Ήταν η πρώτη φορά που οι Αθηναίοι έστρεψαν τα μάτια τους προς τον ουρανό και ένιωσαν τις αχτίδες του ηλίου να τους χτυπάει στα πρόσωπα…!
- Γράφει ο Τάκης Κάμπρας
Ήταν 8 το πρωί, 12 Οκτωβρίου 1944.
Ήταν Πέμπτη, αλλά δεν ήταν σαν καμία άλλη από εκείνες των τελευταίων τεσσάρων ετών. Χτύπησαν και οι καμπάνες χαρμόσυνα, χωρίς να υπάρχει γιορτή… Όσοι βγήκαν στους δρόμους να μάθουν τι συμβαίνει άκουσαν απλά μια φήμη που έλεγε ότι έφυγαν οι Γερμανοί… Ήταν καιρός για αστεία; Άλλοι κουνούσαν το κεφάλι τους σαν να λένε «ποιος κάνει τέτοιου είδους αστεία;» και άλλοι ξεκίνησαν προς την εκκλησία. Όσοι είχαν ραδιόφωνα άκουσαν έκπληκτοι τον ομιλητή να λέει πως η Αθήνα είναι πια ελεύθερη. Ότι οι Γερμανοί φεύγουναπό την Ελλάδα. Ένα αχνό χαμόγελο χαράχτηκε στα χείλια τους και από τα πρόσωπά τους έφυγε λίγο από εκείνο το λυπημένο, κατσούφικο ύφος… Άκουσαν ότι στις 8 το πρωί της 12ης Οκτωβρίου, οι ελάχιστοι Γερμανοί που είχαν απομείνει στην Αθήνα, συγκεντρώθηκαν στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη.
12 Οκτώβρη 1944 ✌️ pic.twitter.com/HdcLf1iGSN
— Γιάννα (@re_ai_sixtir) October 12, 2022
Εκεί, σε μία πρόχειρη όσο και βιαστική τελετή, δυο γερμανοί στρατιώτες, κατέθεσαν στεφάνι.Το μόνο που απέμενε ήταν η υποστολή της ναζιστικής σημαίας από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Ένας Γερμανός στρατιώτης κατέβασε τη σβάστικα χωρίς καμία επισημότητα στις 9:15, την πήρε σαν κυνηγημένος υπό μάλης και αποχώρησε με σκυμμένο το κεφάλι. Η υποστολή της σημαίας, σήμανε το τέλος της γερμανικής κατοχής που διήρκεσε 1.625 μέρες. Και ξαφνικά, όταν οι Γερμανοί εγκατέλειψαν το χώρο της ΠλατείαςΣυντάγματος, όσοι βρέθηκαν εκεί ποδοπάτησαν το στεφάνι και σαν να ακούστηκε μια δυνατή φωνή σε όλη την Αθήνα, οι δρόμοι γέμισαν με χιλιάδες χαρούμενα πρόσωπα, που άλλα γελούσαν και άλλα έκλαιγαν από χαρά…, από την λύτρωση…! Το ίδιο βράδυ, σύμφωνα με έγγραφο της βρετανικής Force 133, επικράτησε απόλυτη γιγή: «Απόλυτη ησυχία παντού. Καμία ταραχή και οι δρόμοι σχεδόν άδειοι. Ο ΕΛΑΣ και άλλα όργανα περιπολούν με τάξη».(Ως τις 3 Νοεμβρίου ο τελευταίος Γερμανός (και Βούλγαρος) στρατιώτης είχε αποχωρήσει από την ηπειρωτική Ελλάδα).
