Ο Μητσοτάκης γίνεται όλο και πιο Luben

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Πότε θα πάµε σε κάλπες; «Μυρίζει το κλίµα εκλογές» όπως είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σχολιάζοντας για µια ακόµη φορά σαν εξωτερικός παρατηρητής και όχι ως αυτός που αποφασίζει. Το εννοούσε άραγε ή εκβιάζει το κόµµα και τους ανθρώπους του ακριβώς την περίοδο που τα µάτια τους δεν κοιτάνε τις κάλπες αλλά το ταµείο; αναλάβει να απαντήσουν σε ερωτήµατα που δεν απαντά ο πρωθυπουργός και να αναµορφώσουν την εικόνα του που έχει ξεσκίσει το αρπακτικό (Predator) του εθνικού ωτακουστή.

Οσο η κοινωνία θα βράζει και θα αναρωτιέται τι συµβαίνει η δηµοσκοπική απάντηση θα είναι ότι ο Μητσοτάκης είναι ο καλύτερος, ο καταλληλότερος και ο επικρατέστερος. «Μα είναι απάντηση αυτή;» θα αναρωτηθεί αυτός που θέλει απαντήσεις και όχι σκηνοθεσίες. Το πρόβληµα είναι ότι τα τρία τελευταία χρόνια ο πολιτικός προβληµατισµός και πολύ περισσότερο τα πολιτικά κριτήρια έχουν εκφυλιστεί σε διαβεβαιώσεις της µιντιακής κατ’ απονοµή ανωτερότητας που δήθεν διαθέτει ο Μητσοτάκης. Οταν το ρεύµα γίνεται πανάκριβο στήνονται τα τηλεοπτικά πάνελ που διαβεβαιώνουν ότι φταίει ο πόλεµος στην Ουκρανία και ο Μητσοτάκης κάνει το καλύτερο δυνατό. Οταν η ακρίβεια και ο πληθωρισµός γίνονται ανεξέλεγκτα ο γελωτοποιός του βασιλιά βγαίνει παγανιά µε όλα τα ψέµατα στο καλάθι του, για να δείξει πόσο αποτελεσµατικός είναι ο βασιλιάς. Την ώρα που αποκαλύπτονται οι υποκλοπές (και οι εκβιασµοί που γίνονταν µε βάση τις υποκλοπές) και τα εγκλήµατα απέναντι και στους δικούς του ανθρώπους βγαίνουν οι ανοικονόµητοι Οικονόµου των καναλιών, για να βεβαιώσουν πότε ότι δεν συµβαίνει τίποτε και πότε ότι παρά τα όσα συµβαίνουν, ένας είναι ο θεός και προφήτες του οι… ευλύγιστοι δηµοσιογράφοι.

Γίνεται προσπάθεια να εθιστεί ο κόσµος ώστε να µη ζητά απαντήσεις και αποδείξεις, αλλά να θεωρεί κανονικότητα την παρεκτροπή και την αµφισβήτηση της λογικής του. Πάρτε οποιαδήποτε αποτυχία του Μητσοτάκη σε οποιοδήποτε επίπεδο της πολιτικής του: την οικονοµία, την πανδηµία, τις υποκλοπές. Αυτό που υποστηρίζει είναι ότι δεν συµβαίνει µόνο σε εµάς. Συµβαίνει και εις Παρισίους και στα Λονδίνα και τα πέρατα του κόσµου, άρα γιατί να µη συµβαίνει και στο βασίλειο του βαλκανικού µητσοτακικού φιλελευθερισµού;

