του Στέφανου Καραβίδα*
«Το ποτάμι της Ιστορίας ακολουθεί το δρόμο που έχει χαράξει η γεωιστορική πραγματικότητα, αδιαφορώντας για τις ασήμαντες προσπάθειες των ανθρώπων να το περιορίσουν».
O Ραιημόν Αρόν, ένας από τους μεγαλύτερους πολιτικούς φιλοσόφους του 20Οου αιώνα, είπε ότι «Η Ιστορία είναι ένα χρονικό ρευστό που ρέει μέσα σε μια γεωγραφική κοίτη». Η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και Γαλλίας και ο υπό διαμόρφωση άξονας που εμπεδώνεται από τη Μάγχη έως και την Ινδία, με τη συμμετοχή Γαλλίας, Ελλάδος, Κύπρου, Αιγύπτου, Ισραήλ, ΗΑΕ, Ινδίας, αλλά παραπλεύρως και Σαουδικής Αραβίας, Ιορδανίας και Λιβάνου, το αποδεικνύει περίτρανα. Ακριβέστερα, επιβεβαιώνει απόλυτα την αναλυτική και προβλεπτική ικανότητα του μεθοδολογικού εργαλείου της Γεωπολιτικής Συστημικής Ανάλυσης, της οποίας θεμελιωτής και εισηγητής είναι ο Δάσκαλος των ακαδημαϊκών δασκάλων, Καθητητής Οικονομικής Γεωγραφίας, Ιωάννης Μάζης.
Ωστόσο, τόσο ο ίδιος όσο και η μέθοδός του, στοχοποιήθηκαν απρεπώς από μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, δίχως ουσιωδώς να τεθούν αντεπιχειρήματα. Δυστυχώς, ως ακαδημαϊκός πολίτης, είμαι υποχρεωμένος να παρατηρήσω ότι η επίθεση εναντίον προσώπων και η προσπάθεια «δολοφονίας χαρακτήρων», δεν αποτελεί κατ’ ουδένα τρόπο …επιστημονική μέθοδο, ούτε δηλώνει «επιστημονικές ευαισθησίες». Η επιστημονική αντιπαράθεση με βάση την αντίθετη επιστημονική άποψη πρέπει να γίνεται -διότι έτσι προχωρά η Επιστήμη- μόνο με επιστημονικά επιχειρήματα και σεβασμό στους συνομιλητές, ιδιαίτερα σε αυτούς με τους οποίους διαφωνούμε επιστημονικά. Αυτό απαιτεί το ακαδημαϊκό ήθος και αυτό υπόσχεται ένα σοβαρό επιστημονικό μέλλον στους νέους επιστήμονες.
Οι Yale H. Ferguson-Ricahard Mansbach[1], μέμφονται χαρακτηριστικά κάτι, που κανένας νέος επιστήμονας, ο οποίος επιθυμεί να υπηρετήσει την Επιστήμη -και την πατρίδα του συνεπώς- διότι «εθνικόν τ’ αληθές», δεν πρέπει να πράττει. Γράφουν λοιπόν:
«Μπορεί να υπάρχουν διάφορες σχολές σκέψης εντός των κοινωνικών επιστημών, αυτές όμως δεν λειτουργούν ως κοινότητες που εργάζονται στο πλαίσιο των δικών τους ξεχωριστών παραδόσεων. Αντίθετα τείνουν να δρούν σαν συμμορίες ανταρτών, με οπαδούς οι οποίοι ερίζουν μεταξύ τους και με τους αντάρτες άλλων σχολών σκέψης επί θεμάτων κανόνων, εννοιών, μεθόδων κοκ. Το εκάστοτε πανεπιστημιακό Τμήμα καταλαμβάνεται κατά καιρούς από συγκεκριμένες συμμορίες ανταρτών που διαφοροποιούνται από άλλα Τμήματα και επιδιώκουν την στρατολόγηση αποφοίτων, προπαγανδίζοντας την ανωτερότητα της δικής τους σχολής σκέψης.»
