Ο Χρήστος Ράμμος μιλάει για όλα με φόντο την υπόθεση των υποκλοπών: Ο φόβος είναι ένα συναίσθημα ασύμβατο με τη δημοκρατία

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Το μήνυμα ότι η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) δεν μπορεί να μένει παρατηρητής και πως έχει καθήκον να ελέγχει και αυτεπαγγέλτως εξέπεμψε ο πρόεδρός της, Χρήστος Ράμμος σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στον απόηχο του σκανδάλου των υποκλοπών.

Κι ενώ στην πολύκροτη υπόθεση παραμένουν πολλές σκιές και ερωτήματα, ο κ. Ράμμος προσπαθεί από τη μία να σταθμίσει το απαραβίαστο των επικοινωνιών και από την άλλη να προασπίσει την εθνική ασφάλεια. Στο τοξικό κλίμα που σκεπάζει την πολιτική, ο πρόεδρος της ΑΑΔΕ απαντά με στίχους του Τάσου Λειβαδίτη και την πάγια πεποίθηση πως ο φόβος είναι ασύμβατος µε τη δημοκρατία.

«Η ΑΔΑΕ προχωρεί και θα προχωρήσει στην πραγματοποίηση όλων των απαραιτήτων ελέγχων. Αυτό όμως γίνεται µε βάση ένα πολύπλοκο νομικό πλαίσιο, το οποίο πρέπει να τηρηθεί κατά γράμμα και για τον λόγο αυτό χρειάζεται πολύ καλή προετοιμασία και σε βάθος μελέτη των θεμάτων που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Η ΑΔΑΕ είναι η μόνη δημόσια αρχή, που έχει την αρμοδιότητα από το Σύνταγμα (άρθρο 19, παρ. 2) και τον νόμου να ελέγχει την τήρηση της νομιμότητας στον τομέα των επικοινωνιών. Μπορεί να ελέγχει κατόπιν καταγγελίας, αλλά και αυτεπαγγέλτως αρχεία, τράπεζες δεδοµένων, κ.λπ., μεταξύ άλλων, της ΕΥΠ και των παρόχων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Όλες οι άλλες αρχές που υπάρχουν για την προστασία της κυβερνοασφάλειας ή της κυβερνοάμυνας ή την προστασία από το ηλεκτρονικό έγκλημα δεν έχουν αυτήν την αρμοδιότητα. Ο ίδιος ο νόμος για την ΕΥΠ δίνει στην ΑΔΑΕ αρμοδιότητες που δεν τις δίνει ούτε στις δικαστικές αρχές. Είναι συνεπώς στοιχειώδες καθήκον της ΑΔΑΕ, η οποία είναι η μόνη που μπορεί µε βάση τον νόμο να επιβάλει τη συνταγματική ευταξία στον τομέα της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, να µην παραμένει σιωπηλός παρατηρητής καταστάσεων σαν αυτές που ζούμε τους τελευταίους μήνες», τονίζει ο κ. Ράμμος.

Σε ερώτηση για το αν νομιμοποιείται ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου να γνωμοδοτήσει για τη νομιμότητα των ερευνών της ΑΔΑΕ και μάλιστα προληπτικά, ο πρόεδρος της Αρχής είναι σαφής:

«Πρέπει να γίνει κατανοητό το εξής: Ανεξάρτητη αρχή, και μάλιστα συνταγματικά κατοχυρωμένη, σημαίνει ανεξαρτησία και από την εκτελεστική και από τη δικαστική εξουσία. Η ΑΔΑΕ υπόκειται, όπως και όλες οι ανεξάρτητες αρχές, στον κοινοβουλευτικό έλεγχο. Λογοδοτεί στο Κοινοβούλιο. Λέγοντας ότι δεν υπόκειται στον έλεγχο της δικαστικής εξουσίας και για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις, θέλω να προσθέσω ότι δεν εννοώ, βεβαίως, ότι η δράση της δεν υπόκειται στον νόμο και ότι δεν έχει ευθύνες αν τον παραβιάσει. Εννοώ ότι δεν προβλέπεται από τον νόμο προληπτική παρέμβαση της δικαστικής εξουσίας στη δράση της Αρχής και μάλιστα ξαναλέω μιας συνταγματικά κατοχυρωμένης. Δεν είναι νοητό να ασκούνται οι αρμοδιότητές της ύστερα από προηγούμενη κρίση ενός δικαστικού λειτουργού. Σε ένα κράτος δικαίου αν ασκηθεί τέτοια προληπτική παρέμβαση, τότε απλώς δεν υπάρχει ανεξάρτητη αρχή. Μια αρχή που είναι κηδεμονευόμενη δεν είναι ανεξάρτητη. Μέσα στο πλαίσιο αυτό οι ανεξάρτητες αρχές ερμηνεύουν οι ίδιες τον νόμο που τις διέπει. Οι πάροχοι είναι ελεγχόμενοι και οφείλουν να υπόκεινται στους ελέγχους τους οποίους προβλέπει ο νόμος, αλλιώς παρανομούν. Ένας πάροχος δεν μπορεί να αρνηθεί τον έλεγχο που έχει διαταχθεί αρμοδίως από την ΑΔΑΕ. Αν πιστεύει ότι η ΑΔΑΕ παρανομεί μπορεί να προσφύγει στη διοικητική δικαιοσύνη, στο ΣτΕ, ἡ στο διοικητικό εφετείο».

Ερωτηθείς για το αν η ΑΔΑΕ δεσμεύεται από το απόρρητο, ο κ. Ράμμος απαντά κατηγορηματικά: «Δεν μπορεί να αντιταχθεί στην ΑΔΑΕ το απόρρητο. Και τούτο για τον ακόλουθο λόγο: Η ΑΔΑΕ έχει αρμοδιότητες να ελέγχει τους παρόχους, τόσο τεχνικά όσο και από την άποψη του σεβασμού του νομικού πλαισίου της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών. Το άρθρο 19 παρ. 1 του Συντάγματος έχει δύο διατάξεις κατανεμημένες σε δύο εδάφια. Η πρώτη ορίζει ότι το δικαίωμα στο απόρρητο των επικοινωνιών είναι απολύτως απαραβίαστο, το μόνο ατομικό δικαίωμα, το οποίο ο συνταγματικός νομοθέτης χαρακτηρίζει απολύτως απαραβίαστο. Η δεύτερη διάταξη προβλέπει ότι µε νόμο ορίζονται οι περιπτώσεις, κατά τις οποίες η δικαστική αρχή δεν κωλύεται από το απαραβίαστο αυτό για λόγους εθνικής ασφάλειας και για τη διακρίβωση ιδιαιτέρως σοβαρών εγκλημάτων. Στη δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου του Συντάγματος (19) προβλέπεται η ίδρυση και λειτουργία μιας ανεξάρτητης αρχής, η οποία ελέγχει την τήρηση του απορρήτου της προηγούμενης παραγράφου. Συνεπώς όλης της παραγράφου 1, συμπεριλαμβανομένης, δηλαδή, και της διαδικασίας άρσης του απορρήτου από τη δικαστική αρχή».

Όσο για το αν η Βουλή δεσμεύεται από το απόρρητο όταν διερευνά την πιθανότητα τέλεσης αξιόποινων πράξεων, ο κ. Ράμμος τονίζει η προσωπική του γνώμη είναι ότι «στο Κοινοβούλιο που είναι ο εκφραστής της υπέρτατης συνταγματικής αρχής, που είναι η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, δεν είναι αντιτάξιμο το απόρρητο από ένα μέλος Ανεξάρτητης Αρχής, εκτός αν συντρέχουν συγκεκριμένοι λόγοι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος. Αυτό εξάλλου ορίζει και ο Κανονισμός της Βουλής».

