Πανάκριβες θα είναι οι φετινές γιορτές των Χριστουγέννων, καθώς έχει ξεκινήσει ήδη ένα νέο κύμα ανατιμήσεων σε βασικά είδη διατροφής.
Το κύμα αυτό, πλησιάζοντας και τις ημέρες των εορτών, αναμένεται να «πνίξει» το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το οποίο θα είναι σαφώς ακριβότερο από πέρυσι.
Ήδη όποιος έχει ρίξει μια ματιά στις τιμές των χριστουγεννιάτικων γλυκών, νιώθει να του…κόβεται η όρεξη, καθώς οι αυξήσεις σε σχέση με πέρυσι θα αγγίξουν ακόμα και το 15-20% όσο πλησιάζουμε στις γιορτές!
Τα μελομακάρονα για παράδειγμα, πέρυσι ξεκινούσαν να πωλούνται από 10 ευρώ το κιλό, ενώ φέτος η τιμή εκκίνησης είναι τα 11 ευρώ.
Οι κουραμπιέδες το 2021 ξεκινούσαν από τα 12 ευρώ το κιλό, ενώ φέτος δεν θα τους βρουν οι καταναλωτές κάτω από 13 ευρώ.
«Έχουμε 30% αύξηση στις πρώτες ύλες και 300% αύξηση στο ρεύμα», είπε χαρακτηριστικά στο Open μια ιδιοκτήτρια ζαχαροπλαστείου, σχολιάζοντας τις αλματώδεις αυξήσεις στα προϊόντα.
Παρόμοια, όμως, είναι η εικόνα και στην αγορά των κρεάτων, παρότι ακόμα δεν έχει καθοριστεί η τιμή της γαλοπούλας, η οποία μαζί με το χοιρινό μονοπωλούν τις προτιμήσεις των καταναλωτών. Συνεπώς δεν υπάρχει ούτε ζήτηση αυτή την περίοδο, αλλά ούτε και παραγγελίες, όπως λένε άνθρωποι της αγοράς.
Τέλος, ανατιμήσεις θα υπάρξουν σίγουρα και στα οπωροκηπευτικά, ειδικά τις ημέρες πριν τα Χριστούγεννα.
Η ακρίβεια δεν δείχνει κανένα έλεος, μιας και δεν υπάρχει και κανείς να την ανακόψει, καθώς η Κυβέρνηση αρκείται και αρέσκεται σε επικοινωνιακά σόου και δηλώσεις καφενειακού επιπέδου.
«Οι επόμενοι 2-3 μήνες θα είναι πολύ δύσκολοι» – «Δεν υπάρχει σχέδιο»
Για την κατάσταση στη χώρα μας αναλύοντας τις προοπτικές και τις συνέπειες της ακρίβειας, αλλά και τον κίνδυνο της επισιτιστικής κρίσης και εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου, μίλησε στο Euronews ο Δημήτρης Κουρέτας, καθηγητής φυσιολογίας ζωικών οργανισμών στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, οι νέες ανατιμήσεις είναι αναπόφευκτες στα τρόφιμα, τα οποία έχουν γίνει απλησίαστα (κάποια εξ αυτών τουλάχιστον), για μεγάλη μερίδα καταναλωτών.
Το κακό είναι πως δεν υπάρχει… φως στο τούνελ. Εξηγεί συνοπτικά κ.Κουρέτας το πώς φτάσαμε ως εδώ και πώς φτάσαμε να μιλάμε για επισιτιστική κρίση:
«Το πρόβλημα υπήρχε εδώ και αρκετά χρόνια, ωστόσο τώρα έχει οξυνθεί λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Αυτή τη στιγμή σε όλη τη γη, σε ποσοστό άνω του 50% των καλλιεργούμενων εκτάσεων, καλλιεργούνται μόνο τέσσερα προϊόντα: σόγια, σιτάρι, καλαμπόκι και ρύζι. Έχουν εκτοπίσει όλες τις τοπικές γαστρονομίες και διατροφικές συνήθειες, με αποτέλεσμα μία τεράστια στρέβλωση. Τα αποτελέσματα τα βλέπουμε ήδη, αλλά κάποια θα τα δούμε και το επόμενο διάστημα».
Ο καθηγητής δεν είναι αισιόδοξος για το τι μέλλει γενέσθαι στην Ελλάδα (αλλά ούτε και για την Ευρώπη), καθώς, όπως λέει, δεν υπάρχει σχέδιο:
«Οι παραγωγοί αρχίζουν και σφάζουν τα ζώα γιατί δεν μπορούν να τα ταΐσουν. Αυτό θα δημιουργήσει ελλείψεις, που θα πρέπει να καλυφθούν με εισαγωγές από άλλες χώρες. Δεν ξέρουμε πώς ακριβώς θα επηρεαστεί όλη η αλυσίδα, αλλά σίγουρα θα υπάρξουν ελλείψεις και ανατιμήσεις. Οι επόμενοι δύο- τρεις μήνες θα είναι πολύ δύσκολοι και για την Ελλάδα και για το σύνολο της Ευρώπης και δεν υπάρχει τρόπος αυτό να αναστραφεί τώρα. Θα μπορούσε να υπάρχει σχετικό σχέδιο, αλλά δεν υπάρχει».
Εστιάζοντας περισσότερο στη χώρα μας, ο Δημήτρης Κουρέτας επεσήμανε στο Euronews ότι η λύση θα ήταν να επιστρέψουμε στην αγροδιατροφική αυτάρκεια, καθώς τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα, δεν θα εξαλειφθούν:
«Οι χώρες πρέπει να μελετήσουν ποιες πολιτικές θα ακολουθήσουν για να εξασφαλίσουν τη διατροφική τους αυτάρκεια. Στην Ελλάδα μας λείπει κατά 50% το αγελαδινό γάλα, το χοιρινό και αγελαδινό κρέας, αλλά και το μαλακό σιτάρι και αυτό πρέπει να μας κινητοποιήσει για να αποφασίσουμε πώς θα κινηθούμε τα επόμενα χρόνια. Γιατί θεωρώ ότι τα σημερινά προβλήματα δε θα εξαλειφθούν, θα παραμείνουν και θα δημιουργήσουν ένα νέο πλαίσιο στο παγκόσμιο αγροδιατροφικό περιβάλλον».