Γραφει ο Γιώργος Βενετσανος
Μια απόδραση από την Αθήνα πάντα ξεκουράζει τον νου, ειδικά αν είναι με καλή παρέα και σε κοντινή απόσταση, τότε φαντάζει ιδανική. Πάμε λοιπόν στη γειτονική μας Βοιωτία, έναν τόπο κοντινό που νομίζουμε ότι τον γνωρίζουμε, παράλληλα όμως και τόσο άγνωστο. Μπροστά μας έχουμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε την ιστορία του, τον πολιτισμό του και να βρεθούμε κοντά σε πηγές, λίμνες, ποτάμια, βλέποντας από κοντά την χλωρίδα και την πανίδα τους.
Ας ξεκινήσουμε πρώτα με την Βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Την πρωτεύουσα την έχουμε αφήσει αρκετή ώρα πίσω μας, όπως και την μεγάλη ευθεία του βοιωτικού κάμπου, που δεν είναι άλλος από την Κωπαΐδα, η οποία στην προϊστορική εποχή αποτελούσε τη μεγαλύτερη λίμνη της Ελλάδας και είχε σχηματιστεί από τα νερά του Βοιωτικού Κηφισού, που ήταν ο κύριος τροφοδότης της. Στο ύψος του χώρου στάθμευσης της Θήβας, αφήνουμε την Εθνική Οδό μπαίνοντας στον επαρχιακό δρόμο για το χωριό Ύπατο, το διασχίζουμε φτάνοντας στο σημείο που είναι η εκκλησία κοίμηση της Θεοτόκου, από εδώ ξεκινάει μια ανηφόρα που μας οδηγεί στο οροπέδιο που ονομάζεται Σάγματα και στην αντίστοιχη μονή.
Φτάνοντας βρισκόμαστε σε ύψος 740 μέτρων και αντικρίζουμε ένα πλάτωμα, που είναι στολισμένο με πληθώρα δέντρων, μεταξύ αυτών και βελανιδιές που τα έχουν τα χρονάκια τους.
Στην άκρη αυτού του οροπεδίου η θέα είναι εντυπωσιακή, μιας και από αυτό το σημείο με καθαρό καιρό έχουμε στο πιάτο το σύνολο σχεδόν του βοιωτικού κάμπου, τις κορφές του Παρνασσού, του Ελικώνα, ενώ διακρίνεται και ένα μεγάλο μέρος από την Υλίκη.
Σε αυτό το πραγματικά όμορφο σημείο βρίσκεται και η φρουριακής μορφής βυζαντινή Ιερά Μονή Σαγματά, κτισμένη τον 12ο αιώνα, από τον Όσιο Κλήμη τον Αθηναίο, που μαζί με τους συνασκητές του οργάνωσε τη μοναστική κοινότητα, η οποία είχε την εύνοια του αυτοκράτορα Αλέξιο Α΄ Κομνηνού (1081-1118). Εδώ μια μικρή παρένθεση γιατί υπάρχει και σημαντική αρχαία ιστορία του τόπου. Το μοναστήρι έχει κατασκευαστεί πάνω από το σημείο στο οποίο κατά την αρχαιότητα υπήρχε ο ναός του Υπάτου Διός. Όπως αναφέρεται σε αρχαία κείμενα, ο ναός του Υπάτου Διός ήταν μεγαλοπρεπής, ενώ στο εσωτερικό του υπήρχε το επιβλητικό άγαλμα του θεού, οι δε διαστάσεις του ήταν τόσο μεγάλες που γινόταν αντιληπτός από μεγάλη απόσταση. Ο Δίας Ύπατος είναι μια διαφορετική υπόσταση, από τον Δια Ολύμπιο. Είναι ο θεός του Ουρανού, των κορυφών, του βουνού. Είναι ο θεός ο οποίος είναι ψηλότερα από όλους τους άλλους και στην πραγματικότητα στην αντίληψη των αρχαίων είναι ο μοναδικός θεός. Είναι ο θεός παντοκράτωρ, ο οποίος χρησιμοποιεί ως αγγελιαφόρους του για να μεταφέρει τα θεϊκά του μηνύματα τους αετούς, για αυτό και στα περισσότερα ιερά υπήρχαν αφιερώματα από μαρμάρινους αετούς.
Κλείσιμο της παρένθεσης και επιστροφή στα του Βυζαντίου και της Ιεράς Μονής Σαγματά. Αλήθεια δεν είναι παράξενη ονομασία; Για να δούμε που μπορεί να οφείλεται. Λένε για δυο εκδοχές, η μια είναι αυτή που λέει ότι δόθηκε επειδή το βουνού μοιάζει σαν σάγμα (σαμάρι), ή δε άλλη στο γεγονός ότι οι μοναχοί της ασκούσαν στο παρελθόν το επάγγελμα του σαγματοποιού, διαλέγεται ή υιοθετείται και τις δυο απόψεις.
