ επέστρεψε τον φάκελο στο ΓΕΣ, ώστε η επιλογή του Lynx να τεκμηριωθεί μέσω συγκεκριμένων επιχειρησιακών και τεχνικών προδιαγραφών. Η εξέλιξη αυτή αποδεικνύει ότι επιχειρησιακές και τεχνικές προδιαγραφές δεν υπήρχαν όταν το πρόγραμμα επρόκειτο να εισαχθεί στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή.
Δηλαδή η επιλογή του οχήματος δεν έγινε στη βάση του βαθμού ικανοποίησης των απαιτήσεων του επιχειρησιακού φορέα, αλλά κατά τις προσταγές «πεφωτισμένης» βούλησης.
Ποιου; Στο ενδιαφέρον αυτό ερώτημα ας κληθούν να απαντήσουν οι αρμόδιοι.
Το αδιαμφισβήτητο γεγονός είναι ότι, για λόγους που δεν είναι εύκολα αντιληπτοί αλλά σε κάθε περίπτωση χρήζουν εξήγησης, δεν επιλέγεται η αξιολόγηση (συμπεριλαμβανομένων και δοκιμών πεδίου) διαφόρων ΤΟΜΑ, που αποφέρει πολλαπλά οφέλη στον αγοραστή, ακόμη και στην περίπτωση που γεωπολιτικοί λόγοι θα επέβαλλαν την τελική επιλογή του συγκεκριμένου οχήματος.
Η σπουδή υλοποίησης της συγκεκριμένης προμήθειας είναι επίσης αξιοσημείωτη, καθώς τις σχέσεις μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και του συγκεκριμένου προμηθευτή βαραίνουν πολλά ζητήματα από το παρελθόν.
Καταρχάς, η αγωγή που κατέθεσε τον περασμένο Οκτώβριο το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ), ως εκπρόσωπος του Ελληνικού Δημόσιου, κατά της γερμανικής εταιρίας Rheinmetall Electronics. Με την αγωγή, το Ελληνικό Δημόσιο αιτείται 39.000.000 ευρώ για την αποκατάσταση της υλικής ζημίας του για ενεργητικές δωροδοκίες σε σχέση με τις προμήθειες του αντιαεροπορικού συστήματος ASRAD-Hellas, του Συστήματος Ελέγχου Πυρός και του Συστήματος Διοίκησης και Ελέγχου (ΣΔΕ) των αρμάτων μάχης Leopard 2HEL, και επιπλέον 8.000.000 ευρώ για αποκατάσταση της ηθικής βλάβης.
Δεύτερον, τα εκκρεμή ζητήματα με το ΣΔΕ «ΗΝΙΟΧΟΣ – ΕΜΑ» των αρμάτων μάχης Leopard 2HEL.
Τρίτον, το περιβόητο ζήτημα των ανεκτέλεστων προγραμμάτων αντισταθμιστικών ωφελημάτων (ΑΩ) σχετικών:
α) με την αποκαλούμενη «ενδιάμεση λύση», δηλαδή την προμήθεια 183 αρμάτων μάχης Leopard 2A4 και 150 αρμάτων μάχης Leopard 1A5, από τα αποθέματα του στρατού της Γερμανίας μέσω της διακρατικής συμφωνίας της 3ης Αυγούστου 2005. Κατά πληροφορίες, η ΓΔΑΕΕ έχει υπολογίσει την αξία της οφειλόμενης παροχής ΑΩ της ενδιάμεσης λύσης σε 81.900.000 ευρώ (66.400.000 ευρώ για τη σύμβαση του ΣΔΕ «ΗΝΙΟΧΟΣ – ΕΜΑ» και 15.500.000 ευρώ για την προμήθεια συλλογών εργαλείων και ειδικού εξοπλισμού),
-την προμήθεια πυρομαχικών αρμάτων το 2014 (εκτιμώμενη αξία οφειλόμενης παροχής ΑΩ περί τα 50.000.000 ευρώ).
Αποκαλύπτουμε σήμερα ότι 17 χρόνια (!) μετά την υπογραφή της διακρατικής συμφωνίας για την «ενδιάμεση λύση», όχι μόνο δεν έχουν εκτελεστεί προγράμματα ΑΩ, αλλά ούτε καν οι σχετικές συμβάσεις για την υλοποίησή τους δεν έχουν υπογραφεί!
