Συνέβη στις 29 Οκτωβρίου 1959, όταν το αεροπλάνο που εκτελούσε το απογευματινό δρομολόγιο της νεοσύστατης Ολυμπιακής Αεροπορίας από την Αθήνα προς τη Θεσσαλονίκη κατέπεσε λίγο μετά την απογείωσή του από το αεροδρόμιο του Ελληνικού, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους και οι 18 επιβαίνοντες.
Το αεροπλάνο, ελικοφόρο τύπου DC-3 (Ντακότα), με κυβερνήτη τον απόστρατο σμήναρχο της Πολεμικής Αεροπορίας Αναστάσιο Καλοβυρνά, απογειώθηκε από το αεροδρόμιο του Ελληνικού στις 17:10, με δεκάλεπτη καθυστέρηση. Εκτελούσε την πτήση 214 προς Θεσσαλονίκη, με τριμελές πλήρωμα και 15 επιβάτες, από τους οποίους δύο ήταν Αυστριακοί.
Δύο λεπτά μετά την απογείωση, ο κυβερνήτης του ανέφερε δια του ραδιοτηλεφώνου στον πύργο ελέγχου ότι η πτήση «έχει καλώς». Σύμφωνα με τους τότε κανονισμούς πτήσης, ο κυβερνήτης είχε την υποχρέωση μέχρι τις 17:25 να έλθει σε επαφή με το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Τανάγρας και να ενημερώσει για την πορεία του.
Η επαφή δεν έγινε μέχρι την προκαθορισμένη ώρα, αλλά ο αρμόδιος αξιωματικός της Τανάγρας δεν ανησύχησε, καθώς υπέθεσε ότι η καθυστέρηση οφειλόταν στην αντίστοιχη καθυστέρηση της απογείωσης του αεροπλάνου. Όταν, όμως, πέρασε και η 6η απογευματινή χωρίς να ληφθεί σήμα από τη Ντακότα, σήμανε συναγερμός.
Η αρμόδια υπηρεσία της Ολυμπιακής Αεροπορίας μάταια προσπαθούσε να έλθει σε επαφή με το αεροπλάνο. Τα άσχημα μαντάτα δεν άργησαν να έλθουν. Ένας βοσκός είδε ένα αεροπλάνο να πέφτει φλεγόμενο μεταξύ Αυλώνα (Κακοσάλεσι παλαιότερα) και Μαλακάσας και ειδοποίησε τη Χωροφυλακή κι αυτή με τη σειρά της τους αρμοδίους.
Οι άνδρες της τοπικής Χωροφυλακής που μετέβησαν πρώτοι στην περιοχή του δυστυχήματος βρέθηκαν μπροστά σ’ ένα φριχτό θέαμα. Τα πτώματα των επιβαινόντων είχαν διαμελισθεί και απανθρακωθεί σε τέτοιο σημείο, που ήταν αδύνατο να αναγνωρισθούν. Ακολούθησαν οι εμπειρογνώμονες, οι οποίοι διαπίστωσαν ότι ένα από τα φτερά του αεροπλάνου είχε αποκοπεί και ότι βρισκόταν σε απόσταση 4 χιλιομέτρων από την άτρακτο του αεροπλάνου.
Από την πρώτη στιγμή υπήρχαν αντιφατικές εκτιμήσεις για τα αίτια του δυστυχήματος. Η κυβέρνηση Καραμανλή επικαλέστηκε τις άσχημες καιρικές συνθήκες, ενώ η Ένωση Ιπταμένων Πολιτικής Αεροπορίας θεώρησε υπεύθυνη την ιδιοκτησία της Ολυμπιακής Αεροπορίας, δηλαδή τον Αριστοτέλη Ωνάση, για ελλιπή συντήρηση των αεροσκαφών και την υπεραπασχόληση του ιπτάμενου προσωπικού.
Το επίσημο πόρισμα, που εκδόθηκε αρκετούς μήνες αργότερα, έδειξε ως βασικό αίτιο του δυστυχήματος τη βλάβη του κινητήρα κατά τη διάρκεια της απογείωσης.