Αναφορικά με αρκετούς που υποστηρίζουν ότι η τροπολογία που αφαίρεσε από την Αρχή τη δυνατότητα να ενημερώνει τον παρακολουθούμενο ήταν αντισυνταγματική, ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ αναφέρει χαρακτηριστικά: «Εννοείτε προφανώς την παλιότερη τροπολογία του νόμου του 2021, που ήδη δεν ισχύει. Εγώ είχα αρθρογραφήσει τότε με κάποιους άλλους συναδέλφους σε ένα ηλεκτρονικό νομικό περιοδικό ότι η διάταξη εκείνη είναι πρόβλημα αντιθέσεων με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Και τούτο ισχύει όχι επειδή το είπα εγώ, αλλά επειδή το έχει κρίνει µε πάγια νομολογία του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Οι περισσότεροι νομικοί στη χώρα µας συμφωνούν ότι µια διάταξη που έχει πρόβλημα αντίθεσης µε το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ περί προστασίας του ιδιωτικού βίου έχει το ίδιο ακριβώς πρόβλημα αντίθεσης και µε το άρθρο 19 του Συντάγματος. Το Ελληνικό Σύνταγμα δεν παρέχει λιγότερη προστασία στο δικαίωμα από ότι η Ευρωπαϊκή Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όπως έχει ερμηνευτεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ωστόσο τη συνταγματικότητα νόμων μπορούν να τη διαπιστώσουν μόνο τα δικαστήρια, σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο.

Μιλώντας για τον νέο νόμο, ο ίδιος σημείωσε ότι «επανήλθε η δυνατότητα ενημέρωσης θιγέντος από άρση απορρήτου και στην περίπτωση που αυτό είχε θιγεί για λόγους εθνικής ασφάλειας, Υπάρχουν ωστόσο πολλά προβλήματα, στα οποία η ΑΔΑΕ είχε λάβει θέση πριν ψηφιστεί ο νόμος και είχε διατυπώσει την άποψη ότι η σχετική αρμοδιότητα έπρεπε να ανήκει στην ΑΔΑΕ, που είναι η κατά το Σύνταγμα αρμόδια ανεξάρτητη αρχή, και όχι σε ένα τριμελές όργανο, το οποίο προβλέπει ο νέος νόμος και στο οποίο μετέχει, μάλιστα, και ο εισαγγελικός λειτουργός που είχε εκδώσει τη συγκεκριμένη διάταξη άρσης του απορρήτου».

Αναφορικά με την ενημέρωση του θιγέντος μετά τα τρία χρόνια, ο κ. Ράμμος σημειώνει: «Οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, έχουν κρίνει ότι η ενημέρωση του θιγέντος από άρση του απορρήτου των επικοινωνιών του μπορεί να γίνεται, αν δεν διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε, αμέσως. Όπως είχαμε επισημάνει συνολικά ως ΑΔΑΕ, πριν ψηφιστεί ο νόμος, δεν προκύπτει ποιος είναι ο αποχρών λόγος για τον οποία προβλέπεται ότι η ενημέρωση αυτή θα μπορεί να γίνεται μόνο όταν παρέλθει μία τριετία. Επιπλέον, η μετάθεση της ενημέρωσης για μία τριετία συμπαρασύρει εξίσου αδικαιολόγητα και την ικανοποίηση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας του θιγέντος. Παρόλα αυτά ο νόμος ψηφίστηκε και οφείλουμε να τον εφαρμόσουμε. Δεν πρέπει όμως να λησμονείται ότι ο νέος αυτός νόμος ισχύει, παράλληλα με τον οργανικό νόμο της ΑΔΑΕ, ο οποίος εξακολουθεί να ισχύει και δεν έχει θιγεί η τροποποιηθεί».

Όσο για τον αν αισθάνεται ότι κάποιοι προσπαθούν να εμποδίσουν το έργο του, ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ δεν θέλησε να κάνει κανένα σχόλιο.

Αναλυτικά η συνέντευξη Ράμμου στην Καθημερινή

8B406ED8 C0FB 44E4 9B6A 221336ACEE53

Πηγη: ieidiseis.gr

ΔΗΜΟΦΙΛΗ