Υπήρξε ένας απο τους μεγαλύτερους τραγουδιστές της χώρας μας. Τον λάτρεψε ο κόσμος οσο λίγους. Οι γυναίκες του έσκιζαν στην κυριολεξία τα ρουχα για να τον αγγιξουν. Ένας αλληθ8νος μύθος. Ο Σταματης Κόκοτας. έφυγε απο την ζωή τα ξημερώματα, σε ηλικια 85 ετων στο Ασκληπιειό Βούλας μετά από ραγδαία επιδείνωση της υγείας του.
Το τραγούδι που έκανε τεράστια επιτυχία ο Σταματης Κόκοτας αλλα ο ίδιος δεν ηθελε να το πει
Στις 16 Μάη μήνα με ένα αμάξι η Μαρίνα! Η άγνωστη ιστορία πίσω απο το γνωστό τραγούδι του Σταμάτη Κοκκοτα!
Στις δεκάξι Μάη μήνα μ’ ένα αμάξι η Μαρίνα
πέρασε από μπροστά μου ειρωνικά,
ξέχασε τα βάσανά μου, πλήγωσε και την καρδιά μου
κι έσβησαν τα όνειρά μου πια τα γλυκά.
Ο Βαγγέλης Πιτσιλαδής θυμαται :
……. μου λέει ο Τακης Λαμπρόπουλος : (ιδιοκτητης της Columbia)
– Πάρε τη Μοσχολιού, τον Κόκοτα και τον Λευτέρη Μυτιληναίο και κάνε ένα μεγάλο δίσκο.
Ξεκινάω, λοιπόν, και γράφω τα κομμάτια σε στίχους πάντα του Γιάννη Κιούρκα. Συνεργαζόμουν με το παιδί αυτό γιατί ήμασταν συμμαθητές από το σχολείο στου Ζωγράφου. Από τα 12 κομμάτια έλειπε ένα τραγούδι. Ερχόταν ο Γιάννης σπίτι μου, γράφαμε, τα πετάγαμε, δεν μας άρεσαν. Και επειδη χρονοτριβούσαμε με παίρνει τηλέφωνο ο Λαμπρόπουλος και μου λέει :
– Κοίτα, επειδή πλησιάζουν οι γιορτές των Χριστουγέννων, μπορεί να σου λείπει ένα κομμάτι αλλά εγώ τα έχω ακούσει τα τραγούδια στο στούντιο και έχω βρει ποια θα είναι τα σουξέ.
Καλώ τον Κιούρκα και του λέω:
– Δεν κάνουμε ένα μοντέρνο κομμάτι για τον Κόκοτα που να μην έχει μπουζούκια μέσα;
Και γράφουμε το κομμάτι «Στις 16 Μάη Μήνα». Έρχεται ο Κόκοτας, του το παίζω για να το μάθει, αλλά εκείνος δεν ξέρει τι ορχήστρα θα κάνω.
Όταν πήγα κι έγραψα με την ορχήστρα στο στούντιο, εκείνος δεν ήταν παρών. Ήρθε εκ των υστέρων για να γράψει τη φωνή. Αυτός νόμιζε ότι θα έβαζα μπουζούκια αλλά εγώ έβαλα 12χορδη κιθάρα και ο ρυθμός ήταν σέικ. Όταν άκουσε την ορχήστρα για να ηχογραφήσει τη φωνή του, μου λέει:
– Τι είν’ αυτά ρε συ; Γιεγιέ μ’ έκανες; Εγώ, με συγχωρείτε, αλλά δεν το λέω το κομμάτι.
– Βρε Σταμάτη, το κομμάτι είναι λίγο μοντέρνο κι εσύ μπορεί να είσαι λαϊκός τραγουδιστής αλλά δεν είσαι και παλιός ρεμπέτης. Είσαι ένας μοντέρνος λαϊκός τραγουδιστής.
– Όχι, δεν το λέω!
Παίρνω τον Λαμπρόπουλο, τον ενημερώνω ότι ο Κόκοτας δεν το λέει το κομμάτι, και μου λέει:
– Δωσ’ τον στο τηλέφωνο.