Η μονή υπήρξε για αιώνες το πνευματικό κέντρο της περιοχής, όμως τον 19ο αιώνα έπεσε σε παρακμή. Η επιστροφή της γίνεται την δεκαετία του 1970, αφού πρώτα ανακαινίστηκε και ανανεώθηκε, σήμερα είναι μια ακμάζουσα ανδρική μονή.
Εξαιρετικής τέχνης ψηφιδωτό υπάρχει στο καθολικό του μοναστηριού, κατασκευασμένο από λεπτές πολύχρωμες ψηφίδες, που απεικονίζουν το φυτικό και ζωικό βασίλειο, καθώς και διαφόρων τύπων γεωμετρικά σχήματα.
Τελειώνοντας την επίσκεψη στην μονή επιστρέφουμε προς το χωριό Ύπατο, από εκεί εάν επιθυμούμε να επισκεφτούμε την Υλίκη, ακολουθούμε τον επαρχιακό δρόμο που καταλήγει στο χωριό Μουρίκι. Από εδώ η πρόσβαση στις όχθες της λίμνης είναι πολύ εύκολη.
Η λίμνη Υλίκη την εποχή των ομηρικών ετών λέγονταν Κηφισσίδα, ενώ την σημερινή της ονομασία την οφείλει στην αρχαία πόλη Υλη ή Υλαι, η οποία βρισκόταν σε κοντινό ύψωμα, που ίσως ταυτίζεται με το σημερινό Πτώο όρος. Αν είμαστε άτομα που τους αρέσει να γνωρίζουν μέρη άγνωστα, τότε από το Μουρίκι, παίρνουμε τον επαρχιακό δρόμο που βγάζει στην Χαλκίδα, στα 2,5 km θα συναντήσουμε την λίμνη Παραλίμνη, που σύμφωνα με τον αρχαίο γεωγράφο και ιστορικό Στράβωνα δεν είναι άλλη από τη αρχαία λίμνη Τρεφία. Στην περιοχή έχουν βρεθεί τμήματα Ακρόπολης, θαλαμοειδών και κιβωτιόσχημων τάφων της γεωμετρικής, της αρχαϊκής,και της εποχής του χαλκού.
Παραλίμνη
Οι όχθες της λίμνης καλύπτονται από πλούσιους καλαμιώνες, που δίνουν καταφύγιο και τροφή σε δεκάδες είδη πουλιών. Αν την επισκεφθούμε την εποχή που ανθίζουν τα νούφαρα της λίμνης, που εδώ καλύπτουν μια μεγάλη έκταση, θα βιώσουμε ένα παραμυθένιο σκηνικό σε έναν από τους ελάχιστους μεσόγειους υγρότοπους που απομείναν στη νότια Ελλάδα. Δυστυχώς αυτός ο παράδεισος που είναι ενταγμένος στο δίκτυο Natura 2000 (με Υλίκη και Βοιωτικό Κηφισό) παραμένει ανεκμετάλλευτος, κάλλιστα θα μπορούσε να γίνει τόπος για διάφορες ήπιες, εναλλακτικές και υπαίθριες δραστηριότητες, για τους πολίτες της ευρύτερης περιοχής και όχι μόνο.
Αφού εξερευνήσαμε την δεξιά πλευρά της εθνικής οδού, ας μεταπηδήσουμε στην αριστερή της μπαίνοντας στην παλαιά εθνική με κατεύθυνση προς την Λιβαδειά. Στο ύψος του Αλίαρτου αναζητούμε την ταμπέλα που γράφει Άσκρη και αρχίζουμε να ανεβαίνουμε τις πλαγιές του βουνού Ζαγαρά. Ο δρόμος μας φέρνει στην Άσκρη, χωριό του μεγάλου επικού ποιητή της αρχαιότητας του Ησίοδου. Η Άσκρη μέχρι να αποκτήσει το σημερινό της όνομα που ταυτίζεται με το αρχαίο, είχε τρία διαφορετικά ονόματα: Παλαιοπαναγιά (1953), Παναγία (1970), Ασκραία (1973). Στην αρχαιότητα ήταν Βοιωτική πόλη χτισμένη στις νότιες πλαγιές του Ελικώνα, στην κοιλάδα των μουσών. Ο περιηγητής και γεωγράφος, Παυσανίας μας μεταφέρει έναν μύθο σύμφωνα με τον οποίο η Άσκρη χτίστηκε από τους Αλωάδες, μυθικά πρόσωπα, απόγονοι του θεού Ποσειδώνα. Εδώ διδάχθηκε την τέχνη της μουσικής και του τραγουδιού από τις Ελικωνιάδες Μούσες, ο ποιητής και πατέρας του διδακτικού έπους Ησίοδος.
