Πενήντα ή εξήντα ανάπηροι, με τα πόδια ή τα χέρια κομμένα, άλλοι με τα καροτσάκια των και άλλοι με τις πατερίτσες των, ενεφανίσθησαν εμπρός εις το Μνημείον του Αγνώστου Στρατιώτου. Οι καραμπινιέροι, οι οποίοι εφρουρούσαν ακόμη εκεί, απεπειράθησαν εις την αρχήν να τους εμποδίσουν.
Αλλ’ ήτο τόσον επιτακτική και περιφρονητική η χειρονομία, με την οποίαν οι επικεφαλής ανάπηροι τους διέταξαν -ναι, τους διέταξαν!- να παραμερίσουν, ώστε υπεχώρησαν και τους άφησαν να περάσουν. Οι ανάπηροι εσχημάτισαν ημικύκλιον γύρω από το Μνημείον και τρεις επροχώρησαν διά να καταθέσουν ένα απέριττον δάφνινον στέφανον. Ο ένας εκ των τριών αναπήρων, που μόλις κατώρθωνε να βαδίση με τα «ξυλοπόδαρά» του, εστάθη εις προσοχήν και είπε:
«Νεκροί ήρωες, αδέλφια μας,
Έχουμε πολλά να σας πούμε. Αλλά καταλαβαίνετε ότι, με τις σημερινές συνθήκες, αυτά που θέλουμε να σας πούμε δεν μπορούμε να τα πούμε δυνατά. Εσείς, όμως, δεν έχετε ανάγκη από φωνές και λόγια για να μας καταλάβετε… Ακούστε τι έχουμε να σας πούμε:…»
Εδώ εσώπασε διά δύο λεπτά. Και μία νεκρική σιγή επεκράτησε κατά την συνταρακτικήν αυτήν σκηνήν.
Έπειτα, κατέληξεν απλά:
«Τώρα, σας είπαμε ό,τι θέλαμε να μάθετε.
Είμαστε βέβαιοι, ότι μας νοιώσατε».
Ποτέ άλλοτε δεν ελέχθησαν ωραιότερα λόγια ενώπιον του Εθνικού Μνημείου, από εκείνα που δεν ήκουσαν αυτιά θνητών το πρωινό της 29ης Οκτωβρίου 1941…
.
.
«ΧΡΟΝΙΚΟΝ 1940-1944 | ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΜΕΙΟΔΟΣΙΑ» | «από τις προσωπικές σημειώσεις των δημοσιογράφων Αχιλλέως και Κύρου Αδ. Κύρου»