Του τον δίνω.
– Γιατί δεν το λες το τραγούδι;
– Εδώ πέρα μ’ έκανε γιεγιέ! Ούτε συγκροτήματα θέλω εγώ Τάκη, ούτε τίποτα. Δεν το λέω το κομμάτι!
– Πες το μία κι έξω γιατί θέλουμε να βγάλουμε το δίσκο κι εγώ σου υπόσχομαι ότι δεν θα το βάλω ποτέ στο ραδιόφωνο. Έχω βρει άλλα κομμάτια για το ραδιόφωνο από το δίσκο αυτόν.
Και το λέει ο Κόκοτας μία κι έξω και φεύγει εκνευρισμένος. Ο Λαμπρόπουλος είχε βρει ποια είναι τα τραγούδια και τα κοπάναγε έξι μήνες στο ραδιόφωνο, αλλά δεν γινότανε τίποτα. Ο δίσκος πούλησε 200 κομμάτια το πρώτο εξάμηνο. Του λέει από κάτω η Φεναρέτη, διευθύντρια της αποθήκης του Λαμπρόπουλου, ότι και τα 200 κομμάτια που πουλήθηκαν ήταν χάρη στο τραγούδι «Στις 16 Μάη Μήνα»!
Οπότε παραβιάζει το λόγο του ο Λαμπρόπουλος και βάζει αυτό το κομμάτι στις διαφημίσεις του ραδιοφώνου και πούλησε 70.000 δίσκους στο επόμενο εξάμηνο !!!
Πολύς κόσμος μου λέει ότι εκείνη την εποχή πρέπει να είχα μία φιλενάδα που την λέγανε Μαρίνα. Εγώ δεν είχα καμία σχέση με κάποια Μαρίνα. Οι στίχοι έρχονται από το στιχουργό. Επομένως αν κάποιος είχε σχέση –που δεν είχε- θα έπρεπε να είναι ο στιχουργός και όχι εγώ.
Η ζωή του Σταμάτη Κόκοτα
Γεννιέται στις 23 Μαρτίου του 1937 Σόλωνος και Κανάρη γωνία. Η οικογένεια του παθολόγου γιατρού Δημήτρη Κόκκοτα είναι πολύτεκνη (εξι παιδιά ,τρία αγόρια και τρία κορίτσια).
Ο Σταμάτης Κόκκοτας συνδέει τις παιδικές του αναμνήσεις με τη συνοικία του Ζωγράφου, όπου έπαιξε, μεγάλωσε κι έχασε, πιτσιρίκι ακόμη, τον πολυαγαπημένο του πατέρα. Η μητέρα του δούλευε στη Κτηματική Τράπεζα και η οικογένεια ζούσε καλά.
Εξι-επτά ετών είδε σε ένα σπίτι μια κιθάρα και μαγεύτηκε. Ηθελε την ίδια κι όχι άλλη κι έστειλε τον αδερφό του να του τη φέρει. Το «μικρόβιο» της μουσικής τον είχε ήδη προσβάλει.
Ασχολήθηκε και με τον αθλητισμό, υπήρξε πρωταθλητής σε δρόμους αντοχής στα 500, 3.000 και 5.000 μ. κι αν δεν τον πίκραινε, όπως ο ίδιος λέει ο τότε προπονητής της Εθνικής τώρα θα ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής.
Υποτίθεται πως θα γινόταν γιατρός. Η αγάπη της μητέρας…Ετσι πήρε την απόφαση να πάει στη Γαλλία για σπουδές. Πριν φύγει για το Παρίσι είχε ήδη δουλέψει με τον Μουζάκη και φτάνοντας στο Παρίσι έλαβε μέρος σε ένα μεγάλο διαγωνισμό ταλέντων στον οποίο συμμετείχαν περίπου 2000 άτομα.