Το πρόβληµα µε την αντιπολίτευση (και εννοώ τη σοβαρή, όχι την εκβιαζόµενη από το Predator) είναι ότι προσπαθεί να απαντήσει µε βάση τους κανόνες της πολιτικής σε όσα συµβαίνουν, την ώρα που ο άξονάς της έχει στραφεί κοιτώντας προς την εικονική πραγµατικότητα που δηµιουργεί η µηχανή προπαγάνδας της κυβέρνησης. Σε λίγο υπάρχει ο κίνδυνος κανένας να µην µπορεί να αντιληφθεί τι του συµβαίνει, γιατί δεν θα γνωρίζει τίποτε από τους πραγµατικούς όρους που καθορίζουν τη ζωή του. Θα γνωρίζει µόνο όσα του περιγράφουν τα κανάλια. Ακόµη και στις περιπτώσεις που θα ενεργοποιoύνται η προσωπική αµφισβήτηση ή η καχυποψία, το ένστικτο ή ο θυµός, θα είναι τέτοια η σύγχυση που θα δηµιουργείται από τις επιτηδευµένα αλληλοσυγκρουόµενες πληροφορίες, που το αποτέλεσµα θα είναι η πλήρης παραίτηση.

Το πολιτικό ον µετατρέπεται σταδιακά σε άβουλο καταναλωτή πληροφοριών που δεν µπορεί να ελέγξει. Τα πολιτικά διλήµµατα µεταλλάσσονται σε καταστάσεις ψυχολογικής πίεσης και σε προσωπική σύγχυση. ∆ηµιουργείται η εικόνα ότι απαντήσεις δεν µπορούν να δοθούν, αφού δεν υπάρχουν ούτε καν οι σταθερές που κάποτε όριζαν και κινούσαν την πολιτική. Ο πολίτης καταντάει ανήµπορος και δέχεται µοιρολατρικά αυτό που θα του σερβίρουν στα βραδινά δελτία, µε την προσµονή φυλακισµένου που περιµένει την ώρα του γεύµατος στη φυλακή. ∆εν θέλει πλέον ούτε να ξεκαθαρίσει ούτε να µάθει πράγµατα. Ο πολίτης εκτίει την ποινή του, περίκλειστος στη ζωή που του οριοθετεί η κυβέρνηση-δεσµοφύλακας.

Οσο η καθηµερινότητα επιβαρύνεται µε προβλήµατα µητσοτακικής κατασκευής τόσο ο ίδιος ο Μητσοτάκης θα αποπολιτικοποιεί την κατάσταση. Η αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών εναπέθεσε βάρος πολιτικής φυσικά ευθύνης στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Σε τέτοιο περιβάλλον δεν µπορεί να αντέξει. Γιατί πρέπει να βρίσκεται στη Βουλή και όχι σε παραλίες ή χιονοδροµικά κέντρα δηλώνοντας ότι δεν τρέχει τίποτε, πρέπει να απαντάει στον κοινοβουλευτικό έλεγχο, στον Αλέξη Τσίπρα αλλά και σε δηµοσιεύµατα του φιλοκυβερνητικού Τύπου. Η λύση για τον Μητσοτάκη είναι να σκηνοθετήσει και πάλι την κυριαρχία του, να την επιβάλει µε φόντο όχι φυσικά την πολιτική, αλλά τη µη πολιτική.

Ο Μητσοτάκης ξαναδιαβάζει τα σενάρια για το σίκουελ της ταινίας «ω, τι γκόµενος είσαι εσύ». Επαναφέρει τον Κυριάκο Μητσοτάκη των πρωινάδικων και των εξοµολογήσεων, της οικειότητας και του ανθρώπινου προφίλ, για να ξεχάσουµε το σκληρό και βρόµικο πρόσωπο της δράσης του. Οσο παγιώνεται ως ο τύπος που ευθύνεται για θανάτους και ακρίβεια, όσο θυµίζει τον ανώµαλο µατάκια της κλειδαρότρυπας τόσο θα παράγει συµπαθητικές εικόνες που δεν απαιτούν πολιτική κρίση και σύγκριση µε γεγονότα.

