Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος (9 Δεκεμβρίου 1867 − 14 Ιανουαρίου 1951) ήταν Ζακυνθινός μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος και συγγραφέας θεατρικών έργων. Διετέλεσε αρχισυντάκτης στο θρυλικό πια περιοδικό Η Διάπλασις των Παίδων κατά την περίοδο 1896 – 1948. Κατά την αρχισυνταξία του Ξενόπουλου στο περιοδικό ήταν και ο βασικός του
συντάκτης.
Είναι χαρακτηριστική η υπογραφή του Σας ασπάζομαι, Φαίδων, που χρησιμοποιούσε στις επιστολές που υποτίθεται έστελνε στο περιοδικό.
Ήταν ο ιδρυτής και εκδότης του περιοδικού Νέα Εστία, το οποίο εκδίδεται ακόμα και σήμερα. Το 1931 έγινε ακαδημαϊκός. Μαζί με τους Παλαμά, Σικελιανό και Καζαντζάκη ίδρυσε την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, της οποίας ήταν και πρώτος πρόεδρος (1934-37).
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 9 Δεκεμβρίου 1867. Ο πατέρας του, Διονύσιος, καταγόταν από τη Ζάκυνθο, με απώτατες ρίζες από την Πελοπόννησο: οι Ξυνήδες ή Ξυνόπουλοι είχαν εγκατασταθεί στη βενετοκρατούμενη Ζάκυνθο τον 16ο αιώνα. Η μητέρα του Ευθαλία από την Πόλη με απώτατες ρίζες από την Καισάρεια.
Ο πατέρας του είχε πάει αρχικά στην Αθήνα όπου στα χρόνια του Όθωνα κατάχθηκε στο ιππικό και «[…]ανδραγάθησε στην καταδίωξη της ληστείας». Όμως επειδή θεώρησε πως αδικήθηκε στις κρίσεις και τις προαγωγές-είχε φτάσει μέχρι το βαθμό του υπίλαρχου- έφυγε για την Κωνσταντινούπολη όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο. Η μητέρα του Ευθαλία ήταν μία από τις αδελφές ενός φίλου του πατέρα του Διονύσιου, του Νικόλαου Θωμά, φαρμακοποιού του Φαναρίου και μυρεψού του Πατριαρχείου, με τη μεσολάβηση του οποίου και έγινε ο γάμος των δύο. Η μητέρα του είχε Φαναριώτική καταγωγή και ήταν αδελφή του μητροπολίτη Χαλκηδόνας Καλλίνικου. Έντεκα μήνες μετά τη γέννησή του μετέβη στη Ζάκυνθο.
Ο Ξενόπουλος είχε άλλα πέντε αδέλφια: τη Μαρία-Αναστασία που πέθανε μωρό, την Όλγα, τον Στέφανο, την Αικατερίνη (πέθανε το 1934) και τη Χαρίκλεια η οποία ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και πέθανε το 1973. Ο Ξενόπουλος συντηρούσε οικονομικά μέχρι το θάνατό της τη μητέρα του και μετά με τη διαθήκη του μερίμνησε για την αδελφή του Χαρίκλεια.
Ο Γρηγόριος έζησε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στη Ζάκυνθο, μέχρι το 1883, όταν γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για να σπουδάσει Φυσικομαθηματικά, μετά από προτροπή του φίλου του Νικολάου Μοτσενίγου (αδερφού του συμμαθητή του Ξενόπουλου Σωτηρίου Μοτσενίγου), ο οποίος σπούδαζε ήδη φυσικομαθηματικός στην Αθήνα. Τις σπουδές του δεν τις ολοκλήρωσε ποτέ: από το πρώτο ήδη έτος είχε αρχίσει την ενασχόληση με τη λογοτεχνία, η οποία ήταν και η μοναδική πηγή εσόδων του.
Από το 1892 εγκαταστάθηκε μόνιμα πλέον στην Αθήνα και το 1894 νυμφεύθηκε την Ευφροσύνη Διογενίδη. Το ζευγάρι χώρισε ενάμιση χρόνο μετά, ενώ είχαν ήδη αποκτήσει μια κόρη και ο συγγραφέας νυμφεύθηκε ξανά το 1901 τη Χριστίνα Κανελλοπούλου, με την οποία απέκτησε άλλες δύο κόρες.
