Μια σοφή ελληνική παροιμία λέει ότι «πολλές φορές θα πάει το αγγείο στη βρύση, αλλά μία θα σπάσει». Φαίνεται πως για τη τακτική που ακολουθεί ο Τούρκος πρόεδρος όσον αφορά στην εξωτερική πολιτική της χώρας του, το σημείο θραύσης είναι πλέον επικίνδυνα κοντά.
Οι φιλοδοξίες του Ερντογάν
Μέχρι στιγμής, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, υπηρετώντας τις νεο-οθωμανικές φιλοδοξίες του, επιχείρησε να ισορροπήσει ανάμεσα στις υποχρεώσεις της Τουρκίας ως μέλος του ΝΑΤΟ και την ανάπτυξη μιας εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής συχνά έξω από το πλαίσιο που θέτει η συμμαχία, προσπαθώντας να δείξει ότι η Άγκυρα αποτελεί κάτι παραπάνω από μια περιφερειακή δύναμη και ότι μπορεί να χαράξει εντελώς αδέσμευτη πολιτική, όσον αφορά στις συμμαχίες και τις συνεργασίες της.
Η στρατηγική αυτή έγινε περισσότερο από εμφανής μόλις άρχισε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, όταν η Τουρκία ξεκαθάρισε διά στόματος Ερντογάν ότι δεν πρόκειται να διαρρήξει τις σχέσεις της ούτε με το Κίεβο ούτε με τη Μόσχα, αρνούμενη να επιβάλλει κυρώσεις στη Ρωσία, αλλά και συνεχίζοντας να συνεργάζεται αμυντικά με την Ουκρανία, μέσω της εξαγωγής (και χρήσης) των διαβόητων επιθετικών drones Bayraktar TB2, ενώ λειτούργησε ως ενδιάμεσος για τη συμφωνία εξαγωγής των σιτηρών από την Ουκρανία και από τη Ρωσία.
Κόστη και «φιλίες»
H πολιτική Ερντογάν δεν είναι χωρίς απώλειες για την Τουρκία: η αγορά του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος S-400 οδήγησε στην αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα ανάπτυξης του μαχητικού 5ης γενιάς F-35 και σε κυρώσεις σε βάρος της αμυντικής βιομηχανίας της μέσω του νόμου CAATSA, ενώ η επαμφοτερίζουσα στάση της στο ουκρανικό έχει προκαλέσει την οργή χωρών-μελών του ΝΑΤΟ, οι οποίες και εκφράζουν ανοιχτά αμφιβολίες σχετικά με την αξιοπιστία της Τουρκίας ως σύμμαχος χώρα σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη καμπή της ιστορίας.
Ταυτόχρονα, η σχέση της Άγκυρας με τη Μόσχα κάθε άλλο παρά ανέφελη είναι: περισσότερο μοιάζουν σαν δύο χώρες που συνεργάζονται κυρίως επειδή δεν έχουν άλλες διεξόδους και αυτά που τις χωρίζουν είναι πολύ περισσότερα από αυτά που τις ενώνουν. Μάλιστα, αναλυτές εκτιμούν ότι η «φιλία» Πούτιν-Ερντογάν στηρίζεται περισσότερο σε αλληλοεξάρτηση, παρά σε ειλικρινή αλληλοεκτίμηση, καθώς και οι δύο ηγέτες διέρχονται από μια ιδιαίτερα δύσκολη «στενωπό» και ελπίζουν ο ένας να βοηθήσει τον άλλο να ξεπεράσει την κρίση.
Το κρίσιμο δίλημμα για την Τουρκία
Ωστόσο, η κατάσταση αυτή αργά ή γρήγορα εκτιμάται ότι θα φθάσει στο «σημείο μηδέν» για την Τουρκία, η οποία και θα κληθεί να αποφασίσει με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει πίσω. Και, ήδη, η Μόσχα στέλνει μήνυμα στην Άγκυρα ότι ο χρόνος που διαθέτει για να κάνει τις επιλογές της μειώνεται διαρκώς και θα μειώνεται έτι περαιτέρω όσο η Τουρκία θα επιχειρεί να διατηρεί ανοιχτές όλες τις επιλογές της, διατηρώντας τη στάση του «επιτήδειου ουδέτερου», όπως πολύ χαρακτηριστικά έχει αναφέρει ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, αναφερόμενος στο ουκρανικό ζήτημα.
Το μήνυμα της Ρωσίας προς την Τουρκία έρχεται λίγο μετά το τέλος της Συνόδου Κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας της Σανγκάης (SCO) στη Σαμαρκάνδη του Ουζμπεκιστάν, όπου συμμετείχε και ο Ερντογάν. Ο Τούρκος πρόεδρος, μάλιστα, ερωτηθείς αν η Τουρκία επιδιώκει να γίνει μέλος του Οργανισμού, απάντησε ότι «φυσικά, αυτός είναι ο στόχος», ενώ πριν τη σύνοδο ο Ερντογάν είχε υπεραμυνθεί της απόφασής του να βάλει την Τουρκία στον SCO, λέγοντας πως δεν πρόκειται να δώσει λόγο σε κανέναν για τις επιλογές του και εξαπολύοντας επίθεση στην ΕΕ.
Εκτός ΝΑΤΟ για μέλος του SCO
Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Τούρκο δημοσιογράφο Ρατζίπ Σοϊλού, πηγή του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών είπε στο πρακτορείο ειδήσεων RIA Novosti πως η Τουρκία δεν μπορεί να είναι μέλος του ΝΑΤΟ, προκειμένου να ενταχθεί στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σανγκάης. Ο Σοϊλού προσέθεσε ότι η Τουρκία δεν πρόκειται ποτέ να εγκαταλείψει το ΝΑΤΟ, οπότε η υπόθεση θα πρέπει να θεωρείται λήξασα. Ωστόσο, η στάση της Μόσχας δείχνει ότι η Ρωσία επιδιώκει να πάρει το «πάνω χέρι» στη σχέση της με την Τουρκία, έστω κι αν αυτό προκαλεί ζημιά στη ρητορική και τα σχέδια του Ερντογάν.
Υπενθυμίζεται ότι η Μόσχα ήταν εκείνη που ανακίνησε το ζήτημα των S-400 αναφέροντας ότι υπάρχει συμφωνία με την Άγκυρα για την αγορά και νέας συστοιχίας του συστήματος, υποχρεώνοντας την Τουρκία να απαντήσει με μισόλογα και προκαλώντας την αντίδραση των ΗΠΑ, οι οποίες και ξεκαθάρισαν ότι μια τέτοια κίνηση θα σημάνει αυτόματα και νέες ακόμα πιο σκληρές κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας, αλλά και «παγώνοντας» την προσπάθεια της Άγκυρας να προμηθευτεί 40 νέα μαχητικά F-16.