Σημειώνεται ότι εκείνη την εποχή η Rheinmetall είχε δεσμευθεί με επιστολή της για την υλοποίηση ΑΩ στο 100% της αξίας των προγραμμάτων που θα ελάμβανε στο πλαίσιο της προαναφερθείσας διακρατικής συμφωνίας, με προϋπόθεση το ύψος της παραγγελίας να υπερβαίνει τα 10.000.000 ευρώ. Μάλιστα, την ίδια ημερομηνία με την επιστολή η εταιρία είχε καταθέσει και σχετική εγγυητική επιστολή, η ισχύς της οποίας ανανεωνόταν μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2011. Επειτα, όμως, από αυτή την ημερομηνία η εταιρία διέκοψε την ανανέωση της ισχύος της.
Το 2017, μετά την παρέλευση 12 ετών (!), κατά τη διάρκεια των οποίων η ΓΔΑΕΕ με έγγραφά της επανειλημμένα καλούσε, χωρίς όμως πρακτικό αποτέλεσμα, την εταιρία να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις για την κατάρτιση της σύμβασης ΑΩ, το θέμα τελικά παραπέμφθηκε στο ΝΣΚ προκειμένου να γνωμοδοτήσει περί ενεργειών που θα μπορούσαν να αναληφθούν ώστε να διασφαλιστούν τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου.
Το 2019, με υπουργική απόφαση, έγινε αποδεκτή η γνωμοδότηση του ΝΣΚ, κατά την οποία:
Το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί να διεκδικήσει ΑΩ μέσω διαπραγμάτευσης με το Γερμανικό Δημόσιο και μάλιστα σε υπουργικό επίπεδο, και στην περίπτωση που η διαπραγμάτευση αποτύχει θα μπορούσαν να επιβληθούν κυρώσεις σύμφωνα με τις προβλέψεις του Π.Δ. 284/1989, αλλά και να αναζητηθεί αποζημίωση, με προϋπόθεση να τεκμηριωθεί πλήρως η ζημία του Ελληνικού Δημοσίου.
Καθώς δεν υπάρχουν σύμβαση ΑΩ και εγγυητικές επιστολές σε ισχύ δεν είναι δυνατή η επιβολή ποινικών ρητρών.
Δεν είναι δυνατή η μεταφορά πιστωτικού πλεονάσματος από άλλη σύμβαση της υπόχρεης εταιρίας και η πίστωσή του στη συγκεκριμένη προμήθεια της «ενδιάμεσης λύσης», όπως ζητούσε η εταιρία.
Τον Οκτώβριο του 2020 η εταιρία γνωστοποιεί στη ΓΔΑΕΕ την άποψή της, ότι επειδή από 16 Απριλίου 2013, ημέρα που διεξήχθη η τελευταία συνάντηση που αφορούσε ΑΩ, έως και σήμερα (Οκτώβριος 2020) δεν υπήρξαν περαιτέρω διαπραγματεύσεις, θεωρεί ότι δεν υφίσταται απαίτηση του Ελληνικού Δημοσίου. Και μάλιστα σημειώνει ότι εάν η ελληνική πλευρά θεωρεί ότι η απαίτησή της υφίσταται, τότε μέχρι τέλη Νοεμβρίου 2020 θα πρέπει να την ενημερώσει λεπτομερώς, διαφορετικά θα θεωρήσει ότι το θέμα έχει κλείσει!
Δηλαδή, αφού επί 15 χρόνια (μέχρι και τον Οκτώβριο του 2020) η εταιρία υπεκφεύγει της ανάληψης της υποχρέωσης υπογραφής σύμβασης ΑΩ, θέτει και τελεσίγραφο με συγκεκριμένη ημερομηνία και σε περίπτωση μη απάντησής του διαγράφει το θέμα μονομερώς!
Το καταπληκτικό είναι ότι η ΓΔΑΕΕ έσπευσε «συμμορφωθεί»! Στις 16 Νοεμβρίου 2020 ενημέρωσε την εταιρία ότι υπάρχουν ανοικτά θέματα ΑΩ.
