Στο ευρώ υπό προθεσμία τελεί από σήμερα η Ελλάδα καθώς οι δανειστές αποφάσισαν να…
κλιμακώσουν τις πιέσεις, επιδιώκοντας το σχηματισμό κυβέρνησης και την συνέχιση της εκτέλεσης του μνημονίου.
Ήδη στα πλαίσια της συνεδρίασης του ΔΣ του EFSF αλλά και σε αλλεπάλληλες τηλεφωνικές επαφές μεταξύ Βερολίνου, Βρυξελλών, Λουξεμβούργου και Ελσίνκι που είχαν κυβερνητικά και κοινοτικά στελέχη κυριάρχησε η τάση του «ας πάρουμε τα μέτρα μας». Έτσι ερμηνεύεται η παρακράτηση ενός εκ των 5,2 δις ευρώ του τρίτου τμήματος της πρώτης δόσης του νέου δανείου προς την Ελλάδα. Επισήμως από την ανακοίνωση του ΔΣ του EFSF τεκμαίρεται πως εκταμιεύεται ποσό υπέρ αρκετό για τις ανάγκες της χώρας (4,2 δις έναντι αναγκών ύψους 3,3δις) και συνεπώς η Ελλάδα δεν ωθείται προς τη στάση πληρωμών.
Η κίνηση αυτή αποτελεί μια σαφή πολιτική προειδοποίηση ότι οι εταίροι δεν είναι διατεθειμένοι να ανεχτούν παρατεταμένη πολιτική αστάθεια ή υπαναχώρηση από τα υπεσχημένα. Στην πράξη όπως επισημαίνουν πηγές της Κομισιόν και της προεδρίας του eurogroup με επικοινωνιακές αρμοδιότητες, ολόκληρο το ποσό των 5,2 δις μαζί με τις καταβολές του Απριλίου και του Μαρτίου εμπίπτουν σε μια και μόνη πολιτική απόφαση του eurogroup του Μαρτίου που ενεργοποίησε το νέο ελληνικό πρόγραμμα, ενέκρινε την αναδιάρθρωση του χρέους και την εξυπηρέτηση των δανειακών αναγκών της Ελλάδας ως το 2014. Η απόφαση του eurogroup, που προσυπέγραψαν και οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής, προβλέπει ότι οι καταβολές θα γίνονται μόνο αν η Ελλάδα λαμβάνει θετικές αξιολογήσεις από την τρόικα, δηλαδή προχωρά στην μείωση των ελλειμμάτων και τις μεταρρυθμίσεις.
Μετά το αποτέλεσμα των εκλογών της Κυριακής και την εκδήλωση των προθέσεων μερίδας των κομμάτων που εκπροσωπούνται στη νέα βουλή είναι σαφές για τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο ότι η χώρα αμφιταλαντεύεται. Καθιστούν λοιπόν σαφές, με έναν «διπλωματικό» αλλά ηχηρό τρόπο ότι «ο μόνος δρόμος για την παραμονή στο ευρώ είναι μέσα στο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής». Ο δρόμος που επέλεξαν μάλιστα να περάσουν από εδώ και πέρα το μήνυμά τους θα είναι απόλυτα θεσμικός. Ξεκαθαρίζουν ότι θα συνδιαλλαγούν επίσημα μόνο με τις αρχές της χώρας και όχι με τα ίδια τα πολιτικά κόμματα (θα δούμε βέβαια πόσο θα το τηρήσουν) και για αυτό ούτε η γαλλική προεδρία ούτε η καγκελαρία θα δεχθούν συναντήσεις με αρχηγούς κομμάτων.
Χωρίς πολλές πολλές δημόσιες δηλώσεις – από την Κομισιόν τουλάχιστον – οι δανειστές ξεκαθαρίζουν πως τα πολιτικά κόμματα πρέπει να δεχθούν ότι:
1. το κράτος έχει συνέχεια,
2. οι δεσμεύσεις μιας κυβέρνησης ισχύουν και για την όποια επόμενη,
3. η Ελλάδα έχει ήδη δεχθεί τεράστια ποσά για την εξυπηρέτηση του χρέους της από τους εταίρους και το ΔΝΤ,
4. η Ευρώπη έχει «εκτεθεί» για χάρη της Ελλάδας παγκοσμίως με την υποστήριξη της αναδιάρθρωσης του χρέους προς ιδιώτες,
5. δόθηκε ήδη χρόνος, τεχνογνωσία και διευκολύνσεις για να καταστεί το οικονομικό μέλλον της χώρας βιώσιμο
6. και εν τέλει η αλληλεγγύη είναι αμφίδρομη.
Τα στελέχη της Επιτροπής που γίνονται αποδέκτες των διαφόρων αντιμνημονιακών κραυγών που ενημερώνουν την Αθήνα ότι καταγγελία της δανειακής σύμβασης συνεπάγεται έξοδο από το κοινό νόμισμα και ανεξέλεγκτη χρεοκοπία και οποιαδήποτε συζήτηση μπορεί να γίνει μόνο διά της θεσμικής οδού που προβλέπεται στη σύμβαση. «Ελαφρύνσεις» προφανώς και μπορούν να γίνουν, μόνο όμως αν είναι λειτουργικές. Προειδοποιούν επίσης ότι πολλά από όσα ακούγονται στην Αθήνα από δεξιά και αριστερά κόμματα «δεν αντιβαίνουν μόνο στις προβλέψεις της σύμβασης αλλά αντίκεινται στο κοινοτικό και διεθνές δίκαιο» – κάτι για το οποίο δε θα μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια.
Τέλος σε σχέση με τη συζήτηση περί ανάπτυξης, που κυριάρχησε τόσο στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όσο και στο Συνέδριο για την «κατάσταση στην Ένωση» που διεξάγεται χθες και σήμερα στη Φλωρεντία, με τη συμμετοχή Μπαρόζο και Ρεν, οι πάντες καθιστούν σαφές πως «είναι μια συζήτηση παράλληλη με την ελληνική υπόθεση, η Ελλάδα προφανώς και θα ωφεληθεί αλλά πρέπει να παραμείνει στην εξίσωση προχωρώντας τις μεταρρυθμίσεις».