Δεκατέσσερα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τον θάνατο του δημοφιλούς ηθοποιού Σταύρου Παράβα, από ανακοπή καρδιάς. Υπήρξε ένας από τους πιο μεγάλους κωμικούς της γενιάς του. Γεννήθηκε στις 15 Απριλίου του 1935 από γονείς Μικρασιάτες και ήταν ο μικρότερος από τα πέντε αδέλφια του. Μεγάλωσε στα Προσφυγικά, στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα, αλλά γεμάτα από αγάπη, ανεμελιά και όνειρα, όπως έλεγε.
Από μικρός έπεσε στα βαθιά, καθώς έπρεπε να βοηθήσει την οικογένειά του. Έτσι, για αρκετά χρόνια έκανε δουλειές του ποδαριού. Όμως, το σαράκι του ηθοποιού τον έτρωγε. Από τα σχολικά του χρόνια, ακόμη, συμμετείχε σε θεατρικές παραστάσεις, ενώ τα αδέλφια και οι συμμαθητές του τον παρότρυναν να συνεχίσει. Τα πρώτα μαθήματα υποκριτικής τα διδάχτηκε το 1952, δίπλα στον ηθοποιό Θεόδωρο Έξαρχο και λίγα χρόνια μετά σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Κώστα Μιχαηλίδη. Η πρώτη του επαφή με το σανίδι ήταν με το θίασο της κυρίας Κατερίνας στο έργο «Πρώτο Ψέμα» του Γεώργιου Ρούσσου. Στη συνέχεια εμφανίστηκε σε διάφορα θεατρικά με το Ντίνο Ηλιόπουλο και τη Βίλμα Κύρου.
Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε το 1960, στην ταινία «Χριστίνα» του Γιάννη Δαλιανίδη, με πρωταγωνιστές τον Ντίνο Ηλιόπουλο, την Τζένη Καρέζη και τον Ανδρέα Μπάρκουλη. Ακολούθησε ο «Σκληρός Άντρας», το «Παιδί της πιάτσας» και το «Έξυπνο πουλί», σε ρόλους που σφυρηλάτησαν ένα από τα μετέπειτα στερεότυπα του κοινού για τον Σταύρο Παράβα, αυτό του λαϊκού μάγκα. Την ίδια χρονιά (1961) ήρθε και η «Αλίκη στο Ναυτικό» ως συνάδελφος ναυτικός δόκιμος του Δημήτρη Παπαμιχαήλ.
Σε αυτή την περίοδο και στο πλάι του Κώστα Χατζηχρήστου εργάστηκε άοκνα στο μουσικό θέατρο, ανεβάζοντας μερικά πολύ δημοφιλή νούμερα, όπως ο «Nτένις ο τρομερός», ο «Ντιρλαντά» κ.ά.
Ο ρόλος του Φίφη
Συνεχίζοντας τις κινηματογραφικές του εμφανίσεις, στα μέσα της δεκαετίας του 1960 έδωσε σάρκα και οστά στο διαβόητο «Φίφη» σε αλλεπάλληλες ταινίες, όπως «Εμίρης και κακομοίρης» (1964), «Μπετόβεν και μπουζούκι» (1965) και «Φίφης ο ακτύπητος» (1966). Αυτός ήταν και ο δεύτερος ρόλος που έγινε σήμα κατατεθέν για το Σταύρο Παράβα: Μια οπισθοδρομική απεικόνιση του ομοφυλόφιλου άντρα, περισσότερο βασισμένη στην εικόνα που, όμως, στη συντηρητική Ελλάδα του 1960 έβγαλε άφθονο γέλιο.
Το 1974 επί δικτατορίας Ιωαννίδη, στο θέατρο Ρεξ ανέβαινε η παράσταση «Επτά χρόνια φαγούρα». Στη διάρκεια της γενικής πρόβας, ο ηθοποιός ζήτησε από τον θεατρικό συγγραφέα να του γράψει μια αντιδικτατορική μαντινάδα. Ο σεναριογράφος του είπε ότι μπορεί να τη γράψει, αλλά θα είναι εκτός κειμένων, που έχουν εγκριθεί από τους λογοκριτές. Ο Παράβας είπε ότι θα έπαιρνε αυτός την ευθύνη για τις ατάκες εκτός κειμένου. Η μαντινάδα είχε ως εξής: «Όποιος καλά μας κυβερνά, θα είναι και δικός μας, γύψο – κοντούς – τρελούς και τανκς, δε θέλει ο λαός μας. Είπα πολλά και λάλησα και πρέπει να το στρίψω, μη τύχει και με βάλουνε και μένα μες στον γύψο»….
Ο Παράβας στην παράσταση έπαιζε τον κρητικό λυράρη. Όταν βγήκε, είπε τη μαντινάδα. Και στην επόμενη παράσταση την ξαναείπε. «Σταύρο, πρόσεχε. Θα μας κάψεις όλους» του έλεγαν οι άλλοι ηθοποιοί και οι εργαζόμενοι του θεάτρου. Ένα Σάββατο τον επισκέφθηκαν δύο στρατονόμοι με πολιτικά. Νόμιζε ότι ήθελαν αυτόγραφο. Σύντομα κατάλαβε ότι έκανε λάθος. Τον πήραν και έφυγαν. Στην έξοδο ο θυρωρός ρώτησε: «που τον πάτε;». – «Εδώ δίπλα, θα γυρίσει σε λίγο, σε έξι μήνες» απάντησαν ειρωνικά. Οι συνάδελφοί του δεν κατάλαβαν τίποτα. Όταν το αντιλήφθηκαν ήταν πλέον αργά. Ο Παράβας ήταν καθ΄ οδόν για τη Γυάρο. «Δεν μπορούσα να σκεφτώ και να διανοηθώ ότι υπάρχουν τέτοια μέρη τέρατα, όπου φυλακίζουν ανθρώπινες ψυχές» είπε χρόνια μετά. Ο Σταύρος Παράβας παρέμεινε στη Γυάρο μέχρι και την πτώση της χούντας. Ήταν ένας από τους τελευταίους 44 εξόριστους που έφυγαν από το κολαστήριο….
Ο Σταύρος Παράβας συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα του θεάτρου και του κινηματογράφου. Έλαβε μέρος σε 47 ταινίες, σε πολλές θεατρικές παραστάσεις και σε τηλεοπτικά σήριαλ («Το φάντασμα», «Τα αδέρφια», «Οικογένεια Μουσαμά»). Βραβευθεί για το έργο του ως Πρόεδρος του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου Σερρών, αλλά και για την προσφορά του στο θεατρικό σανίδι. Από το γάμο του με τη σύζυγό του Άννυ απέκτησε τρία παιδιά: Δύο κόρες, τη Μάρθα και τη Βανέσσα, κι ένα γιο, τον Τζόναθαν. Την περίοδο της δικτατορίας, όμως, η σύζυγός και τα παιδιά του επέστρεψαν μόνιμα στην Αγγλία. Το 2002 ο γιος του πέθανε και ο θάνατός του του στοίχισε πολύ. Από κει και μετά η ζωή του άλλαξε, οι δουλειές του δεν πήγαιναν καλά, όμως, δεν το έβαλε κάτω…
Πηγή: sansimera.gr, Μηχανή του Χρόνου