Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (Κωνσταντινούπολη, 3 Φεβρουαρίου 1791 – Αίγινα, 6 Αυγούστου 1865) ήταν κυρίαρχη προσωπικότητα στις τάξεις των εκσυγχρονιστών, διπλωμάτης και πολιτικός που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή του τόπου κατά την Επανάσταση και στις πρώτες μετεπαναστατικές δεκαετίες.
Έδρασε αρχικά στις παραδουνάβιες ηγεμονίες λαμβάνοντας πολιτικές θέσεις δίπλα στον θείο του Ιωάννη Καρατζά, εγκαταστάθηκε στην Πίζα (αποτελώντας επίλεκτο μέλος του ομώνυμου κύκλου) και στη συνέχεια κατέβηκε στην Ελλάδα για να λάβει μέρος στην επανάσταση του 1821. Α
ναρριχήθηκε στα ανώτατα αξιώματα σε σύντομο χρόνο αναλαμβάνοντας, διαδοχικά, πρόεδρος της Πρώτης Εθνοσυνέλευσης, του Εκτελεστικού Σώματος και στη συνέχεια του Βουλευτικού. Μετά την επανάσταση ηγήθηκε της αντιπολίτευσης εναντίον του Καποδίστρια, ως εκφραστής της αγγλικής πολιτικής και συμμετείχε ενεργά στην πολιτική ζωή της Ελλάδας διατελώντας τέσσερις φορές πρωθυπουργός, εντός της περιόδου 1822 – 1844.
Ο Μαυροκορδάτος είναι μια από τις περισσότερο αμφιλεγόμενες για την κοινή γνώμη προσωπικότητες της Επανάστασης.
Τα πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου του 1791 στο Μέγα Ρεύμα (νυν Αρναούτκιοϊ, Arnavutköy στα τούρκικα ), προάστιο της Κωνσταντινούπολης, και ήταν γιος του λογίου και αξιωματούχου (ποστέλνικου) στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες Νικολάου Μαυροκορδάτου (1744 – 1818) και της Σμαράγδας Καρατζά.
Από την πλευρά του πατέρα του καταγόταν από την ισχυρή φαναριώτικη οικογένεια Μαυροκορδάτου, ήταν δε τρισέγγονος του περίφημου Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου του «Εξ Απορρήτων» ενώ από την πλευρά της μητέρας του από την φαναριώτικη Οικογένεια Καρατζά. Διδάχτηκε τα πρώτα του γράμματα από οικοδιδάσκαλο και έμαθε από νωρίς να μιλά με εξαιρετική ευχέρεια την τουρκική και τη γαλλική. Την περίοδο 1807-1811 σπούδαζε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή.
Το 1812 ο θείος του Ιωάννης Καρατζάς ανήλθε στο αξίωμα του ηγεμόνα της Βλαχίας και τον προσλαμβάνει γραμματέα του. Σύντομα όμως ο Μαυροκορδάτος διακρίνεται και προάγεται στο αξίωμα του ποστέλνικου. Το 1818 και συγκεκριμένα στις 29 Σεπτεμβρίου ο Ιωάννης Καρατζάς, φοβούμενος για τη ζωή του, αναχωρεί από το Βουκουρέστι συνοδευόμενος από την οικογένειά του και διαφόρους αυλικούς, μεταξύ των οποίων και ο Μαυροκορδάτος.
Πρώτος σταθμός των φυγάδων ήταν η Γενεύη της Ελβετίας, όπου παρέμειναν για ένα εξάμηνο. Εκεί ο Μαυροκορδάτος παρακολούθησε μαθήματα οχυρωματικής, τα οποία θα εφάρμοζε αργότερα στο Μεσολόγγι. Έπειτα αναχώρησαν για την Πίζα της Ιταλίας, όπου συνάντησαν τον Μητροπολίτη Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας, στου οποίου το σπίτι εγκαταστάθηκαν. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του παρακολούθησε μαθήματα ιατρικής στο Πανεπιστήμιο και έλαβε μέρος σε επαναστατικές διεργασίες δημιουργώντας τον λεγόμενο «Κύκλο της Πίζας», ο οποίος διαδραμάτισε παρασκηνιακό ρόλο στην εξέλιξη της επανάστασης του ’21.
