Ο Κλοντ Λεβί-Στρος ή Κλωντ Λεβί-Στρως (28 Νοεμβρίου 1908 – 30 Οκτωβρίου 2009) ήταν Γάλλος ανθρωπολόγος και ένας από τους μεγαλύτερους διανοητές του 20ού αιώνα, πρωτοπόρος του δομισμού (στρουκτουραλισμού) ως μεθόδου κατανόησης της ανθρώπινης κοινωνίας και πολιτισμού.
Φωτογραφία: By UNESCO/Michel Ravassard – Transferred from en.wikipedia, CC BY 3.0, https://commons.wikimedia.org/w/index.php?curid=8496339
Γεννήθηκε στις Βρυξέλλες και σπούδασε Νομική και Φιλοσοφία στη Σορβόνη του Παρισιού. Μετά από λίγα χρόνια διδασκαλίας στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 1935 έγινε μέλος μιας γαλλικής πολιτιστικής αποστολής στην Βραζιλία, χάρη στην οποία δίδαξε ως επισκέπτης καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο.
Ο Λεβί-Στρος έζησε στη Βραζιλία από το 1935 έως το 1939. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου διεξήγαγε και την πρώτη του εθνογραφική έρευνα με αποστολές στο Μάτο Γκρόσο και τα δάση του Αμαζονίου. Μελέτησε κατ’ αρχήν τους Γκουαϊκούρου και τους Μπορόρο αυτόχθονες, ζώντας ανάμεσά τους για κάποιο χρονικό διάστημα. Μετά από αρκετά χρόνια επέστρεψε στην περιοχή σε μια μακρόχρονη αποστολή, προκειμένου να μελετήσει τις κοινωνίες των Ναμπικουαρά και των Τούπι Καγουαχίμπ.
Επέστρεψε στη Γαλλία το 1939 για να λάβει μέρος στον πόλεμο, αλλά μετά την γαλλική παράδοση στους Γερμανούς και όντας Εβραίος, ο Λεβί Στρος έφυγε από τη Γαλλία για την Νότια Αμερική με περιπετειώδη τρόπο, με τελικό προορισμό την Νέα Υόρκη. Εκεί, όπως και άλλοι εμιγκρέδες διανοητές, δίδαξε στη Νέα Σχολή για την Κοινωνική Έρευνα. Μαζί με τους Ζακ Μαριταίν, Ανρί Φοκιγιόν και Ρομάν Γιάκομπσον, υπήρξε ιδρυτικό μέλος της École Libre des Hautes Études, ένα είδος πανεπιστημίου στην εξορία για τους Γάλλους ακαδημαϊκούς.
Τα χρόνια του πολέμου στην Νέα Υόρκη ήταν σημαντικά για τον Λεβί Στρος με αρκετούς τρόπους. Η σχέση του με τον Ρώσο Γιάκομπσον βοήθησε στη διαμόρφωση του θεωρητικού περιβλήματος του δομισμού. Επιπλέον, μελέτησε τις απόψεις του Αμερικανού ανθρωπολόγου Φραντς Μποάς, που δίδασκε στο πανεπιστήμιο της Κολούμπια. Τούτο έδωσε στο πρώιμο έργο του μια διακριτή αμερικανική χροιά, που ουσιαστικά διευκόλυνε και την αποδοχή του από το αμερικανικό ακαδημαϊκό περιβάλλον.
Μετά από μια σύντομη διπλωματική καριέρα ως πολιτισμικός ακόλουθος της γαλλικής πρεσβείας στην Ουάσινγκτον, ο Λεβί Στρος επέστρεψε στο Παρίσι το 1948. Τότε έλαβε και το διδακτορικό του από την Σορβόνη, υποβάλλοντας κατά παράδοση μια μείζονα και μια ελάσσονα διατριβή. Η πρώτη είχε θέμα την Οικογένεια και κοινωνική ζωή των Ινδιάνων Ναμπικουαρά και η δεύτερη τις Στοιχειώδεις δομές της Συγγένειας.
Το Στοιχειώδεις δομές της Συγγένειας εκδόθηκε τον επόμενο χρόνο και θεωρήθηκε σύντομα ένα από τα σημαντικότερα έργα πάνω στην συγγένεια από την ανθρωπολογική της άποψη. Το έργο έτυχε ευνοϊκής κριτικής και από την Σιμόν ντε Μποβουάρ, που το είδε ως σημαντική αναφορά για τη θέση των γυναικών στους μη δυτικούς πολιτισμούς. Αντλώντας την έμπνευση από τον τίτλο του έργου του Εμίλ Ντιρκάιμ Στοιχειώδεις μορφές της θρησκευτικής ζωής, οι Στοιχειώδεις δομές επανεξέταζαν τους τρόπους οργάνωσης της οικογένειας, διερευνώντας τις βασικές δομές των σχέσεων, παρά των περιεχομένων τους.