Τελικά τον Νοέμβριο του 2021, δηλαδή έναν χρόνο μετά, και αφού προηγουμένως η ΓΔΑΕΕ είχε απειλήσει με εφαρμογή των προβλεπόμενων στη γνωμοδότηση του ΝΣΚ, σε συνάντηση των δύο μερών, η εταιρία εξέφρασε ρητά την πρόθεσή της να υλοποιήσει προγράμματα ΑΩ για την «ενδιάμεση λύση». Μάλιστα, μετά τη συνάντηση η ΓΔΑΕΕ συγκρότησε και επιτροπή διαπραγματεύσεων των ΑΩ.
Στη συνέχεια η ΓΔΑΕΕ κάλεσε την εταιρία για διαπραγματεύσεις εντός του Μαΐου του 2022, αλλά η εταιρία αντιπρότεινε ημερομηνία περί τα τέλη Σεπτεμβρίου 2022. Τελικά, όμως, η συνάντηση δεν έγινε, καθώς η εταιρία αιτήθηκε και νέα αναβολή μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2022, επικαλούμενη τις διαπραγματεύσεις του υπουργείου Εθνικής Αμυνας με γερμανικές εταιρίες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών του ομίλου Rheinmetall.
Φαίνεται, όμως, ότι αυτή η τελευταία αναβολή ήταν και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι τής επί σχεδόν δύο δεκαετίες ανεκτικής, μέχρι παρεξηγήσεως, στάσης και «γαϊδουρινής» (ειλικρινά συγγνώμη από τα συμπαθέστατα τετράποδα) υπομονής του υπουργείου Εθνικής Αμυνας, που καλούσε σε διαπραγματεύσεις την εταιρία, απάντηση δεν ελάμβανε, αλλά συνέχιζε να επιμένει.
Οι υπεκφυγές της εταιρίας και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι υπηρεσιακοί παράγοντες της ΓΔΑΕΕ διαπίστωσαν ότι η εταιρία υπεκφεύγει της υποχρέωσής της, δεν επιδεικνύει καλή πίστη και ειλικρινή συναλλακτική συμπεριφορά, και πρέπει να εφαρμοστούν τα προβλεπόμενα από τη γνωμοδότηση του ΝΣΚ, και συγκεκριμένα:
Ο προσωρινός αποκλεισμός της εταιρίας από τις προμήθειες των Ενόπλων Δυνάμεων και η εφαρμογή των κυρώσεών του προβλέπει το άρθρο 62 του Προεδρικού Διατάγματος (ΠΔ) 284/1989 («Με απόφαση του Γενικού Διευθυντού της ΓΔΕ, μετά από αιτιολογημένη πρόταση της Διεύθυνσης Προγραμμάτων Εξοπλισμών ή της αρμόδιας Υπηρεσίας των Γενικών Επιτελείων είναι δυνατό να αποκλεισθούν προσωρινά ή μόνιμα από τις προμήθειες των Ενόπλων Δυνάμεων όσοι προμηθευτές δεν εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο και έχουν αποδεδειγμένα κακή πίστη»).
Να αναζητηθεί αποζημίωση από την εταιρία.
Βέβαια, προκειμένου τα ανωτέρω να λάβουν σάρκα και οστά, θα πρέπει πρώτα να τα αποδεχθεί η ηγεσία της ΓΔΑΕΕ και να γίνουν πολλά (π.χ. γνωμοδότηση της Κεντρικής Γνωμοδοτικής Επιτροπής – ΚΓΕΠ για τον προσωρινό αποκλεισμό της εταιρίας, συγκρότηση επιτροπής για τον υπολογισμό της ζημίας του Ελληνικού Δημοσίου, συντονισμός με το ΝΣΚ για την αναζήτηση της αποζημίωσης).
Το ερώτημα είναι πότε, καθώς μόνο η… διαπίστωση απαίτησε σχεδόν 20 χρόνια (!)
Είναι επίσης αυτονόητο ότι για τον υπολογισμό της αποζημίωσης, η αξία της οφειλόμενης παροχής ΑΩ της «ενδιάμεσης λύσης» (81.900.000 ευρώ) θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί με βάση τον νόμιμο τόκο από τότε που ανέκυψε η υποχρέωση.
Υπάρχει, όμως, η πολιτική βούληση;