Συνεργάστηκε με πλήθος εφημερίδων και περιοδικών στις οποίες δημοσίευε μελέτες, άρθρα, διηγήματα και μυθιστορήματα. Το 1894 ανέλαβε τη διεύθυνση της Εικονογραφημένης Εστίας, το 1896 έγινε αρχισυντάκτης του περιοδικού Η Διάπλασις των Παίδων, του οποίου ήταν και συνδρομητής κατά τα παιδικά του χρόνια. Από το 1901 ως το 1912 δημοσίευε στο περιοδικό Παναθήναια λογοτεχνικά έργα και μελέτες και από το 1912 άρχισε να συνεργάζεται με την εφημερίδα Έθνος γράφοντας μυθιστορήματα σε συνέχειες. Το 1927 ίδρυσε το περιοδικό Νέα Εστία, του οποίου ήταν διευθυντής ως το 1934. To 1939 έγινε μέλος της πρώτης επιτροπής Κρατικών Λογοτεχνικών Βραβείων.
Κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο του 1940 ο Γρηγόριος Ξενόπουλος μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους Διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου με την οποία αφενός μεν καυτηριαζόταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφετέρου δε διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα.
Στη Κατοχή συμμετείχε στην ελληνόφωνη ιταλική εφημερίδα Κουαδρίβιο που προήγαγε την συνεργασια με τους Ιταλούς[.
Πέθανε στην Αθήνα στις 14 Ιανουαρίου 1951 και κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη.
Πεζογραφικό
Ο Ξενόπουλος ήταν πολυγραφότατος συγγραφέας. Έγραψε πάνω από 80 μυθιστορήματα και πλήθος διηγημάτων. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1888 με το μυθιστόρημα Ο άνθρωπος του κόσμου. Αυτό και το επόμενο μυθιστόρημά του, Νικόλας Σιγαλός (1890), «αθηναϊκά» μυθιστορήματα, ήταν αποτυχημένα. Έπειτα στράφηκε στην έμπνευση από την πατρίδα του και έγραψε κάποια από τα καλύτερά του έργα, Μαργαρίτα Στέφα (1893), Κόκκινος βράχος (1905).
Ακολούθησαν έργα «αθηναϊκά», τα σημαντικότερα από τα οποία είναι Ο πόλεμος (1914) και Οι μυστικοί αρραβώνες (1915) και το «ζακυνθινό» Λάουρα (1915), επίσης ένα από τα καλύτερά του. Η πιο φιλόδοξη συγγραφική του απόπειρα ήταν η κοινωνική τριλογία Πλούσιοι και φτωχοί (1919), Τίμιοι και άτιμοι (1921), Τυχεροί και άτυχοι (1924). Τα δύο πρώτα αναγνωρίζονται ως τα καλύτερα και πιο ώριμα έργα του. Άλλα αξιόλογα έργα του που ακολούθησαν είναι τα: Αναδυομένη (1925), Ισαβέλλα (1923), Τερέζα Βάρμα-Δακόστα (1925).
Τα έργα του διαδραματίζονται στην Αθήνα και τη Ζάκυνθο. Θεωρείται ο εισηγητής του «αστικού μυθιστορήματος», δηλαδή του μυθιστορήματος που διαδραματίζεται στα αστικά κέντρα (βλ. Ελληνική πεζογραφία 1880-1930). Βασικό θέμα στα έργα του είναι ο έρωτας, κυρίως έρωτας μεταξύ ατόμων από διαφορετικές τάξεις.
Η ικανότητά του να γράφει εύκολα και γρήγορα τον οδήγησε κάποιες φορές σε «εκπτώσεις» ως προς την ποιότητα. Πολλοί τον κατηγόρησαν, όταν άρχισε να δημοσιεύει μυθιστορήματα σε συνέχειες, ότι έκανε πολύ εύκολα παραχωρήσεις στα γούστα του αναγνωστικού κοινού και ότι χρησιμοποιούσε συχνά προκλητικές για την εποχή ερωτικές σκηνές για να κερδίζει χρήματα. Όλοι όμως επισημαίνουν αρετές του έργου του, όπως η αφηγηματική ευχέρεια, η ικανότητα να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη και η παρατηρητικότητα.