Σε αυτά τα όρη και τις κοιλάδες της Βοιωτίας οι αρχαίοι κάτοικοι τους λάτρευαν τις τέχνες σαν ύψιστο αγαθό, πράγμα που αποδεικνύεται και από τις αρχαιολογικές ανασκαφές που έγιναν στην περιοχή το 1890, όπου βρέθηκαν τα εννέα βάθρα των αγαλμάτων των Μουσών, το θέατρο, ιερό, βωμός και στοά. Εδώ κάθε πέντε χρόνια έκαναν μουσικούς και ποιητικούς αγώνες προς τιμήν των προστάτιδων θεών τους, με συμμετοχή ποιητών και μουσικών από όλη την Ελλάδα. Η Κοιλάδα των Μουσών σήμερα αποτελεί σημείο αναφοράς για τον πολιτισμό της περιοχής, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, όταν λαμβάνουν χώρα ποικίλες πολιτιστικές εκδηλώσεις, όπως θεατρικές παραστάσεις και μουσικές βραδιές υπό το φως των άστρων. Στην περιοχή της Άσκρης επίσης υπάρχουν:
α) Η θέση «Λίμνη Μουσών», βόρεια του οικισμού, με μια μικρή λίμνη και πάρκο αναψυχής. β) Ο ναός Κοίμησης της Θεοτόκου, τον βρίσκουμε στο κέντρο του χωριού, χτίστηκε το 1876, βασιλικού ρυθμού και με πολύ καλή αγιογράφηση. γ) Ο φράγκικος μεσαιωνικός πύργος, στη δυτική έξοδο του οικισμού. Πιθανό να χτίστηκε κάποια στιγμή τον 13ο ή τον 14ο αιώνα. Η βάση του πύργου έχει διαστάσεις 8,7 x 8,7μ. και το ανώτερο σωζόμενο ύψος του είναι 7 μέτρα. δ) Η ακρόπολη της αρχαίας Άκρης. Σώζονται ερείπια πύργου κτισμένου από τους Θεσπιείς, λίγο πριν τη μάχη των Λεύκτρων, για τον έλεγχο των διόδων της περιοχής. Περιμετρικά του πύργου σώζεται παλαιότερος περίβολος. Στο νότιο τμήμα του λόφου της ακρόπολης, βρίσκεται το ιερό της Ήρας Ασκραίας και το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου.
Καταρράκτης ΠέτραςΚαλά όλα αυτά, αλλά καλός και ο κόσμος της φύσης του οποίου είμαστε μέρος, θα είναι λάθος λοιπόν να μην επισκεφθούμε έναν καταρράκτη που θεωρείται από τους πιο όμορφους της Νότιας Ελλάδας. Για να τον βρούμε επιστρέφουμε στην Αλίαρτο και συνεχίζουμε προς το χωριό Πέτρα, από εκεί έχει δρόμο που ξεκινά μετά το χωριό και φτάνει μέχρι τον καταρράκτη, είναι μια απόσταση 1600μ. άλλα αξίζει τον κόπο.
Αφού απολαύσαμε τα θαύματα της φύσης, συνεχίζουμε προς Λιβαδειά, στην διασταύρωση προς Κάστρο ακολουθούμε τις ταμπέλες για Χαιρώνεια. Εδώ, θα θαυμάσουμε τον μαρμάρινο λέοντα, μνημείο που στήθηκε από τον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο μετά την μάχη της Χαιρώνειας σε ανάμνηση της νίκης του εναντίων των θηβαίων το 338 π χ. Στο σημερινό χωριό με την ιστορική αίγλη, υπάρχει και ένα αξιοσημείωτο αρχαιολογικό μουσείο, με σημαντικά εκθέματα τα οποία περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων, γλυπτά από τη Λιβαδειά και τη Χαιρώνεια, κεραμική από προϊστορικές και ιστορικές θέσεις στην περιοχή της Χαιρώνειας, την Ελάτεια, τον Ορχομενό, την Αντίκυρα, τμήματα τοιχογραφιών των μυκηναϊκών χρόνων από τον Ορχομενό, καθώς και νομίσματα και όπλα από τον τύμβο των Μακεδόνων και το πολυάνδριο των Θηβαίων στη Χαιρώνεια.