Οι Γερμανοί είχαν βέβαια αρχίσει να αποχωρούν από την Αθήνα τα μεσάνυχτα της προηγούμενης ημέρας. Η αντίστροφη μέτρηση για την αποχώρηση των Γερμανών και των συμμάχων τους Βουλγάρων από την Ελλάδα είχε σημάνει λίγους μήνες νωρίτερα, στις 6 Ιουνίου, όταν οι Σύμμαχοι αποβιβάστηκαν στη Νορμανδία.Στις 4 Ιουνίου 1944 τα συμμαχικά στρατεύματα έμπαιναν στη Ρώμη.Στις 22 Ιουνίου ο ρωσικός στρατός συνέτριψε τη γερμανική Ομάδα Στρατιών «Κέντρο» στη Λευκορωσία. Την 1η Αυγούστου ξεσπά η εξέγερση της Βαρσοβίας, ενώ δέκα μέρες αργότερα οι Σύμμαχοι αποβιβάζονται στη Νότια Γαλλία (επιχείρηση “Dragoon”). Στις 25 οι Γερμανοί εγκαταλείπουν το Παρίσι και η 2α Τεθωρακισμένη Μεραρχία των Ελεύθερων Γάλλων εισέρχεται θριαμβευτικάστην πόλη
Αυτό που κάνει εντύπωση είναι πως σε αντίθεση, με τις υπόλοιπες χώρες, στην Ελλάδα δεν εορτάζεται η απελευθέρωση, αλλά η έναρξη του πολέμου (28η Οκτωβρίου 1940). Αντίθετα, η ημερομηνία της Απελευθέρωσης περνά, σχετικά απαρατήρητη.
Οι ανώτεροι Αξιωματικοί των Ναζί έψαχναν πλέον παρασκηνιακά, τρόπους ασφαλούς αποχώρησής τους και από τη χώρα μας. Όπως είναι γνωστό, βάσει των συμφωνιών της Καζέρτας και του Λιβάνου, οι ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις και η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση είχαν έλθει σε κατ’ αρχή συμφωνία για το χειρισμό της κατάστασης μετά την αποχώρηση των γερμανών. Για το σκοπό αυτό έφτασαν μυστικά στο αεροδρόμιο της Νεράϊδας ο Θεμιστοκλής Τσάτσος, ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ Γιάννης Ζέβγος, ο στρατηγός Παυσανίας Κατσώτας και ο ταγματάρχης Οδυσσέας Παπαμαντέλος, προκειμένου να συντονίσουν τις απαιτούμενες ενέργειες για την ομαλή ανάληψη της εξουσίας.
Στο πλαίσιο διαπραγματεύσεων πραγματοποιήθηκαν δυο κύριες συναντήσεις. Η πρώτη έλαβε χώρα στο Ψυχικό μεταξύ του επικεφαλής των γερμανικών δυνάμεων στρατηγού της αεροπορίας Χέλμουτ Φέλμι και του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού. Στις επαφές του με τον Δαμασκηνό, ο μετριοπαθής Φέλμυ, αφού διαπραγματεύτηκε επιδέξια την απελευθέρωση των κρατουμένων του στρατοπέδου Χαϊδαρίου –την τελευταία στιγμή πριν ο στρατηγός των Ες Ες Βάλτερ Σιμάνα τους εκτελέσει μαζικά- με αντάλλαγμα το άνοιγμα των διαπραγματεύσεων, στη συνέχεια ζήτησε να επιδείξουν οι αντιστασιακές ομάδες «λογική στάση» προς τα υποχωρούντα στρατεύματα ως ανταπόδοση στο να μην καταστρέψουν οι τελευταίες τις αστικές υποδομές Αθηνών και Πειραιώς. Οι Γερμανοί προσέγγισαν κι άλλους Έλληνες πολιτικούς, όπως τον στρατηγό Πάγκαλο, γνωστό για τα αντικομουνιστικά του αισθήματα, καθώς και εκπροσώπους του ΕΑΜ και του ΕΔΕΣ για να εξασφαλίσουν την ουδετερότητά τους.
