Η μάχη της Κραννώνας ήταν η αποφασιστική μάχη του Λαμιακού Πολέμου. Διεξήχθη το 322 π.Χ. στην Κραννώνα της Θεσσαλίας, ανάμεσα στις Μακεδονικές δυνάμεις του Αντίπατρου και μιας αντιμακεδονικής επαναστατικής δύναμης με επικεφαλής τους Αθηναίους. Κατέληξε σε Μακεδονική νίκη, που έπεισε (τελικά) τους αντίπαλους Έλληνες να ζητήσουν ειρήνη. Αυτό σημάδεψε το τέλος της (σχετικής) ελευθερίας των πόλεων – κρατών από τη Μακεδονική Ηγεμονία που είχε επιβληθεί στην Ελλάδα.
Φωτογραφία: Γενική άποψη του πεδίου μάχης της Κραννώνας
Όταν οι Αθηναίοι έμαθαν το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τον Ιούνιο του 323 π.Χ. αποφάσισαν να επαναστατήσουν ενάντια στη Μακεδονική Ηγεμονία που είχε επιβληθεί στην Ελλάδα. Επιστράτευσαν, λοιπόν, μια δύναμη μισθοφόρων και ενώθηκαν με πολλές άλλες πόλεις – κράτη.
Αρχικά οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοί τους είχαν επιτύχει τοπική αριθμητική υπεροχή ενάντια στον άμεσο αντίπαλό τους, τον Αντίπατρο, που ήταν τότε ο αντιβασιλιάς των Μακεδόνων στην Ευρώπη, γιατί τα στρατεύματά του στη Μακεδονία ήταν αριθμητικά περιορισμένα, εξαιτίας της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ανατολή. Έτσι, ο αντιμακεδονικός συνασπισμός βρήκε την ευκαιρία να επιτύχει την εκδίωξη των Μακεδονικών φρουρών από τη Νότια Ελλάδα. Έτσι ξεκίνησε ο Λαμιακός πόλεμος.
Αντίπαλοι ήταν από τη μία πλευρά το Μακεδονικό βασίλειο υπό τον Αντίπατρο και από την άλλη ο αντιμακεδονικός συνασπισμός των Αθηναίων, Κορινθίων, Αχαιών κ.ά.. Ο πόλεμος άρχισε με τη μάχη της Ηράκλειας, στις Θερμοπύλες, που κατέληξε σε ήττα του Αντίπατρου και υποχώρησή του στη Λαμία, καλώντας ενισχύσεις από την Ασία. Ακολούθησε η ναυμαχία των Εχινάδων, κατά την οποία ο Κλείτος ο Μέλας νίκησε τον αθηναϊκό στόλο υπό τον Ευετίωνα στις Εχινάδες νήσους. Σε αυτή τη ναυμαχία, οι Αθηναίοι έχασαν 60 πλοία. Ύστερα ακολούθησε η πολιορκία της Λαμίας, όπου βρισκόταν οχυρωμένος ο Αντίπατρος. Εκεί, κατά τη διάρκεια εφόδου, ο Αθηναίος στρατηγός Λεωσθένης σκοτώθηκε και τον αντικατέστησε ο Αντίφιλος. Αυτός έμαθε ότι ερχόταν ο Μακεδόνας στρατηγός Λεοννάτος, προς ενίσχυση των πολιορκημένων. Στη σύγκρουση που πραγματοποιήθηκε, σκοτώθηκε ο Λεοννάτος, κατά τη διάρκεια συμπλοκής με το αντιμακεδονικό ιππικό.
Η μάχη
Το 322 π.Χ., αφίχθηκαν νέες Μακεδονικές ενισχύσεις υπό τον Κρατερό, αριθμώντας 10.000 πεζούς, 1.000 τοξότες και 1.500 ιππείς, και ενώθηκε με το στρατό του πολιορκημένου Αντιπάτρου. Σε αυτούς προστέθηκαν και οι άνδρες του νεκρού Λεοννάτου οι οποίοι αριθμούσαν 40.000 πεζούς, 5.000 ιππείς και 3.000 τοξότες. Από την άλλη ο Αντίφιλος διέθετε 25.000 πεζούς και 3.500 ιππείς. Παρά την αριθμητική υπεροχή των Μακεδόνων, ο Αντίφιλος αποφάσισε να δώσει μάχη.
Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στην Κραννώνα της Θεσσαλίας, στις 7 Αυγούστου του 322 π.Χ.. Ο Αντίφιλος είχε παρατάξει όλο το ιππικό του στη δεξιά πτέρυγα, ενώ ο Αντίπατρος το δικό του ιππικό στην αριστερή του, απέναντι από το αντίπαλο. Ο Αντίφιλος βασίστηκε στην υψηλή φήμη και ικανότητα των Θεσσαλών ιππέων του.
Έτσι, η μάχη ξεκίνησε με την επίθεση του ιππικού του Αντίφιλου στο εχθρικό απέναντί του, προσπαθώντας, δηλαδή, να κερδίσει στη μάχη με το ιππικό του. Πράγματι, το αντιμακεδονικό ιππικό νίκησε το αριθμητικά υπεράριθμο μακεδονικό και το απώθησε. Αλλά κατά τη διάρκεια της ιππομαχίας το πεζικό του Αντίπατρου επιτέθηκε στο αντιμακεδονικό αντίστοιχο. Το αντιμακεδονικό πεζικό απωθήθηκε από το υπεράριθμο μακεδονικό σε πιο υψηλό έδαφος, από το οποίο όμως απέκρουσε κάθε μακεδονική επίθεση. Βλέποντας ότι το πεζικό τους είχε υποχωρήσει, το αντιμακεδονικό ιππικό, που είχε εν τω μεταξύ επικρατήσει επί του αντίπαλου μακεδονικού, απεμπλάκηκε από τη μάχη, αφήνοντας έτσι τελικά τη νίκη στα μακεδονικά χέρια.
Μετά τη μάχη
Μετά τη μάχη ο αντιμακεδονικός συνασπισμός αριθμούσε 500 νεκρούς, ενώ οι Μακεδόνες 130 νεκρούς. Παρ’ όλο που ο αντιμακεδονικός συνασπισμός διατηρούσε ακόμη αξιόμαχο στρατό, ήταν ξεκάθαρο ότι οι Μακεδόνες είχαν κερδίσει το πλεονέκτημα σε αυτόν τον πόλεμο. Μετά από σύσκεψη του Αντίφιλου με τον αρχηγό του ιππικού του, Μένονα της Φαρσάλου, στάλθηκε αντιπροσωπεία του αντιμακεδονικού συνασπισμού στον Αντίπατρο, για να συζητήσει όρους συνθηκολόγησης. Ο Αντίπατρος αρνήθηκε να διαπραγματευθεί με την αντιπροσωπεία του συνασπισμού, απαιτώντας ξεχωριστές αντιπροσωπείες ανά πόλη – κράτος.
Οι όροι αυτοί αρχικά απορρίφθηκαν από τους εκπροσώπους του αντιμακεδονικού συνασπισμού, αλλά έπειτα, αφού ο μακεδονικός στρατός κατέλαβε αρκετές θεσσαλικές πόλεις, προκάλεσε ρήγματα και αποστασίες στον αντιμακεδονικό συνασπισμό, που τελικά οδήγησαν στην υπογραφή ειρήνης ξεχωριστά με κάθε πόλη – κράτος, εκτός της Αθήνας. Αφού εγκαταλείφθηκε από τους συμμάχους της, η Αθήνα τελικά υποχρεώθηκε σε παράδοση άνευ όρων.
Ο Αντίπατρος επέβαλε στην Αθήνα την αλλαγή του πολιτεύματός της από δημοκρατικό σε τιμοκρατικό, με επικεφαλής τον Φωκίωνα, δηλαδή ένα είδος ολιγαρχίας στο οποίο θα θεωρούνταν στο εξής πολίτες με πλήρη δικαιώματα μόνο όσοι είχαν περιουσία τουλάχιστον 2.000 δραχμές. Ακόμη, η Αθήνα θα πλήρωνε πολεμική αποζημίωση, θα αποχωρούσε από τις κληρουχίες της στην Ίμβρο, στη Σκύρο, στη Λήμνο και στη Σάμο, θα δέχονταν μόνιμη μακεδονική φρουρά στη Μουνιχία και θα παραδίνονταν οι αντιμακεδόνες ρήτορες, με πρώτους τους Δημοσθένη και Υπερείδη.
Μετά τον Λαμιακό πόλεμο, άρχισαν οι συγκρούσεις των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου με σκοπό το μοίρασμα της τεράστιας αυτοκρατορίας του.
[wikipedia.org]