Ο Κώνστας Β’ (7 Νοεμβρίου 630 – 15 Σεπτεμβρίου 668), αποκαλούμενος και ως Πωγωνάτος (δηλαδή γενειοφόρος λόγω της ασυνήθιστα τεράστιας για την εποχή του γενειάδας), ήταν αυτοκράτορας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από το 641 έως το 668.
Γιος και διάδοχος του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Γ’ και της Γρηγορίας, ανέβηκε στον θρόνο στην ηλικία των 11 ετών, μετά την ανατροπή του προκατόχου του Ηρακλεωνά, ετεροθαλούς αδελφού του πατέρα του, και της μητέρας του της Μαρτίνας οι οποίοι ακρωτηριάστηκαν (στον Ηρακλεωνά κόπηκε η μύτη ενώ στη μητέρα του η γλώσσα).
Ήδη από τα χρόνια του παππού του Ηρακλείου, ο ισχυρότερος εχθρός της Αυτοκρατορίας ήταν οι Σαρακηνοί (οι Μουσουλμάνοι Άραβες), οι οποίοι με στρατηγό τον Χαλίντ ιμπν Ουαλίντ κατέλαβαν στα πρώτα δύο χρόνια της βασιλείας του τεράστιες εκτάσεις, αποσπώντας από τους Βυζαντινούς μέχρι το 640 τη Παλαιστίνη, την Ιορδανία και τη Συρία. Το 641 την Αλεξάνδρεια μαζί με ολόκληρη την Αίγυπτο, το 642 ολόκληρη τη Συρία και την Παλαιστίνη, ενώ το 643 καταλήφθηκε και η Τρίπολη της σημερινής Λιβύης.
Το 650 ο στρατός του χαλίφη Μουαΐγια κατέστρεψε την Κύπρο και το 654 τη Ρόδο και την Κω. Ο Κώνστας, που στο μεταξύ όπως και ο παππούς του για τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του, παρακολουθούσε ανήμπορος και ανέτοιμος να τους αντιμετωπίσει, πέτυχε να συνάψει συμφωνία με τον Μουαΐγια το 659. Η συμφωνία έγινε δυνατή λόγω των εσωτερικών δυσκολιών που αντιμετώπιζε ο χαλίφης.
Σε όλα αυτά τα χρόνια, οι Άραβες εκτός των άλλων ανέπτυξαν ναυτική δύναμη, την οποία ως εκείνα τα χρόνια δε διέθεταν. Με το στόλο τους κατάφεραν να κυριαρχήσουν στο Αιγαίο και την υπόλοιπη νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Κατά τα χρόνια που οι Άραβες ανεμπόδιστοι ήλεγχαν τη θάλασσα και αντιλαμβανόμενος την ισχύ των εχθρών του, ο Κώνστας εξέτασε σοβαρά το ενδεχόμενο μεταφοράς της πρωτεύουσας στα δυτικά. Για το σκοπό αυτό, πραγματοποίησε ταξίδι στην Ιταλία, επιλέγοντας τις Συρακούσες ως πιθανότερη θέση της νέας πρωτεύουσας.
Την ίδια εποχή, διέταξε την εκτέλεση του αδελφού του Θεοδοσίου, προκειμένου να μη μοιραστούν την εξουσία, ορίζοντας διαδόχους του τους γιους του Κωνσταντίνο, Ηράκλειο και Τιβέριο.
Στις 15 Σεπτεμβρίου του 668, σε ηλικία 38 ετών, ο Κώνστας Β’ βρέθηκε δολοφονημένος στο λουτρό του στις Συρακούσες.
Ο Κώνστας δεν πραγματοποίησε μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες. Ασχολήθηκε πάντως με λεπτά θεολογικά ζητήματα, προσπαθώντας να εξουδετερώσει τις διάφορες αιρέσεις. Το 648, σε ηλικία μόλις 17 ετών, δημοσίευσε τον Τύπο, ένα έδικτο (edictum) που καθιστούσε ανενεργό το δόγμα του μονοθελητισμού. Το έδικτο καταδίκασε ο πάπας Μαρτίνος Α, με συνέπεια να συλληφθεί από τα αυτοκρατορικά αποσπάσματα και να οδηγηθεί στην Πόλη. Εκεί διαπομπεύτηκε και φυλακίστηκε.
O Κώνστας κατάφερε να διατηρήσει ζωντανή την αυτοκρατορία στα χρόνια του, δείχνοντας ικανότητα και θέληση.