Το 1819 ο Μαυροκορδάτος μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Τσακάλωφ, ο οποίος τον είχε επισκεφθεί στην Πίζα μαζί με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο.β[›] Ο «κύκλος της Πίζας» θεωρούσε ότι η επανάσταση απαιτούσε περισσότερο χρόνο και μεγαλύτερη προετοιμασία, ενώ ήταν αντίθετος στην τοποθέτηση του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας. Στην Πίζα ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ανέπτυξε στενούς φιλικούς δεσμούς με τον Άγγλο ποιητή Πέρσι Σέλλεϋ και τη σύζυγό του, συγγραφέα, Μαίρη Σέλλεϋ, στην οποία δίδασκε αρχαία ελληνικά.
Μέσω της γνωριμίας του με τον Σέλλευ διοχέτευσε στον βρετανικό τύπο δύο επιστολές με σχόλια για την ελληνική επανάσταση, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στην Morning Chronicle, την εφημερίδα με την μεγαλύτερη κυκλοφορία της εποχής, και στο περιοδικό Examiner. Η φιλική αυτή σχέση φαίνεται να διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην σταδιακή απόσυρση της αφοσίωσής του προς τον ρόλο της Ρωσίας και στην επιφυλακτική στροφή του προς τα βρετανικά συμφέροντα.
Λίγο μετά την φυγή του Μαυροκορδάτου για την επαναστατημένη Ελλάδα, ο Σέλλευ του αφιέρωσε το ποίημα «Ελλάς: στην Εξοχότητά του πρίγκιπα Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο» (Hellas: «To His Excellency Prince Alexander Mavrocordato»), που δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο του 1821, εις ένδειξι «θαυμασμού, συμπάθειας και φιλίας».
Την περίοδο της παραμονής του στην ιταλική χερσόνησο έγραψε στα γαλλικά το έργο «Συνοπτικά περί Τουρκίας» (Coup d’ oeil sur la Turquie), το οποίο δεν εξέδωσε λόγω των φιλελεύθερων ιδεών που εξέφραζε, έστειλε όμως αντίγραφα σε διάφορες προσωπικότητες.
Η Επανάσταση του 1821
Με το ξέσπασμα της επανάστασης του ’21 ο Μαυροκορδάτος εξόπλισε ένα πλοίο, έπλευσε από το Λιβόρνο στην Μασσαλία, πήρε μαζί του Έλληνες της Ευρώπης και φιλέλληνες και ανεχώρησε για την Πάτρα πιστεύοντας ότι είχε ελευθερωθεί. Στην πορεία όμως έμαθε ότι βρισκόταν ακόμα στα χέρια των Οθωμανών γι’ αυτό εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι. Εκεί άρχισε αμέσως τις ενέργειες για τοπική πολιτική οργάνωση. Συναντάται με τον Δημήτριο Υψηλάντη τον Αύγουστο του ’21, ορίζεται πληρεξούσιός τουγ[›] και συγκαλεί την «Συνέλευσιν της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος» της οποίας εκλέγεται πρόεδρος.
Η διαφωνία του με τον Δημήτριο Υψηλάντη και η επακόλουθη συμμαχία του με τους προεστούς του δίνουν την ευκαιρία αλματώδους προώθησης: εκλέγεται πρόεδρος της πρώτης Εθνικής Συνέλευσης της Επιδαύρου (που την 1η Ιανουαρίου 1822 ψήφισε το «Προσωρινό Πολίτευμα της Ελλάδος» και στις 15 Ιανουαρίου εξέδωσε την περίφημη «Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας του Ελληνικού Έθνους»), πρόεδρος την ίδια μέρα του Εκτελεστικού Σώματος και αργότερα του Βουλευτικού. Η σύντομη Διακήρυξη που προτάσσεται στο «Προσωρινό Πολίτευμα» («πεμπτουσία της αρχής των εθνοτήτων») συντάχθηκε από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τον στενό του συνεργάτη Αναστάσιο Πολυζωίδη.
Αλλά οι θεσμοί και τ’ αξιώματα δεν ήταν αυτό που πρωτίστως χρειαζόταν η Ελλάδα. Έτσι ο Μαυροκορδάτος για να δυναμώσει τη θέση του και να εφαρμόσει τις περί συγκεντρωτικής εξουσίας ιδέες του αποφάσισε ν’ αναλάβει και στρατιωτική δράση.