Ο δρόμος άνοιξε, γραμμοφώνησε τρία ελληνικά κι ένα γαλλικό τραγούδι και μπήκε στα μεγαλύτερα καμπαρέ του Παρισιού. Τότε γνώρισε τη Μπριζίτ Μπαρντό. Σε ένα καμπαρέ του Παρισιού τον βρίσκει ο Σταύρος Ξαρχάκος και του προτείνει να γυρίσει στη πατρίδα και να συνεργαστούν. Εκείνος το σκέφτεται σοβαρά, ήδη λείπει επτά χρόνια από την πατρίδα του και η μητέρα του μαραζώνει.
Έρχεται και ηχογραφεί το «Ένα μεσημέρι στης Ακρόπολης τα μέρη» και το «Με τι καρδιά να σε αποχαιρετήσω», ταυτόχρονα βγαίνει στους κινηματογράφους η ταινία «Διπλοπενιές», στην οποία έχει ένα μικρό ρόλο.
Απο εκεί και πέρα η μια επιτυχία διαδέχεται την άλλη και ο ίδιος γίνεται σταρ πρώτου μεγέθους. Δεν μπορεί να κυκλοφορήσει, βγαίνει στο δρόμο και πίσω του μαζεύονται χίλια άτομα.
«Ειχα τη μεγαλύτερη ακτινοβολία που μπορεί να ‘χει άνθρωπος» λέει ο ίδιος. Μαζί με τον Ξαρχάκο, Μούτση, Καλδάρα, Ζαμπέτα, Τσιτσάνη, έρχεται και το αυτοκίνητο στη μέση. Προπονείται τις νύχτες και κάνει αναβάσεις στην Πάρνηθα. Φέρνει στην Ελλάδα την πρώτη Τζάγκουαρ που του κοστίζει τότε ένα εκατομμύριο τετρακόσιες χιλιάδες κι από εκεί και πέρα γίνεται συλλέκτης αυτοκινήτων και έργων Τέχνης, η μεγάλη του αδυναμία είναι οι αντίκες.
Οποιος επώνυμος πέρασε από την ελληνική κοινωνία γνωρίστηκε με τον Κόκκοτα. Αλεν Ντελόν, Αλέξης Μινωτής,Τζέιμς Κόμπερν, Μελίνα, Βίλι Μπραντ, Φερεντς Πούσκας, Αλίκη, Γιάννης Ρίτσος, Αντονι Κουήν, είναι μερικά πρόσωπα.
Μια φορά ο Σταμάτης ρώτησε τον Μπάρναρντ τον καρδιοχειρουργό γιατί καπνίζει τόσο και εκείνος του απάντησε: « Κε Κόκκοτα εγω είμαι γιατρός, έρχεστε να σας εξετάσω και σας λέω τι να κάνετε. Το τι θα κάνω εγω είναι δικός μου λογαριασμός…» και τον κόλλησε στο τοίχο, από τότε έγιναν οι καλύτεροι φίλοι.
Ο Ωνάσης ήταν φίλος του, πολύ συχνά τον επισκέπτονταν στο «Χριστίνα» για να διασκεδάσουν, το ίδιο και η Τζάκι, η οποια ήθελε να κάνει τη ζωή του Κόκκοτα βιβλίο. Κάποια φορά μια γαλλική εφημερίδα έγραψε πως η Τζάκι αγαπάει τον ελληνικό ουρανό κι έναν τραγουδιστή με φαβορίτες. Ο Σταμάτης έζησε από κοντά την πτώση του Ωνάσση όταν έχασε το μονάκριβο γιό του Αλέξανδρο.
Στο μαγαζί «Φαντασία» γνώρισε τη Ρόμι Σνάιντερ και τον Αντονιόνι.
Ένα από τα αγαπημένα του πρόσωπα είναι ο καρδιολόγος του, γιατρός Κουλαφέντης που του έσωσε τη ζωή, όταν υπέστη βαρύ έμφραγμα.
Ο Σταμάτης έκανε δυο γάμους κι απέκτησε τρία παιδιά. Ερωτεύτηκε πολύ και το έζησε σε όλο του το μεγαλείο. «Ο έρωτας είναι μια ψυχική διαύγεια», λέει χαρακτηριστικά, «όταν είσαι ερωτευμένος έχεις καθαρό πνεύμα. Θόλωμα έχεις όταν έχεις μπερδέματα».