Ο Αριστίντ Μαγιόλ (8 Δεκεμβρίου 1861 – 27 Σεπτεμβρίου 1944) ήταν Γάλλος γλύπτης και ζωγράφος, ένας από του σημαντικότερους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα.
Ο Αριστίντ Μαγιόλ ενδιαφέρθηκε αρχικά για τη ζωγραφική και το 1882 μπήκε με υποτροφία στην Εθνική Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού, όπου μαθήτευσε στα εργαστήρια του Ζαν-Λεόν Ζερόμ και Αλεξάντρ Καμπανέλ.
Ήταν από τους πρώτους καλλιτέχνες που πήραν μέρος στο Σαλόν των Ανεξαρτήτων, αμέσως μετά την ίδρυσή του το 1884. Συνδέθηκε, μέσω του Πωλ Σερυζιέ (Paul Serusier, 1864 – 1927) και του Μωρίς Ντενί (Maurice Denis, 1870 – 1943), με το πρωτοποριακό κίνημα των Ναμπί (Nabis) και μέχρι το 1904 ζωγράφιζε έργα επηρεασμένα από την τεχνοτροπία τους.
Το 1893 ίδρυσε στην Μπανυύλ-συρ-Μερ (Banyuls-sur-Mer) ένα εργοστάσιο ταπισερί για διακοσμητικούς τάπητες τοίχων. Διάλεγε πάντα εξαιρετικής ποιότητας νήματα και χρησιμοποιούσε φυτικά χρώματα που έφτιαχνε ο ίδιος. Το 1894 συνάντησε τον Πωλ Γκωγκέν στις Βρυξέλλες και ακολουθώντας το παράδειγμά του φιλοτέχνησε ξυλόγλυπτα και αγαλματίδια από τερακότα.
Γύρω στο 1900, όταν ο Μαγιόλ ήταν περίπου σαράντα ετών, είχε αρχίσει να χάνει την όρασή του λόγω κάποιας σοβαρής ασθένειας των ματιών του. Αυτό ήταν αιτία να εγκαταλείψει οριστικά τη ζωγραφική και να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη γλυπτική.
Από το 1903 άρχισε να εκθέτει στο Σαλόν του Παρισιού, με εξαιρετική επιτυχία, όπως με τα γλυπτά του «Πομόνα» (1910) και «Φλόρα» (1910). Εγκατέστησε στο Μαρλύ-λε-Ρουά (Marly-le-Roi) το ονομαστό εργαστήριό του, αν και περνούσε τα καλοκαίρια του στην αγροικία του στην Μπανυύλ.
Καλλιτεχνική δημιουργία
Η καλλιτεχνική δεξιοτεχνία του Αριστίντ Μαγιόλ ήταν προϊόν καθημερινής παρατήρησης και γέμιζε το σημειωματάριό του με σκίτσα και σχέδια. Τα αγάλματά του, τα γυναικεία κυρίως γυμνά του, είναι συμβολικές συνθέσεις με δυναμική ενέργεια που συνδυάζουν την προσωπική του αισθαντικότητα με τον ερωτικό ρομαντισμό.
Τα κυριότερα και πιο αξιόλογα γλυπτά του είναι: «Η Μεσόγειος», 1905, (Παρίσι, Μουσείο Ορσέ), «Η Αλυσοδεμένη δράση» (1905), έργο αφιερωμένο με τη μορφή ενός γυναικείου γυμνού στον Ωγκύστ Μπλανκί (Auguste Blanqui), «Κορμός» (1906), «Ο νεαρός ποδηλάτης» (1907), «Η Νύχτα» (1909), «Πομόνα» (1910), «Φλόρα» (1910), «Χλωρίς» (1911), «Μνημείο στον Σεζάν» (1912 – 1925), «Ιλ ντε Φρανς» (1925), «Το Βουνό» (1925), «Αφροδίτη» (1918 – 1928), «Μνημείο του Κλωντ Ντεμπυσύ» (1930 -1935, Σαιν-Ζερμαίν-αν-Λαι), «Οι τρεις Χάριτες» (1937), «Ο Αέρας» (1938), «Ο Ποταμός» (1938), «Αρμονία» (1944), «Λουομένη», (Παρίσι, Μουσείο Ορσέ).
Ο Μαγιόλ υπήρξε ακόμη μεγάλος καλλιτέχνης εικονογράφησης βιβλίων. Εικονογράφησε τα «Βουκολικά» του Βιργιλίου (1925), την «Ερωτική Τέχνη» του Οβιδίου (1935), «Δάφνις και Χλόη» (1937), «Τραγούδια για εκείνη» του Βερλαίν (1939), «Το βιβλίο των αστειοτήτων» του Ρονσάρ (1940) κ. ά.
Από το 1964 άρχισε να συγκεντρώνεται ένας σημαντικός αριθμός αγαλμάτων του Μαγιόλ στους Κήπους του Κεραμεικού (Jardin des Tuileries) στο Παρίσι, χάρη στη δωρεά της Ντίνα Βιερνύ (Dina Vierny), που υπήρξε το κυριότερο μοντέλο και σύντροφός του.