Η επιτυχία όμως στον στρατιωτικό τομέα δεν ήταν ανάλογη με αυτήν στον πολιτικό. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, που πίστευε ότι αν πετύχαινε μια περιφανή νίκη εναντίον των τουρκικών στρατευμάτων θα κατάφερνε να επισκιάσει τους οπλαρχηγούς και να αποκτήσει ακόμα περισσότερο κύρος, οργάνωσε εκστρατεία στην Ήπειρο, η οποία οδήγησε στην αποτυχημένη μάχη του Πέτα. Είναι πάντως ο μόνος πρωθυπουργός που έλαβε προσωπικά ενεργό μέρος σε (τρεις) πολεμικές επιχειρήσεις.
Μάχη του Πέτα
Την άνοιξη του 1822 ο Χουρσίτ Πασάς ύστερα από διαταγή της Πύλης αναχώρησε για την Πελοπόννησο και την Ήπειρο· αρχηγός των τουρκικών δυνάμεων διορίστηκε ο Ομέρ Βρυώνης με εντολή να πολιορκήσει το Σούλι. Πολύ πριν από την εκδήλωση της τουρκικής επίθεσης εναντίον των Σουλιωτών, η κυβέρνηση λάμβανε εκκλήσεις από την Ήπειρο για αποστολή ενισχύσεων.
Επικεφαλής της εκστρατείας ήταν ο ίδιος ο Μαυροκορδάτος, ο οποίος συγκέντρωσε στρατό 3.000 ατόμων καθώς και σώμα Φιλελλήνων η αρχηγία των οποίων ανατέθηκε στον Γερμανό αξιωματικό Κάρολο Νόρμαν. Η πρώτη νικηφόρα μάχη δόθηκε στο Κομπότι της Άρτας στις 10 Ιουνίου. Τρεις εβδομάδες αργότερα στα υψώματα του Πέτα τα δύο στρατεύματα ήρθαν σε αποφασιστική σύγκρουση αλλά στην κρίσιμη στιγμή της μάχης ο οπλαρχηγός Γώγος Μπακόλας, όπως κατηγορήθηκε αργότερα, άφησε τους Τούρκους να περάσουν και οι Έλληνες βρέθηκαν σε δεινή θέση.
Ο Μαυροκορδάτος, όντας 6 ώρες μακριά από τον τόπο της μάχης, δεν μπορούσε να δώσει οδηγίες για οργανωμένη υποχώρηση (αλλά κι αυτές που είχε δώσει δεν εισακούστηκαν) με αποτέλεσμα Έλληνες και Φιλέλληνες να υποστούν πανωλεθρία. Εξοντώθηκαν τα δύο τρίτα των φιλελλήνων, οι μισοί Επτανήσιοι και το ένα τρίτο του Τακτικού, που ήταν και ο πρώτος τακτικός ελληνικός στρατός. Τα λάθη του Μαυροκορδάτου σε συνδυασμό με την προδοσία του Μπακόλα οδήγησαν όχι μόνο στην ήττα των Ελλήνων αλλά και στην διάλυση των οργανωμένων ελληνικών δυνάμεων της περιοχής, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι να προελάσουν μέχρι το Μεσολόγγι το οποίο και πολιόρκησαν.
Διπλωματία
Ο τομέας στον οποίο όλοι σχεδόν οι συγγραφείς, ακόμα και ο εχθρικότατος προς τον Μαυροκορδάτο Βερναρδάκης, αναγνωρίζουν την πολύτιμη προσφορά του Μαυροκορδάτου, είναι η διπλωματία. Είναι αξιοσημείωτο ότι ενεργούσε στον τομέα αυτό μόνος του και αυθαίρετα σχεδόν.
Αναφέρθηκε ήδη το σύγγραμμά του τού 1820 περί Τουρκίας. Και σ’ αυτό και στις άλλες επαφές του εξηγούσε ότι η πτώση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν όχι μόνον αναπόφευκτη αλλά και ωφέλιμη για τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Στην Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας φρόντισε να καθησυχάσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις διαχωρίζοντας τις θέσεις της Επανάστασης από τους Καρμπονάρους, Κομουνέρος κ.τ.τ., καταργώντας τα σύμβολα της Φιλικής Εταιρείας και καθιερώνοντας ως σημαία τη γαλανόλευκη. Και τελικά ήταν ο μόνος, μαζί με τον Μέττερνιχ, που κατάλαβε πως κάτι άλλαξε, όταν ανέλαβε υπουργός εξωτερικών της Αγγλίας ο Τζωρτζ Κάνινγκ. Ήταν από το χρονικό εκείνο σημείο που ο Μαυροκορδάτος έγινε αγγλόφιλος. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που ο ίδιος ο Καποδίστριας αναφέρει: «ο πρίγκιψ Μαυροκορδάτος και ο κ. Πανταζόγλου (απεσταλμένοι των ηγεμόνων Βλαχίας και Μολδαβίας) προσεπάθησαν να μοι αποδείξουν, ότι η διατήρησις της μετά των Τούρκων ειρήνης ήτο αδύνατος, και ότι, ως Έλληνες, ήσαν ανυπόμονοι να μάθουν ότι τα Ρωσσικά στρατεύματα ήσαν έτοιμα να διαβούν τον Προύθον. Αλλά από το 1818 που έγινε αυτή η συνάντηση μέχρι το 1828 οι Ρώσοι δεν κινήθηκαν. Έπρεπε οι Έλληνες να βρουν κάποιους άλλους.