Οι Γερμανοί αξιωματούχοι επέδειξαν εξαιρετικές διαπραγματευτικές ικανότητες στις επαφές τους, χρησιμοποιώντας από τη μία τα Ες Ες του σκληροπυρηνικού Σιμάνα ως φόβητρο και κατορθώνοντας να αποσπούν σε σύντομο χρόνο μεγάλες παραχωρήσεις έναντι ανταλλαγμάτων που ούτως ή άλλως θα εκχωρούσαν. Έτσι, αφού απελευθέρωσαν τους πολιτικούς κρατουμένους του Χαϊδαρίου, διέρρευσαν τη φήμη ότι θα ανατίναζαν τις λιμενικές εγκαταστάσεις Πειραιώς, το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής Εταιρίας, το αεροδρόμιο του Ελληνικού και το φράγμα του Μαραθώνα. Οι φήμες δημιούργησαν μεγάλη ανησυχία στον πληθυσμό και ώθησαν τους Έλληνες αξιωματούχους να επιδιώξουν μεγαλύτερο άνοιγμα των συνομιλιών. Αν και δεν προκύπτει άμεσα από τις ιστορικές πηγές, στο σημείο αυτό φαίνεται ότι καθιερώθηκε απευθείας συνεννόηση μεταξύ των Γερμανικών αρχών κατοχής και Βρετανών, που οδήγησε σε μια «συμφωνία κυρίων»*. Με αυτήν οι γερμανικές φρουρές αποσύρθηκαν από τα νησιά του Αιγαίου και την Πελοπόννησο με τάξη και χωρίς την παρενόχληση του βρετανικού στόλου και της αεροπορίας. Από την άλλη, οι καταστροφές των υποδομών που θα διέκοπταν τον ευαίσθητο επισιτισμό των Αθηνών (και όχι μόνον) δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ.
Προς επίρρωση της συμφωνίας ο Φέλμι δημοσίευσε στον «Ημερήσιο Τύπο» (τη μοναδική εφημερίδα που κυκλοφορούσε στην Αθήνα εκείνη την εποχή) της 20 Σεπτεμβρίου 1944 μια ανακοίνωση όπου διαβεβαίωνε τους Αθηναίους πως καμία πράξη δολιοφθοράς επρόκειτο να πραγματοποιηθεί εκ μέρους των γερμανικών στρατευμάτων, με την αυστηρή όμως προϋπόθεση-ειδοποίηση να μην ενοχληθούν. Τη συμφωνία αποδέχθηκαν σιωπηρά τόσο οι βρετανοί όσο και το ΕΑΜ με την ΠΕΕΑ. Στις 8 Οκτωβρίου το ΚΚΕ εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία αποδεχόταν πλήρως το σχέδιο που είχε συμφωνηθεί, προκρίνοντας την εθνική ομοψυχία.
*Η «συμφωνία κυρίων» υπήρξε ένα από τα αινίγματα του πολέμου στην Ελλάδα και παρόλο που οι πηγές του ΕΑΜ την θεωρούν δεδομένη και προδοτική, ποτέ δεν επαληθεύτηκε ούτε από τα βρετανικά ούτε από τα γερμανικά αρχεία. Πέραν της πρωτοφανούς «ολιγωρίας» των βρεττανικών στρατιωτικών δυνάμεων, η μόνη πηγή αναφοράς έρχεται από το στόμα του Υπουργού Εξοπλισμών και Πολεμικής Παραγωγής του Γ΄Ράιχ Άλμπερτ Σπέερ σε συνέντευξή του στον Β.Μαθιόπουλο μετά τον πόλεμο («Το Βήμα» 1977).
Στις 4 Οκτωβρίου οι Γερμανικές δυνάμεις άρχισαν να εκκενώνουν τις απομακρυσμένες φρουρές τους. Την ίδια μέρα οι πρώτοι Βρεττανοίαλεξιπτωτιστές έπεσαν στην Πάτρα ενώ τμήματα του ΕΛΑΣ άρχισαν να θέτουν σε εφαρμογή το σχέδιο «Κιβωτός» του Συμμαχικού Στρατηγείου (τήρηση της τάξης-αποτροπή δολιοφθορών-ένταση της πίεσης προς τον εχθρό).
