Την ανάγκη να στηθεί ένα Ειδικό Δικαστήριο χωρίς πραγματικό αντικείμενο, επειδή κατέπεσαν πανηγυρικά από το Δικαστικό Συμβούλιο τόσο η δήθεν σκευωρία γύρω από τη Novartis όσο και οι ισχυρισμοί περί κάποιας σκευωρίας γύρω από τους πρωταγωνιστές της «λίστας Λαγκάρντ», αποκάλυψε, στην πραγματικότητα, η κατάθεση του πρώην υπουργού Υγείας Ανδρέα Ξανθού στη χθεσινή συνεδρίαση.
Της Εμμανουέλας Τσουδερού
Να υπενθυμίσουμε ότι το Ειδικό Δικαστήριο κρίνει τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δημήτρη Παπαγγελόπουλο και την πρώην εισαγγελέα κατά της Διαφθοράς, Ελένη Τουλουπάκη για κατηγορίες που αφορούν την υποτιθέμενη καθυστέρηση της εισαγγελέως ύστερα από τις δήθεν πιέσεις του πρώην υπουργού Δημήτρη Παπαγγελόπουλου να αποστείλει στη Βουλή αναφορές για τον πρώην υπουργό Υγείας Παναγιώτη Κουρουμπλή. Οι αναφορές αυτές είχαν κατατεθεί το 2017 από τους βουλευτές του ΚΙΝ.ΑΛ., όταν ακόμη εισαγγελέας κατά της Διαφθοράς ήταν η προκάτοχος της κυρίας Τουλουπάκη, Ελένη Ράικου.
Συγκεκριμένα, ο κ. Ξανθός, απαντώντας στις ερωτήσεις των συνηγόρων των κατηγορουμένων, είπε πως η Βουλή το 2018 τελικά αξιολόγησε τους ισχυρισμούς των βουλευτών του ΚΙΝ.ΑΛ. σχετικά με την παράληψη τιμολόγησης φαρμάκων το 2015, όταν υπουργός ήταν ο Παναγιώτης Κουρουμπλής, και έκρινε τελεσίδικα να μην εξετάσει περαιτέρω το ζήτημα, διότι οι ισχυρισμοί θεωρήθηκαν αβάσιμοι. Μάλιστα, υπέρ της μη εξέτασης είχε ταχθεί και το 30% των βουλευτών της αντιπολίτευσης τότε, δηλαδή της Νέας Δημοκρατίας. Επομένως, δεν εμποδίστηκε η Βουλή από την κυρία Τουλουπάκη να διερευνήσει τις ενδεχόμενες ευθύνες του πρώην υπουργού, Κουρουμπλή. Και προφανώς το υποτιθέμενο σενάριο περί πιέσεων στην κυρία Τουλουπάκη από τον κ. Παπαγγελόπουλο είναι απολύτως έωλο.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης της κυρίας Τουλουπάκη, μάλιστα, έβαλαν ακόμη μία σειρά από ερωτήματα, γιατί η κυρία Ράικου έστειλε στη Βουλή, όταν ήταν εισαγγελέας κατά της Διαφθοράς, μία ανώνυμη καταγγελία για το θέμα και όχι τις τρεις επώνυμες αναφορές των βουλευτών του ΚΙΝ.ΑΛ.
Αν και ο κ. Ξανθός δεν είχε γνώση για να απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα, υποθέτουμε ότι θα τεθούν στην κυρία Ράικου στην επόμενη συνεδρίαση, που θα πραγματοποιηθεί αύριο.