Η μομφή αυτή των δύο εξεχόντων διεθνολόγων, οι οποίοι τιμούν το όνομά τους και τη Σχολή σκέψης τους, τη διεθνολογική προσέγγιση, περιγράφουν επακριβώς κάποιους «φοιτητές συγκεκριμένων σχολών σκέψης» οι οποίοι δρούν ως «συμμορίτες» και υπό την καθοδήγηση των υψηλοβάθμων «μεντόρων» τους αναλίσκονται σε ανοίκειες επιθέσεις εναντίον προσωπικοτήτων άλλων σχολών σκέψης ή επιστημών, όπως η Συστημική Γεωπολιτική Ανάλυση του Ι. Θ. Μάζη, ώστε να εξασφαλίσουν το ακαδημαϊκό τους μέλλον(sic!). Τα μέλη του εν λόγω συστήματος, έχοντας ως «μέθοδο» τη μίξη δημοσιογραφικών αποδελτιώσεων και διπλωματικής ιστορίας, λειτουργούν ως άλλες Πυθίες, δίνοντας διφορούμενες «προβλέψεις» -κατά κανόνα αλλά και παράλογα απαισιόδοξες- που εκ των υστέρων πασχίζουν μέσω της συμμετοχής τους σε κυβερνητικά πόστα και δεξαμενές σκέψης που αλληλεπιδρούν με τα πρώτα, να τις υλοποιήσουν ως αυτεκπληρούμενους «προφητικούς εφιάλτες»! Είναι αυτοί ακριβώς οι οποίοι, δεσμεύοντας τη συλλογική στρατηγική σκέψη σε δογματικές αυταπάτες σε σχέση με την Τουρκία, εγλώβισαν τον Ελληνισμό στις γερμανικές και βρετανικές παγίδες, σε Αιγαίο και Κύπρο αντίστοιχα.
Η Επιστήμη της Γεωγραφίας και η Γεωπολιτική Συστημική Αναλύση, δύνανται να δώσουν απαντήσεις και να απολαμβάνουν επαλήθευσης. Το καλύτερο λοιπόν που έχουν να πράξουν «οι συμμορίτες» και «οι μέντορές τους», είναι να προσπαθήσουν να αναπτύξουν ανάλογες ή και καλύτερες επιστημονικές μεθόδους, ώστε να δικαιώσουν ηθικά και επιστημονικά την παρουσία αλλά και την ύπαρξή τους στον ακαδημαϊκό χώρο και να μην προσπαθούν να σπιλώσουν άλλους, οι οποίοι το πράττουν με επιτυχία.
Σύμφωνα με τον ορισμό του ίδιου του θεμελιωτή της, η Γεωπολιτική Ανάλυση, «μελετώντας την ανακατανομή της Ισχύος σε ένα γεωγραφικό σύμπλοκο που η Ισχύς κατανέμεται ανισσόροπα, δύναται να περιγράφει και να προβλέπει τις συμπεριφορές και τις επιπτώσεις των σχέσεων των αντιτιθέμενων και διακριτών δράσεων ανακατανομής της Ισχύος, καθώς και των ιδεολογικών μεταφυσικών που τις καλύπτουν, στο πλαίσιο των γεωγραφικών συμπλόκων που οι πολιτικές αυτές εφαρμόζονται». Εξετάζοντας λοιπόν συγκεκριμένους Γεωπολιτικούς Παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν ανακατανομή της Ισχύος, στη βάση των 4 Γεωπολιτικών Πυλώνων (Άμυνα, Πολιτική, Οικονομία, Πολιτισμός) με τη χρήση μετρήσιμων Γεωπολιτικών Δεικτών, καταλήγει στη λεγόμενη Συνισταμένη Τάση Ισχύος.
Είναι αυτή η Συνισταμένη Τάση Ισχύος, που έδωσε αντίστοιχα στο συμπλοκο της ανατολικής Μεσογείου το Υπόδειγμα της ανισοκατανομής Ισχύος, κατόπιν ανάλυσης πλήθους γεωπολιτικών παραγόντων και δεικτών, που αφορούν τη δράση του τουρκικού κρατικού δρώντα και των ισλαμοφασιστικών απολήξεών του. Αυτή ακριβώς η κενή συναισθημάτων, πραγματιστική και ψυχρή Γεωπολιτική Συστημική Ανάλυση, έδωσε στον Καθηγητή Μάζη και την επιστημονική του ομάδα, τη βεβαιότητα, ότι ο μόνος τρόπος να ανασχεθεί η «Γεωπολιτική Ορμή» της Τουρκίας και να αποτραπεί η ανακατανομή της Ισχύος υπέρ της, είναι η γεωστρατηγική σύγκλιση Ελλάδας-Γαλλίας για την οποία τόσο πολεμήθηκε, αλλά και τελικά δικαιώθηκε.
