Η Παναγία η Κουκουζέλισσα είναι θαυματουργή εικόνα που βρίσκεται στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας, στο Άγιον Όρος. Μπροστά σε αυτήν την εικόνα τελούνταν από πολύ παλιά στη Λαύρα η αγρυπνία του Σαββάτου του Ακαθίστου Ύμνου.
Μετά το τέλος, λοιπόν, αυτής της αγρυπνίας και απέναντι απ’ αυτήν την εικόνα συνέβη μια φορά να έχει αποκοιμηθεί ελαφρά στο στασίδι του ο κουρασμένος πρωτοψάλτης της μονής και τέως αρχιμουσικός του παλατιού άγιος Ιωάννης ο Κουκουζέλης, όταν είδε μπροστά του την Παναγία να του ανταποδίδει το «Χαίρε” και να του λέει: «Χαίρε Ιωάννη! Ψάλλε μου και εγώ δεν θα σε εγκαταλείψω”, ενώ συγχρόνως έβαζε στο χέρι του και ένα χρυσό νόμισμα που ξυπνώντας βρέθηκε πράγματι να το κρατάει ο άγιος.
Όταν αργότερα από την πολύωρη αγρυπνία και ορθοστασία, στις οποίες επιδόθηκε με ζήλο, προσβλήθηκαν τα πόδια του, η Θεοτόκος πάλι του εμφανίστηκε σε όνειρο και τον θεράπευσε. Η θαυματουργή αυτή εικόνα σήμερα βρίσκεται τοποθετημένη σε ξύλινο θρόνο μέσα στο ομώνυμο παρεκκλήσι της μονής.
Από το romfea.gr:
Τον 12ο αιώνα στο Δυρράχιο της Αλβανίας, κατοικούσε μια χήρα, βουλγαρικής καταγωγής, μαζί με το γιο της, που λεγόταν Ιωάννης.
Ήταν ευφυέστατος και είχε ζήλο για τα γράμματα και τον μοναχικό βίο, αλλά ήταν πολύ φτωχός.
Τον ονόμασαν Κουκουζέλην, διότι, όταν τον ερωτούσαν τι έτρωγε, αυτός απαντούσε πάντοτε Κούκον, και ζέλια δηλαδή κουκιά και χόρτα.
Φοίτησε στην Αυτοκρατορική Ακαδημία της Κωνσταντινούπολης. Ο Αυτοκράτωρ Κομνηνός τον προσέλαβε στα ανάκτορά του ως μουσικό γιατί εντυπωσιάστηκε από την υπέροχη και γλυκιά φωνή που είχε.
Ο Ιωάννης, παρά τις τιμές που απολάμβανε μες τα αυτοκρατορικά ανάκτορα, λυπόταν και δεν τον γέμιζε τίποτα από αυτές τις απολαύσεις. Ήταν ησυχαστής και σκεφτόταν τον μοναχικό βίο.
Ο πόθος αυτός της αφιέρωσης γινόταν όλο και πιο μεγάλος και εκείνη την εποχή έτυχε να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη ο Ηγούμενος της Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους.
Ο Ιωάννης είπε στον ηγούμενο, χωρίς να αποκαλύψει την πραγματική του ταυτότητα για τον πόθο που έκρυβε μέσα του.
Όταν ο Ηγούμενος ανεχώρησε για το Άγιο Όρος, ο Κουκουζέλης, για να μη τον αναγνωρίσουν και τον εμποδίσουν ντύθηκε ρακένδιτα προσποιούμενος τον δούλο και έφυγε. Εμφανίστηκε στον Ηγούμενο και του ζήτησε να τον πάρει ως μοναχό.
Ο ηγούμενος δεν τον αναγνώρισε και δεν τον δέχτηκε λόγω του νεαρού της ηλικίας του και επειδή ο Κουκουζέλης επέμενε, τον έστειλε να εργαστεί ως βοσκός στην περιοχή της Βίγλας.
Ο Αυτοκράτορας τον έψαχνε παντού, ακόμη και στο Άγιο Όρος, αλλά δεν μπόρεσε να τον βρει, μιας και κανείς δεν τον είχε αναγνωρίσει διότι έκρυβε την πραγματική του ταυτότητα.
Ο Ιωάννης αν και δεν έγινε μοναχός ακόμη ήταν πολύ ευτυχισμένος επειδή πλέον ήταν μόνος και αφιερωμένος στον Θεό μέσα από το διακόνημά του.
Κάποτε ένας ερημίτης ησυχαστής είδε από το σπήλαιο του, τον βοσκό ακουμπισμένο στην ποιμαντική ράβδο να ψέλνει ανύποπτος θαυμάσια τροπάρια προς την Παναγία.
Ήταν τόση μελωδικός στην φωνή του, ώστε και τα ζώα σταματούσαν την βοσκή και άκουγαν τις υπέροχες ψαλμωδίες.
Λέγεται επίσης πως τα ζώα τόσο πολύ εντυπωσιαστήκαν και μαγεύτηκαν από την αγγελική φωνή του, που σηκώθηκαν στα δυο τους πόδια και τον ακούγανε.
