Η υποχρέωση του Βαγγέλη Μεϊμαράκη να τιμήσει το κόμμα του αυξάνεται, αν ληφθεί υπόψη ότι από τα χέρια του παραδόθηκε στον ασύδοτο Νεομητσοτακισμό.
Γραφει ο Γιώργος Λακόπουλος απο το ieidiseis.gr
Στα κόμματα, ο ηττημένος των αρχαιρεσιών, ακόμα και όταν δεν δρα ως πόλος συσπείρωσης απέναντι στον νικητή, παραμένει οιονεί εκπρόσωπος ενός τμήματος της κομματικής βάσης.
Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης αν και δεν έκανε δύσκολη τη ζωή του Κυριάκου Μητσοτάκη μετά την αναμέτρησή τους το 2016 -ορισμένοι ισχυρίζονται ότι δεν την έκανε ούτε στην αναμέτρηση-, παραμένει εκφραστής όσων τον θεωρούσαν κατάλληλο για πρόεδρο της ΝΔ.
Ακόμα και μετά την ανταλλαγή της επιρροής του με μια θέση ευρωβουλευτή, δίκην τιμητικής αποστρατείας.
Κινούμενος έκτοτε στον άξονα Στρασβούργο – Βρυξέλλες, ως επικεφαλής της ευρωομάδας της ΝΔ και αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, έχει ένα πλεονέκτημα: Την καθαρή εικόνα για τη διολίσθηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην εκτίμηση του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, των ΜΜΕ και εν τέλει των πολιτών της Ευρώπης.
Οι αποκαλύψεις για τις παρακολούθησες κορύφωσαν την πεποίθηση ότι στην Ελλάδα του Μητσοτάκη το κράτος Δίκαιου βρίσκεται σε υποχώρηση.
Ο συνεχιζόμενος βομβαρδισμός δημοσιευμάτων στα διεθνή ΜΜΕ θα πρέπει να τον κάνουν να αισθάνεται άβολα, ως εκπρόσωπος ενός κόμματος που κατηγορείται για παραβιάσεις του Συντάγματος και των ευρωπαϊκών αξιών, με παρακολουθήσεις πολιτικών αντιπάλων και δημοσιογράφων.
Εξίσου άβολο είναι να ανακαλεί στη μνήμη του ότι η οικογένεια Μητσοτάκη είχε στήσει, δια του πατρός και της κόρης του, μηχανισμό παρακολούθησης ακόμα και στελεχών της ΝΔ με πρώτο τον Μιλτιάδη Έβερτ.
Προφανώς καθόλου ευχάριστη δεν είναι και η ανάμνηση ότι στις πρώτες κάλπες για την ηγεσία, κάποιος οργάνωσε δολιοφθορά για να τις ακυρώσει υπέρ του Μητσοτάκη όπως αποδείχθηκε.
Αν όλα αυτά έχουν διαγραφεί από τον κύκλο των πραγμάτων που ευαισθητοποιούν τον παλιό γραμματέα της ΝΔ, επίλεκτο στέλεχος του Καραμανλισμού, τότε οι 160.000 Νεοδημοκράτες που τον ψήφισαν το 2016, έκαναν λάθος.
Έχοντας, ως ευρωβουλευτής, ελευθερία λόγου περισσότερο από άλλους κορυφαίους, διαγράφει τη διαδρομή του όσο παρακολουθεί άφωνος την καταστροφή της ΝΔ και τον διασυρμό της χώρας.
Όσο δεν σπεύδει να εκφράσει τα αισθήματα όσων τον είχαν εμπιστευθεί στην κούρσα για την αρχηγία, αλλά και για την Ευρωβουλή, εκπίπτει στα μάτια τους.
Με τους κοριούς ο Μητσοτάκης και η κομπανία του, χρεώνουν στο κόμμα που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής απεχθείς δραστηριότητες, που το εκθέτουν στην Ευρώπη ως μόρφωμα κατ’ εικόνα και ομοίωση του Ορμπανισμού.
Δεν ξέρουμε τι θα κάνουν επ’ αυτού ο Καραμανλής και ο Σαμαράς, πρώην αρχηγοί και πρώην πρωθυπουργοί.
Ο Μεϊμαράκης, όμως, έπρεπε ήδη να έχει μιλήσει, επειδή έχει πιο πρόσφατη «εντολή» της κομματικής βάσης και από τους δύο.
Η υποχρέωση να τιμήσει το κόμμα του αυξάνεται, αν ληφθεί υπόψη ότι από τα χέρια του παραδόθηκε στον ασύδοτο Νεομητσοτακισμό.