Ο Ξενόπουλος και το αστικό μυθιστόρημα
Τα έργα του Ξενόπουλου είναι περισσότερο για ψυχαγωγία παρά για φιλολογική ανάλυση. Ο αστικός ρεαλισμός που επικρατούσε αυτή την εποχή στην Ευρώπη και στην Αμερική επηρεάζει και τα έργα του Ξενόπουλου. Για το λόγο αυτό ο Ξενόπουλος θεωρείται από πολλούς εισηγητής του αστικού μυθιστορήματος με προσπάθειες για την αντανάκλαση της ίδιας της πραγματικότητας.
Ας μη ξεχνάμε ότι ο Ξενόπουλος ανήκει στη γενιά του 1880, χρονολογία η οποία αποτελεί σταθμό στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (Αρχή νεοελληνικής αναγέννησης με τον Παλαμά αλλά και τον Ροΐδη με το μυθιστόρημα του Η Πάπισσα Ιωάννα.
Ο Ξενόπουλος υπήρξε γνώστης της σχετικής παράδοσης αλλά και καινοτόμος νεωτεριστής. Η στροφή του προς τον αστικό ρεαλισμό υπήρξε βασικά ιδιάζουσα παρέκκλιση από την ηθογραφία. Ο αστικός ρεαλισμός χρησίμευε για την κάλυψη του κενού – την απουσία ενός μέσου στρώματος αναγνωστών που θα λειτουργούσε ως ενδιάμεσος χώρος για μια πολύπλευρη ανάπτυξη λογοτεχνικής γραφής.
Τα πρώτα του μυθιστορήματα εξελίσσονται στην Αθήνα με υλικό τη φοιτητική ζωή, πριν ο συγγραφέας κλείσει τα 30. Παραμένει πάντα ο ψυχογράφος. Ο Ξενόπουλος χρησιμοποιεί περιστατικά και από την ίδια του τη ζωή με τρόπο όμως που αυτά να περνάνε σαν φανταστικά.
Θεατρικό
Το πρώτο του θεατρικό έργο, Ο ψυχοπατέρας, παρουσιάστηκε το 1895. Από τις αρχές του αιώνα άρχισε να συνεργάζεται με τη Νέα Σκηνή του Κων/νου Χρηστομάνου. Τα σπουδαιότερα θεατρικά του έργα είναι: Το μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας (1904), η Στέλλα Βιολάντη (1909, με την Μαρίκα Κοτοπούλη), Φοιτηταί. Ο Ξενόπουλος έγραψε συνολικά 46 διαφορετικά θεατρικά έργα. Το 1901 πρωταγωνίστησε μαζί με τον Παλαμά για την ίδρυση της Νέας Σκηνής και χάρη στη γνώση ξένων γλωσσών ενημερωνόταν έγκαιρα για σημαντικά πνευματικά συμβάντα στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες.
Έγραφε προλόγους για τον Ίψεν και ζούσε το θέατρο, ζυμωνόταν η καθημερινή ζωή του με αυτό. Πολλά δράματα του είχαν αρχικά γραφτεί ως πεζογραφήματα και έπειτα μεταφέρθηκαν στη σκηνή. (Π.χ. Έρως εσταυρωμένος – Στέλλα Βιολάντη). Μετέφρασε και διασκεύασε αρκετά ξένα έργα και η στάθμη της γραφής του ήταν σε όλες τις περιπτώσεις υψηλά. Συμμετείχε σε διάφορες επιτροπές δραματουργικών διαγωνισμών και το Βασιλικό Θέατρο της Αθήνας εγκαινιάστηκε στα 1932 με δικό του έργο «Ο θείος Όνειρος». Τα περισσότερα έργα του Ξενόπουλου είναι τρίπρακτα. Στην πρώτη πράξη τίθεται συνήθως το θέμα και χαρακτηρίζονται τα πρόσωπα, στη δεύτερη εντείνεται η πλοκή και κορυφώνεται το δράμα και στην τρίτη έρχεται η λύση. Ο Ξενόπουλος χτίζει μεθοδικά φράση με φράση, προετοιμάζει τα επερχόμενα περιστατικά που φαίνονται λίγο άσχετα με το κύριο θέμα, αλλά αποδεικνύονται αναγκαία. Η Στέλλα Βιολάντη (στην οποία προχωρεί με γρήγορο ρυθμό από την ευχάριστη ατμόσφαιρα ενός ζακυνθινού σπιτιού στη συγκλονιστική κορύφωση του εκούσιου θανάτου της νύμφης) υπήρξε πρότυπο για άλλα 2 γνωστά θεατρικά έργα που αν και γράφτηκαν πιο μετά υστερούν σε δραματική τεχνική.