Στις έξι ημέρες που πέρασαν μέχρι την άφιξη της κυβέρνησης στην Αθήνα, την εξουσία ασκούσε τριμελής επιτροπή, αποτελούμενη από τους Θεμιστοκλή Τσάτσο, Φίλιππο Μανουηλίδη και Γιάννη Ζεύγο, συνεπικουρούμενη από τον διοικητή της Αστυνομίας Αθηνών, Άγγελο Έβερτ. Δύο ημέρες αργότερα άρχισαν καταφθάνουν στην πρωτεύουσα δυνάμεις του 3ου Σώματος του βρετανικού στρατού υπό τον αντιστράτηγο ΡόναλντΣκόμπι, που έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό από τους Αθηναίους.
Άφιξη της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας
Στις 18 Οκτωβρίου έφτασε στην Αθήνα ο Γεώργιος Παπανδρέου και η κυβέρνησή του. Την ίδια ημέρα, ο πρωθυπουργός σε μία συγκινητική τελετή ύψωσε την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη και στη συνέχεια, η πομπή των επισήμων κατευθύνθηκε στη Μητρόπολη, όπου τελέσθηκε δοξολογία. Ακολούθησε ο «λόγος της Απελευθέρωσης» από τον πρωθυπουργό ο οποίος απευθύνθηκε προς το συγκεντρωμένο πλήθος που είχε γεμίσει ασφυκτικά την πλατεία Συντάγματος, από τον εξώστη του Υπουργείου Οικονομικών.Σε μία αριστοτεχνικά δομημένη ομιλία του εξήγγειλε τις προθέσεις της κυβέρνησής του, τονίζοντας, μεταξύ άλλων, την ανάγκη να ικανοποιηθούν οι εθνικές διεκδικήσεις, να αποκατασταθεί η λαϊκή κυριαρχία, να επιλυθεί το πολιτειακό ζήτημα μετά από ελεύθερο δημοψήφισμα και να τιμωρηθούν οι συνεργάτες των κατακτητών. Το πλήθος, που συχνά τον διέκοπτε με συνθήματα υπέρ του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, υποδέχθηκε τις εξαγγελίες του με κραυγές και ιαχές υπέρ της λαοκρατικής δημοκρατίας.
Ο Παπανδρέου, που ήταν αναγκασμένος να ακροβατεί συνεχώς μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, απάντησε με τη χαρακτηριστική φράση που έμεινε στην ιστορία: «Πιστεύομεν και εις την λαοκρατίαν».Στις ανταρτικές δυνάμεις δεν επιτράπηκε η είσοδος στην πρωτεύουσα, πλην ενός μικρού τμήματος του 34ού συντάγματος του ΕΛΑΣ, το οποίο παραστάθηκε συμβολικά στην τελετή.
Το ερώτημα που κυριαρχούσε τώρα, ήταν ποιός θα επικρατούσε στην χώραμετά την Κατοχή. Η Ελλάδα σύντομα θα βρισκόταν με τρείς κυβερνήσεις, με διαφορετική προέλευση, συμφέροντα και ισχύ. Το σημαντικότερο όμως, καθεμία από τις τρεις κυβερνήσεις είχε υπό τις διαταγές της ένοπλες δυνάμεις που θα χρησιμοποιούσε καθώς ήταν διαμετρικά αντίθετη στις άλλες δύο. Η φράση «εμφύλιος πόλεμος» άρχισε να λέγεται χαμηλόφωνα στις συνεδριάσεις των τριών συμβουλίων.
Για λίγες έστω μέρες οι Έλληνες πανηγύρισαν το όνειρο της ελευθερίας και της ομόνοιας όπως λίγες φορές στη μακρά ιστορία τους. Τα σύννεφα όμως θα πύκνωναν γρήγορα. Οι χαρές και τα πανηγύρια για την απελευθέρωση κράτησαν μόνο 53 ημέρες. Στις αρχές Δεκεμβρίου τα όπλα θα αντηχήσουν ξανά στους δρόμους της πρωτεύουσας, αλλά αυτή τη φορά θα είναι στραμμένα κατά αδελφών («Δεκεμβριανά»).