Ο ερημίτης ανέφερε το γεγονός αυτό εις τον Ηγούμενο, ο οποίος και κάλεσε τον βοσκό.
Ο Κουκουζέλης από τις κακουχίες και τις ασκήσεις είχε αποσκελετωθεί και όπως ήταν επόμενο ο Ηγούμενος δεν μπόρεσε να τον αναγνωρίσει.
Τότε αυτός αναγκάσθηκε να φανερώσει σ τον Ηγούμενο ποιος ήταν, μιας και ήταν πολύ διαδεδομένο πως ο Κομνηνός τον αναζητούσε.
Ύστερα από όλα αυτά ο Ηγούμενος πήγε στην Κωνσταντινούπολη. Παρουσιάστηκε στον Αυτοκράτορα, του ζήτησε να του δώσει τον λόγον του ο αυτοκράτωρ ότι για αυτό που θα το αποκάλυπτε δεν θα έπραττε τίποτα και του είπε, πως ο Κουκουζέλης έγινε μοναχός και τον παρεκάλεσε να του επιτρέψει να παραμείνει στο Μοναστήρι.
Ο Αυτοκράτορας συγκατένευσε, εφ’ όσον ο Ιωάννης είχε γίνει πλέον μοναχός και εζήτησε να προσεύχεται υπέρ της σωτηρίας της ψυχής του μη μπορώντας να κάνει κάτι άλλο αφού προηγουμένως είχε δώσει τον λόγο του.
Ο Ιωάννης έμεινε πλέον εις την Μονήν. Έκτισε πλησίον της Μονής ένα κελί και ένα εκκλησάκι των Αρχαγγέλων.
Τις 6 ημέρες της εβδομάδας μελετούσε, προσευχόταν και την Κυριακή πήγαινε και έψαλλε στη Μονή.
Ένα Σάββατο, αφού έψαλαν τον Ακάθιστο Ύμνο, είχαν φύγει όλοι οι μοναχοί από την Εκκλησία.
Ο Ιωάννης έμεινε μόνος και τελευταίος. Από την άσκηση και τις αϋπνίες τον πείρε ο ύπνος στο στασίδι του μπροστά από μία εικόνα της Παναγίας που συνήθιζε να κάθεται, τότε άκουσε μια φωνή να του λέει σιγανά:
-Χαίρε Ιωάννη! Και είδε μπροστά του την Παρθένο.
-Χαίρε και πάλιν Ιωάννη, άκουσε για δεύτερη φορά, αλλά δεν ξύπνησε.
-Ψάλλε μου, του είπε η φωνή για ΤΡΙΤΗ φορά, και εγώ δεν θα σε εγκαταλείψω και θα σε ανταμείψω.
Συγχρόνως, η Παναγία έβαλε στην παλάμη του ένα νόμισμα και έγινε άφαντη.
Ξύπνησε τότε ο Κουκουζέλης και είδε στην παλάμη του το νόμισμα!
Το νόμισμα εκείνο, οι Πατέρες κατόπιν, το τοποθέτησαν στην Εικόνα, την οποίαν έκτοτε ονομάζουν Κουκουζέλισσαν.
Η Εικόνα αυτή κάνει πολλά θαύματα, και το νόμισμα επίσης θαυματουργεί.
Ο Ιωάννης μετά από αυτό, έκανε περισσότερη προσευχή και υμνούσε την Θεοτόκο.
Ασθένησε όμως από την πολύ ορθοστασία και προσευχόταν καθημερινά στην Παναγία και η Παναγία εμφανίστηκε και πάλι στον Κουκουζέλη και τον έκαμε καλά.
Μετά από ένα μακρύ διάστημα φτάνοντας σε μεγάλη ηλικία ο Ιωάννης κάλεσε όλους τους μοναχούς στο κελί του και τους ζήτησε συγχώρεση.
Έψαλλε ένα τροπάριο στην Παναγία και παρέδωσε το πνεύμα του.
Η Εικόνα μπροστά στην οποία αποκοιμήθηκε ο Ιωάννης και του ενεφανίσθη η Παναγία ονομάστηκε Κουκουζέλεισσα και σήμερα βρίσκεται στο 2ο μεγαλύτερο παρεκκλήσι της Μονής πλησίον της Πύλης που είναι αφιερωμένο σε αυτήν.
Μπροστά της καίγονται τρεις ακοίμητες κανδήλες και καθημερινώς τελείτε παράκλησης προς την Υπεραγία Θεοτόκο.
Ο Ιωάννης ο Κουκουζέλης έμεινε στην ιστορία ως ο αγγελόφωνος ψάλτης και θεωρείτο μέχρι και σήμερα ο καλύτερος ψάλτης της Ορθοδοξίας και είναι ο Προστάτης των ιεροψαλτών.
Σπύρος Συμεών
http://www.romfea.gr/afieromata/2412-i-panagia-i-koukouzelissa-kai-o-ioannis