Φρόντισε για την σύναψη του αγγλικού δανείου για το οποίο κατηγορήθηκε σφοδρότατα. ΄Οσο κι αν λόγω λονδρέζικης αρπακτικότητας και ελληνοπρεπούς διαχείρισης το δάνειο δεν απέδωσε τ’αναμενόμενα και θεωρήθηκε από πολλούς σαν αιτία του εμφυλίου πολέμου (που θα γινόταν βέβαια και χωρίς το δάνειο που απλώς βοήθησε την παράταξη που το πήρε να επικρατήσει), εν τούτοις ο κύριος σκοπός επετεύχθη: «να ενοχοποιήσει, ούτως ειπείν, την Αγγλίαν εν τη εκβάσει της ελληνικής επαναστάσεως» και να δώσει αφορμή «εις την έναρξιν αμοιβαίων σχέσεων» μεταξύ Ελλάδος και Αγγλίας, όπως έλεγε ο ίδιος ο Μαυροκορδάτος στις οδηγίες του.
Ο τεράστιος όγκος της αλληλογραφίας του περιλαμβάνει επιστολές προς κάθε κατεύθυνση, ακόμη και προς τον Γκέντς, σύμβουλο του Μέττερνιχ. Αλλά βέβαια την σπουδαιότερη σημασία είχαν οι επιστολές προς Κάνινγκ, ο οποίος τελικά απάντησε ως κυβέρνηση προς κυβέρνηση.
Ο Μαυροκορδάτος ήταν πεπεισμένος ότι για την απελευθέρωση της Ελλάδος ήταν απαραίτητη η εξωτερική βοήθεια. Είδαμε παραπάνω, ότι το 1818 ζητούσε από τους Ρώσους να εισβάλουν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αφού αυτό δεν έγινε, στράφηκε προς την Αγγλία χρησιμοποιώντας τώρα τη Ρωσία ως φόβητρο: η Επανάσταση, που θα συνεχιζόταν με κάθε κόστος, θα έφθειρε τόσο τις δυνάμεις της Τουρκίας που θα την καθιστούσε (μαζί και την Ελλάδα) εύκολη λεία της Ρωσίας, που θ’ αποφάσιζε κάποτε να κινηθεί με οποιαδήποτε πρόφαση. Ο Κάνινγκ εννόησε την απειλή (ενδεχομένως εκβιασμό): Η Αγγλία κινδύνευε ν’ αποκλειστεί από την ανατολική Μεσόγειο και ν’ αποκοπεί ο δρόμος της προς τις Ινδίες. Ο Μέτερνιχ επίσης είδε με τρόμο το ενδεχόμενο να καταπιεί η όμορος τότε της Αυστρίας Ρωσία όλη τη Βαλκανική και στην απόγνωσή του, μεταξύ δύο κακών, διάλεξε το μικρότερο και πρότεινε την πλήρη ανεξαρτησία της Ελλάδος. Όλος αυτός ο χειρισμός, που είχε τα αποτελέσματα που ξέρουμε, εξηγεί το κατά του Μαυροκορδάτου μένος των ρωσόφιλων συγγραφέων.