Είναι κρίσιμο επίσης, να αποφύγουμε το σύνηθες σφάλμα πολλών συμμετεχόντων σε άλλες «επαγγελματικές νησίδες» (theory islands), που συγχέουν τη Γεωπολιτική με τη Γεωστρατηγική. Μόνο με τη καθαρή οπτική που μας εξασφαλίζει η «ακτινογραφία» κατά τον Ι. Μάζη της Γεωπολιτικής Ανάλυσης, μπορούμε να προχωρήσουμε στη Γεωστρατηγική Σύνθεση, δηλαδή στο που επιθυμούμε να κατευθύνουμε τις εξελίξεις, βήμα στο οποίο έχουμε πλέον δικαίωμα, να χρησιμοποιήσουμε το προσωπικό αλλά και το Εθνικό συναίσθημα και τις επιδιώξεις.
Στην προκειμένη περίπτωση, είναι απολύτως κρίσιμο η ελληνογαλλική γεωστρατηγική σύζευξη να παραμείνει τέτοια, δημιουργώντας συγκεκριμένο «αποτύπωμα». Διαφορετικά, ελλείψει αξιοπιστίας, οράματος και στόχων, είναι καταδικασμένη να περιοριστεί και εν τέλει να «εξαχνωθεί» σε τακτικό και επιχειρησιακό επίπεδο, εξασφαλίζοντας όχι αποτροπή, αλλά ακριβέστερα, απλά αύξηση της αποτρεπτικής μας Ισχύος. Αυτό, θα ήταν εμμονή στο νυν ηττοπαθές «δόγμα» της διατήρησης του status quo.
Ο Ελληνισμός εν συνόλω, οφείλει σε επίπεδο Στρατηγικής Σύνθεσης να εξακτινώσει το γεωπολιτικό του δυναμικό, οριοθετώντας και κερδίζοντας ακόμη και διά της Ισχύος, το ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ status quo που του αντιστοιχεί. Και αυτό σημαίνει ότι οι διπλωματικές και εξοπλιστικές επιτυχίες της τελευταίας διετίας, πρέπει να έχουν ως τριπλό και αλληλένδετο στόχο:
Α) Την επι του πεδίου και εν τοις πράγμασι αποδόμηση του τουρκικού casus beli, μέσω της κατόπιν προσεκτικού σχεδιασμού και υλοποίησης,επέκτασης των Εθνικών Χωρικών Υδάτων και Εθνικού Εναερίου Χώρου στα 12 ΝΜ.
Β) Την εξαύλωση της εξελιχθείσης σε Δόγμα, τουρκικής ιδεοληψίας περί «Γαλάζιας Πατρίδας», μέσω της ανακήρυξης και οριοθέτησης ΑΟΖ με την Κυπριακή Δημοκρατία.
Γ) Την αποκατάσταση της Διεθνούς Νομιμότητας στην Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω της αποκόλλησης από τη διχοτομική εμμονή της ΔΔΟ και των ανανικών παραφυάδων της, της με ΑΚΑΜΨΙΑ υιοθέτησης του ΔΟΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ (σε κατάλληλο χρόνο) και τέλος, μέσω της ανάδειξης της Κύπρου σε στρατιωτικό βατήρα ενός «υπονατοϊκού» (βλέπε Ι. Μάζη), ή παρανατοϊκού βραχίονα, που θα οριοθετεί τον ΑΝΕΥΤουρκίας νέο RIMLAND, της δυτικής αρχιτεκτονικής ασφαλείας.
Η ΕΛΛΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΩΣ
*Επγός (Ι) ε.α Στέφανος Καραβίδας Υποψήφιος Διδάκτορας ΕΚΠΑ
[1] Yale H. Ferguson-Ricahard Mansbach, Η Αναζήτηση της Ουτοπίας. Θεωρία και διεθνής πολιτική, [Μτφση: Καθηγητής Μεταφρασιολογίας Δ.Π.Θ: Δρ Παναγιώτης Κριμπάς, Παπαζήσης, Αθήνα 2009, σ. 70 (τίτλος πρωτοτύπου: The Elusive Quest: Theory and International Politics, University of South Carolina Press, 1988)