Οι κατηγορίες των έργων του: Ο Ξενόπουλος έγραψε με την ίδια επιτυχία και δράματα και κωμωδίες κυρίως με θέμα τον έρωτα. Τα έργα του είναι ηθογραφίες που αναδεικνύουν τη ζωή μιας εποχής η μιας τοπικής κοινωνίας, τοπικές και εποχικές ιδιαιτερότητες παίρνουν συχνά ισχύ άγραφων νόμων που επιβάλλονται μέσα από την κοινωνία. Τα έργα του ταξινομούνται είτε στη Ζάκυνθο είτε στην Αθήνα και ο Ξενόπουλος έρχεται να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των 2 Σχολών, της Αθηναϊκής και της Επτανησιακής.
Ζακυνθινά έργα: Στέλλα Βιολάντη, Ραχήλ, Φωτεινή Σάντρη, Ο ποπολάρος
Αθηναϊκά: Φοιτηταί, Ψυχοσάββατο, Το ανθρώπινο
Κριτική
Ιδιαιτέρως αξιόλογη ήταν η συμβολή του στην κριτική. Στο περιοδικό Παναθήναια δημοσίευσε πλήθος μελετών για πολλούς συγγραφείς, όπως τους Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, Γιάννη Καμπύση, Δημήτριο Βικέλα. Εκείνος πρωτοπαρουσίασε στο αθηναϊκό αναγνωστικό κοινό τον Κ. Π. Καβάφη, το 1903.
Ο Ξενόπουλος και ο σοσιαλισμός
Ο Ξενόπουλος, αν και προερχόταν από εύπορη οικογένεια δεν ήταν αριστοκράτης. Παρακολουθούσε ωστόσο τα προβλήματα των ανερχόμενων αστών όσο και των πιο φτωχών. Ερχόμενος στην Αθήνα έφερε μαζί του την ιδέα του ανθρωπιστικού σοσιαλισμού.
Στην Αθήνα ήρθε σε επαφή με τον Δρακούλη και τους άλλους επικεφαλής του σοσιαλιστικού κόμματος, ενώθηκε με αυτούς και βοήθησε στην έκδοση των σοσιαλιστικών εφημερίδων «Άρδην» και «Κοινωνία». Το 1885 έγινε μάλιστα συντάκτης του «Άρδην».
Τις θέσεις του για το σοσιαλισμό μπορούμε να δούμε καλύτερα στο Πλούσιοι και Φτωχοί. Ο Ξενόπουλος πίστευε σ΄ένα σοσιαλισμό που θα άλλαζε την κοινωνία χωρίς βίαιες ανατροπές. Σιγά-σιγά οι άνθρωποι θα καταλάβαιναν το συμφέρον τους, οι πλούσιοι και οι φτωχοί θα έρχονταν σε συνεννόηση χωρίς βία. Μόνο ο σοσιαλισμός θα μπορούσε να βάλει τέλος στο διαχωρισμό των 2 φυλών. Το ιδανικό του σοσιαλισμού θα εξασφάλιζε σε κάθε άνθρωπο οποιασδήποτε ράτσας τροφή, κατοικία και ενδυμασία, αλλά δεν μπορεί να καταλήξει ποτέ σε μία εντελώς ισότητα.
Αρχικά ο Ξενόπουλος θεώρησε τις σοσιαλιστικές ιδέες τις μόνες που θα μπορούσαν να διορθώσουν την ανισότητα μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Ωστόσο την εφαρμογή των σοσιαλιστικών ιδεών δεν την ήθελε βίαια με ανατροπές και επαναστάσεις που θα δημιουργούσαν θύματα. Με την άνοδο του πνευματικού επιπέδου του λαού –πίστευε- θα καταλάβαιναν οι άνθρωποι το πραγματικό τους συμφέρον. Για τον λόγο αυτό θεωρούσε το γράψιμο ως οφειλή διαπαιδαγώγησης και έργο ευθύνης υπέρ του συνόλου.
Λεπτομέρειες για την εργογραφία του ΕΔΩ.