∆είτε τι έκανε µε τις παρακολουθήσεις. Αφού έµπλεξε αρχικώς µε την αντιφατική επιχειρηµατολογία που αφορούσε τις παρακολουθήσεις, επέλεξε τη διαφυγή από το πεδίο των απαντήσεων. Αφησε αυτόν τον άχαρο ρόλο της γελοιοποίησης στους δυο τρεις σαλτιµπάγκους που είναι πρόθυµοι να παραστήσουν τον σάκο του µποξ. Ο ίδιος αποτραβήχτηκε σε εµφανίσεις κονφερασιέ. Αµέσως µετά τη δραµατική εµφάνισή του στον Νίκο Χατζηνικολάου ή ενδεχοµένως εξαιτίας της πήρε τον δρόµο για τις ελαφρές εκποµπές. Εµφανίστηκε στη Ναταλία Γερµανού όπου, αφού ανακοίνωσε ότι η αδερφή του έχει καρκίνο (η µητέρα του ∆ηµητριάδη δηλαδή), το έριξε στις χαριτωµενιές που συνθέτουν τον παράδεισο της αοριστίας. Ενας πρωθυπουργός θα επέλεγε να κάνει πολιτικές εµφανίσεις για να ξεκαθαρίσει τα πράγµατα, αλλά ο Μητσοτάκης κάνει απολίτικες περατζάδες για να µην ξεκαθαρίσει τίποτε. Πιστεύει και ίσως έχει δίκιο ότι η εικόνα του, ακόµη και το κοµµάτι εκείνο που προκαλεί γέλια σε πολλούς, είναι απείρως πιο ωφέλιµη από τον πολιτικό του διασυρµό.

Ο Μητσοτάκης στο πλαίσιο αυτής της σκηνοθεσίας επέλεξε να γράψει σχόλιο στο σατιρικό σάιτ Luben, ξέροντας ότι θα υπήρχε συνέχεια στην πρόκλησή του. Μπορεί το Luben να απάντησε µε την εξευτελιστική φράση «Μητσοτάκη ξέρεις», αλλά για τον Μητσοτάκη ήταν µια λύτρωση. Καλύτερα να απασχολεί ως καρτουνίστικη απεικόνιση πρωθυπουργού, η οποία µάλιστα µπορεί να γίνει αποδεκτή, ίσως και συµπαθής, παρά ως πρωθυπουργός που παρακολουθεί ακόµη και τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αµυνας αγγίζοντας τα όρια της εσχάτης προδοσίας.

Ο Μητσοτάκης επέλεξε να επισκεφτεί τον Κάρολο της Αγγλίας δήθεν για να πάρει ιδέες για την αξιοποίηση των πρώην βασιλικών κτηµάτων στο Τατόι και να φωτογραφηθεί µπροστά στον χρυσό διάκοσµο που θα ζήλευε αναµφίβολα ο χρυσοποίκιλτος (και εξαφανισµένος εσχάτως) Γιώργος Πατούλης. Φαίνεται µάλιστα ότι το ζεύγος Μητσοτάκη αντάλλαξε το δικαίωµα σε µια απαστράπτουσα φωτογραφία βασιλικού λούστρου µε τη σαφή δήλωση ότι η Ελλάδα δεν µιλά πλέον «για επιστροφή των µαρµάρων του Παρθενώνα αλλά για συνένωση». Ακριβά πληρώσαµε την πολιτική Instagram του Μητσοτάκη.

Εως τις εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, ο Μητσοτάκης θα επιλέγει την απολιτίκ τρελίτσα, στοχεύοντας στους εύπιστους και ανενηµέρωτους του εκλογικού σώµατος που κατασκευάζονται µε την επιµέλειά του. Μετατρέπεται σε ένα θολό ποτάµι της ∆εξιάς, θεωρώντας πως έτσι θα κάνει χαβαλέ αντί να πληρώσει τον λογαριασµό. Λίγο πριν από τις εκλογές φυσικά θα αµολήσει τις ακροδεξιές ύαινες, για να πολώσει το παραδοσιακό δεξιό κοινό του µε µια εφεύρεση «αλά συµφωνία των Πρεσπών».

ΔΗΜΟΦΙΛΗ