Ενώ Βρετανοί ανθρωπολόγοι όπως ο Άλφρεντ Ρέτζιναλντ Ράντκλιφ-Μπράουν θεωρούσαν ότι η συγγένεια βασίζεται στην καταγωγή από κάποιον κοινό πρόγονο, ο Λεβί-Στρος υποστήριξε ότι η συγγένεια βασιζόταν στη σχέση (συμμαχία) που διαμορφωνόταν ανάμεσα σε δύο οικογένειες, όταν γυναίκες από τη μία οικογένεια παντρεύονταν άνδρες από την άλλη.
Επιστρέφοντας στη Γαλλία ενεπλάκη στη διεύθυνση της CNRS και του Ανθρωπολογικού Μουσείου, πριν αναλάβει τελικά την έδρα της Θρησκειολογίας στην École Pratique des Hautes Études, την οποία κατείχε προηγουμένως ο Μαρσέλ Μος, την οποία μετονόμασε σε «Συγκριτική Θρησκειολογία των μη εγγράμματων λαών» (με την έννοια της προφορικής και όχι της γραπτής παράδοσης). Αν και γνωστός στους ακαδημαϊκούς κύκλους, το 1955 έγινε γνωστός στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό εκδίδοντας το Θλιβεροί Τροπικοί, μια ταξιδιωτική μυθιστορία της εμπειρίας του ως εξόριστου, σε ύφος πρόζας, με φιλοσοφικούς στοχασμούς και εθνογραφικές αναλύσεις για τους λαούς του Αμαζονίου.
O Λεβί-Στρος ανέλαβε την έδρα της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Γαλλικό Κολλέγιο το 1959. Την ίδια εποχή εξέδωσε το Δομική Ανθρωπολογία, μια συλλογή των δοκιμίων του με παραδείγματα και προγραμματικές αναφορές στον δομισμό. Ταυτόχρονα, εφαρμόζοντας το πρόγραμμά του, ξεκίνησε μια προσπάθειας ίδρυσης οργανισμών για τη θεμελίωση και εξάπλωση της ανθρωπολογίας ως γνωστικού αντικειμένου στη Γαλλία. Ανάμεσά του διακρίνονται το Εργαστήριο Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και η περιοδική έκδοση Άνθρωπος, στην οποία εξέδιδε τα αποτελέσματα των ερευνών του.
Το 1962 ο Λεβί-Στρος δημοσίευσε αυτό που για τους περισσότερους θεωρείται το σημαντικότερο έργο του, το Άγρια Σκέψη. Το βιβλίο αφορά στην πρωτόγονη σκέψη, σε μορφές σκέψης που όλοι χρησιμοποιούμε. Στο πρώτο μισό του έργου ο συγγραφέας εκθέτει τη θεωρία του για τον πολιτισμό και τον νου, ενώ στο δεύτερο ασχολείται με την θεωρία της ιστορίας και της κοινωνικής αλλαγής. Οι απόψεις που εκθέτει εδώ τον οδήγησαν σε μια έντονη αντιπαράθεση με τον Ζαν-Πολ Σαρτρ για την φύση της ανθρώπινης ελευθερίας.
Ολοκληρώνοντας το έργο του Mythologiques το 1971, ο Λεβί-Στρος εκλέχθηκε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1973, ύψιστη τιμή της Γαλλίας για έναν διανοούμενο. Είναι επίσης μέλος άλλων σημαντικών Ακαδημιών ανά τον κόσμο, (ανάμεσά τους η Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Γραμμάτων. Έλαβε επίσης το Βραβείο Έρασμος το 1973. Το 2003 έλαβε το Βραβείο Μάιστερ Έκχαρτ για την Φιλοσοφία. Επίσης έχει ανακηρυχθεί επίτιμος διδάκτωρ στην Οξφόρδη, το Χάρβαρντ και το Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Επίσης, του απενεμήθη ο Μεγαλόσταυρος της Λεγεώνας της Τιμής.
Αν και αποσύρθηκε, περιστασιακά συνέχισε να εκδίδει στοχασμούς για την τέχνη, τη μουσική και την ποίηση, απομνημονεύματα των πρώιμων περιόδων της ζωής του και να δίνει συνεντεύξεις.