Αφού τελειώσουμε την επίσκεψη μας εδώ, επιστρέφουμε προς τα πίσω ακολουθώντας τώρα τις σημάνσεις για Ορχομενό, τον οποίο συναντάμε μετά από περίπου 9km. Η περιοχή του Ορχομενού κατοικήθηκε χωρίς χρονικά κενά από τη νεολιθική εποχή, πολλοί και πανάρχαιοι είναι οι μύθοι συνοδεύουν αυτόν τον τόπο, ένας από αυτούς είναι η γνωστή μας Αργοναυτική εκστρατεία, που αποδείχτηκε ότι δεν ήταν άλλο παρά η μακρινή ανάμνηση της εξερεύνησης της Μαύρης Θάλασσας από τους Μινύες του Ορχομενού. Από εδώ λοιπών ξεκίνησε η Ελληνική φυλή για να εξαπλωθεί στα Μικρασιατικά παράλια, όπου με σπέρματα του Ορχομένιου πολιτισμού καλλιεργήθηκε ο Μικρασιατικός, που κι αυτός με τη σειρά του έδωσε τα στοιχεία για τον μεγάλη εποχή του κλασικού Ελληνικού πολιτισμού. Κάτοψη και τοίχοι οχυρού Γλά
Στους ευρηματικούς Μινύες αποδίδεται η αποξήρανση της λίμνης Κωπαΐδας, μέσω ενός συστήματος αρδευτικών έργων που ακόμη και σήμερα εντυπωσιάζει με την αρτιότητα της κατασκευής του, τα έργα του οποίου προστάτευε το οχυρό του Γλά. Ο Ορχομενός υπήρξε βασίλειο του περίφημου βασιλιά Μινύου, γενάρχη του έθνους των Μινύων, που άκμασε κυρίως κατά τον 17ο με 16ο αιώνα π.χ. και του οποίου ο θολωτός τάφος αναφέρεται από τον Παυσανία και θεωρείται εφάμιλλος
Ο θολωτός τάφος του Μινύου, εξωτερική και εσωτερική όψη και το αρχαίο θέατρο
με τον θολωτό τάφο του Ατρέως στις Μυκήνες, σήμερα είναι γνωστός και ως «Θησαυρός του Μινύου». Στον ίδιο χώρο βρίσκονται, το αρχαίο θέατρο και ο βυζαντινός ναός της Παναγίας της Σκριπούς ή Ναός Κοίμησης της Θεοτόκου, το αρχαιότερο βυζαντινό μνημείο της Βοιωτίας και ένα από τα σπουδαιότερα της Ελλάδας. Με την σημερινή περίπου μορφή της κτίστηκε το 873 ή 874 μ.Χ. πιθανόν ως ταφικό μνημείο του Λέοντα, πρωτοσπαθάριου της ανακτορικής φρουράς του βυζαντινού αυτοκράτορα.
Στο σημείο όμως αυτό αναφέρει ο Παυσανίας (2ος αιώνας μ.Χ.) ότι στην περιοχή υπήρχαν 2 ιερά, των Χαρίτων και του Διονύσου τα οποία ακόμη δεν έχουν βρεθεί. Το πιθανότερο είναι να βρισκόντουσαν στην θέση του σημερινού ναού, του οποίου αν προσέξουμε την τοιχοποιία του, θα δούμε εντοιχισμένα αρχαία ανάγλυφα, βάσεις αγαλμάτων, και κίονες.
Εδώ προσέξαμε ότι γίνονται εκτεταμένες εργασίες και σε ερώτηση μας στον αρχαιοφύλακα, μας απάντησε ότι έχει ξεκινήσει η διαδικασία για να την δημιουργία Αρχαιολογικού Πάρκου, που σύμφωνα με πληροφορίες θα περιλαμβάνει: αρχαίο θέατρο, μυκηναϊκό τάφο, βυζαντινό ναό της Παναγίας της Σκριπούς, πηγές των Χαρίτων και την ακρόπολη στο όρος Ακόντιο ως ένα ενιαίο σύνολο. Ειλικρινά ευχόμαστε να γίνει σύντομα, γιατί εκτός από τουριστικός πόλος έλξης για την περιοχή, αποτελεί και ένα σημαντικό εγχείρημα για την ιστορία της, που πλέον θα εκτυλίσσεται απρόσκοπτα στους επισκέπτες.
Τελευταίο και καλύτερο, προς τέρψιν οφθαλμών και γεύσης αφήσαμε τις πηγές των Χαρίτων ή Ακιδάλεια πηγή της Αφροδίτης. Γάργαρα νερά, δημοτικό αναψυκτήριο και ιχθυοτροφεία κόκκινης πέστροφας, δημιουργούν ένα ονειρικό σκηνικό, ιδανικό για ανακούφιση από όσους ζουν και εργάζονται σε μια μεγαλούπολη ή σε επισκέπτες από Ελλάδα και εξωτερικό. Όσοι επιχειρήσουν το σύνολο ή τμήμα αυτής της εκδρομής, να είναι απολύτως βέβαιοι ότι θα αποζημιωθούν και με το παραπάνω. Είναι τέτοια η ελληνική φύση, τα μνημεία της και η γαστρονομία της, που δεν αφήνει αμφιβολία για το αντίθετο.