Ο Γερμανός μαθηματικός, αστρονόμος και αστρολόγος Γιόχαν Κέπλερ (Johannes Kepler) γεννήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου του 1571. Από πολύ μικρή ηλικία έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τα ουράνια φαινόμενα και την παρατήρησή τους.
Σπούδασε μαθηματικά στο πανεπιστήμιο του Τίμπινγκεν και μετά την αποφοίτησή του το 1591 παρακολούθησε μαθήματα θεολογίας. Πριν δώσει, όμως, τις τελικές εξετάσεις, του προτάθηκε να διδάξει μαθηματικά στο Γκρατς της Αυστρίας, θέση την οποία και αποδέχτηκε.
Το 1596 ο Κέπλερ δημοσίευσε το πρώτο κοσμολογικό βιβλίο του υπό τον τίτλο «Mysterium Cosmographicum», με το οποίο θεμελίωσε την υπόθεση του Κοπέρνικου για το ηλιοκεντρικό πλανητικό σύστημα. Το 1600 μετακόμισε στην Πράγα, όπου συνεργάστηκε με τον Μπράχε και μετά το θάνατο του τελευταίου το 1601, πήρε τη θέση του ως αυλικός αστρονόμος του αυτοκράτορα Ροδόλφου Β’.
Χρησιμοποιώντας τα αποτελέσματα μετρήσεων του Μπράχε, ο Κέπλερ κατέληξε το 1605 στο εντυπωσιακό συμπέρασμα ότι η τροχιά του Άρη δεν ήταν κυκλική αλλά ελλειπτική. Με τους τρεις νόμους που πήραν αργότερα το όνομά του και δημοσιεύτηκαν το 1609 στο βιβλίο «Astronomia nova» και το 1619 στο βιβλίο «Harmonia mundi» εισήγαγε την Ουράνια Μηχανική, δηλαδή την επιστήμη που περιγράφει τους νόμους κινήσεως των πλανητών γύρω από τον ήλιο.
Είναι περισσότερο γνωστός ως ο «Νομοθέτης του ουρανού» από τους φερώνυμους Νόμους που αφορούν την κίνηση των πλανητών γύρω από τον Ήλιο και περιγράφονται στα έργα του Astronomia nova, Harmonices Mundi και Epitome of Copernican. Αυτά τα έργα αποτελούν θεμελίωση της Θεωρίας του Νεύτωνα για τη δύναμη έλξεως.
Αλλά και στην Οπτική, ο Κέπλερ προσέφερε σημαντικά, διατυπώνοντας θεωρίες για τους οπτικούς φακούς και το τηλεσκόπιο με δύο κυρτούς φακούς. Μετά το θάνατο τού αυτοκράτορα Ροδόλφου επεξεργάστηκε μία εκτεταμένη «Πραγματεία για την Αστρονομία τού Κοπέρνικου» (1618 – 1822), παρότι το βιβλίο του Κοπέρνικου είχε τεθεί από το 1616 στη λίστα των απαγορευμένων της καθολικής εκκλησίας.
Το 1627 δημοσίευσε τους λεγόμενους «Ροδόλφιους πίνακες», οι οποίοι αντικατέστησαν ουσιαστικά μετά από περίπου 1.500 χρόνια και για περίπου 200 χρόνια τους άτλαντες του Πτολεμαίου.
Ο Κέπλερ έζησε σε μια περίοδο όπου δεν υπήρχε σαφής διαχωρισμός μεταξύ της αστρονομίας και της αστρολογίας αλλά υπήρχε διαχωρισμός μεταξύ της αστρονομίας (κλάδος των μαθηματικών εντός των ελευθέρων τεχνών) και της φυσικής (κλάδος της φυσικής φιλοσοφίας). Ο Κέπλερ ενσωμάτωσε θρησκευτικά και συλλογιστικά επιχειρήματα στο έργο του, υποκινούμενος από την θρησκευτική πεποίθηση ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο σύμφωνα με ένα σχέδιο προσβάσιμο μέσω του φυσικού φωτός της λογικής.
Ο Κέπλερ περιγράφει τη νέα αστρονομία του ως «ουράνια φυσική», σαν μια «εκδρομή στη Μεταφυσική του Αριστοτέλη» και ως «συμπλήρωμα του Αριστοτέλη του Ουρανού», μετασχηματίζοντας την αρχαία παράδοση της κοσμολογίας με το να χειρίζεται την αστρονομία ως μέρος της καθολικής μαθηματικής φυσικής.
Πέθανε στις 15 Νοεμβρίου του 1630.
https://www.sansimera.gr/biographies/40
wikipedia