Τον Ιούλιο του 1825, μετά την απόβαση του Ιμπραήμ και τις καταστροφές στη Σφακτηρία και στο Μανιάκι, οι Έλληνες υπέγραψαν την πράξη με την οποία ζητούσαν να τεθούν υπό την αγγλική προστασία. Αυτή είναι μια από τις σοβαρότερες κατηγορίες κατά του Μαυροκορδάτου, ότι προσπάθησε δηλαδή να κάνει την Ελλάδα αγγλικό προτεκτοράτο. Ο ίδιος αρνήθηκε έντονα ότι είχε την παραμικρή ανάμειξη και υπάρχουν πράγματι αμφιβολίες[45], αλλά ο τελικός χειρισμός είναι μάλλον δικός του. Μένει τώρα να εξεταστεί αν η αίτηση αυτή είχε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, αν ενέπλεξε δηλαδή ακόμη περισσότερο την Αγγλία στη δίνη του Ελληνικού ζητήματος και την οδήγησε, μαζί με την ανησυχία για το δάνειο και τον φόβο των περιπλοκών, στο Ναυαρίνο.
Απόψεις συγχρόνων του
Μακρυγιάννης
«ο δουλευτής … των Τούρκων, ο Μαυροκορδάτος…ο αγαπημένος των τυράγνων» (σ. 144)
«απαρατήθη [από την πρωθυπουργία] κ’ έδειξε φιλελεύτερα αιστήματα» (σ. 179)
Κωνσταντίνος Μεταξάς
«καίτοι κυριευόμενος υπό φιλαρχίας, ήτον όμως ικανός, νουνεχής και με πείραν» (σ. 54)
Νικόλαος Σπηλιάδης
«θα καταδιαιρέσει τους Έλληνας, και θα καταστήσει θέατρον εμφυλίων πολέμων και ταραχών την Ελλάδα, και θα την ρίψει εις μυρίας συμφοράς…» (τ. Α΄σ. 355)
«Άρα ο Μαυροκορδάτος έσωσε το Μισολόγγι διά της γενναίας αποφάσεώς του και της επιμονής τού να κλεισθή εις αυτό, και διά της επιτηδειότητός του εις το να κερδίση καιρόν διαπραγματευόμενος με τους Τούρκους (τ. Α΄σ. 486)
Ιωάννης Φιλήμων
«να σπείρωσι [ο Μαυροκορδάτος και ο Νέγρης] την διχόνοιαν και μέχρις αυτής του χωρικού της καλύβης» (1837, προλεγόμενα στα Απομνημονεύματα του Παλαιών Πατρών Γερμανού, σ. 41)
«Διά παιδείας και πείρας πολιτικής, διά νοός ωρίμου και πνεύματος γενικού συγκεκροτημένος και όνομα φέρων εγνωσμένης οικογενείας ηγεμονικής, ο Μαυροκορδάτος ήνονε μεθ’ όλων αυτών και δυσπαράμιλλον αοκνίαν γραφικήν, και ζήλον πλήρη διά τον αγώνα, και μετριότητα [μετριοπάθεια] εσκεμμένην προς παν πολιτικόν βήμα, από των κατωτέρων προβαίνων εις τα ανώτερα» (1859, Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Δ΄ σ.190)
Νικόλαος Δραγούμης
«προς τη παιδεία εκέκτητο και νου οξύτητα και εμπειρίαν πραγμάτων και πυρετόν ενεργείας ακοίμητον.Είχε δε και την περί το αντιλαμβάνεσθαι και των πολυπλοκωτάτων ζητημάτων δύναμιν ισχυράν, άμα δε και το προτέρημα του πλατύνειν αυτά… και μεταδίδειν ευκρινώς προς τους άλλους» (τ. Α΄ σ.27)
Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος
«ο Μαυροκορδάτος υπήρξεν…ο εξοχώτερος πολιτικός ανήρ ον παρήγαγεν η επανάστασις, επενεργήσας ως ουδείς άλλος εις την τύχην του έθνους δια τε των αρετών αυτού και των ελαττωμάτων» (σ.37)
Δημήτριος Βερναρδάκης
«ο Μαυροκορδάτος προσήνεγκε μεν εις τον αγώνα πολυτίμους υπηρεσίας εξωτερικώς και διπλωματικώς, εσωτερικώς όμως υπήρξεν ο ολέθριος της Ελλάδος δαίμων» (σ. 32)
«…ως υπερέχοντος παντός άλλου κατά την νοημοσύνην και την πνευματικήν καθόλου ανάπτυξιν…» (σ. 33)
Αναστάσιος Γούδας
«ο ορθώτερον σκεπτόμενος νους, και…ο δεξιότερον διεξαγαγών τας εμπιστευθείσας πολιτικάς υποθέσεις…του αγώνος» (τ. ΣΤ΄ σ. 195)