«Θέλετε ν’ ανοίξετε αυτό το ντουλάπι, σας παρακαλώ;
Ο πίνακας, ναι, κοιτάξτε τον.
Δεν τον αναγνωρίζετε;
Είναι οι «Αδέκαστοι Δικαστές». Δεν ταράζεστε; Έχει λοιπόν κενά η καλλιέργειά σας;
Κι όμως, αν διαβάζατε εφημερίδες, θα θυμόσασταν την κλοπή, το 1934 στη Γάνδη, στον καθεδρικό ναό του Saint-Bavon, ενός από τα κομμάτια του περίφημου πολύπτυχου του Van Eyck, o «Μυστικός Αμνός».
Το κομμάτι αυτό ονομαζόταν οι «Αδέκαστοι Δικαστές».
Παρίστανε έφιππους δικαστές που ‘ρχονταν να προσκυνήσουν το ιερό ζώο.
Το αντικατέ- στησαν μ’ ένα έξοχο αντίγραφο, γιατί το πρωτότυπο δε βρέθηκε.
Ε λοιπόν, να το!
Όχι, δεν είμαι με τίποτε ανακατεμένος. Ένας θαμώνας του μπαρ Mexico City στο Αμστερνταμ, που είδατε τις προάλλες, τον πούλησε στο γορίλα για μια μπουκάλα, ένα βράδυ που ήταν μεθυσμένος.
Στην αρχή, συμβούλεψα το φίλο μας να τον κρεμάσει σε περίοπτη θέση και για πολύ καιρό, ενώ τους γύρευαν σ’ ολόκληρο τον κόσμο, οι ευλαβείς μας δικαστές ήταν θρονιασμένοι στο Mexico City, πάνω από μεθύστακες και νταβατζήδες. Έπειτα, αφού του το ζήτησα, ο γορίλας τον έβαλε εδώ να του τον φυλάω. Στράβωσε λίγο τα μούτρα του, αλλά φοβήθηκε όταν του εξήγησα την υπόθεση. Έκτοτε, αυτοί οι αξιότιμοι δικα- στές αποτελούν τη μοναδική μου συντροφιά.
Εκεί πέρα, είδατε τι κενό άφησαν πάνω απ’ τον πάγκο του μπαρ. Γιατί δεν επέστρεψα τον πίνακα; Α, εσείς έχετε ανακλα- στικά αστυνομικού! Ε λοιπόν, θα σας απαντήσω όπως θ’ απαντούσα στον ανακριτή, αν βέβαια μπορούσε να περά- σει τελικά απ’ το μυαλό κανενός πως ο πίνακας ξέπεσε στην κάμαρά μου.
Πρώτον, γιατί δεν ανήκει σε μένα, αλλά στο αφεντικό του Mexico City, και του αξίζει το ίδιο, όπως και του επισκόπου της Γάνδης.
Δεύτερον, γιατί κανένας απ’ όσους παρελαύνουν μπροστά απ’ το «Μυστικό Αμνό» δε θα ‘ξερε να διακρίνει το αντίγραφο απ’ το πρω- τότυπο, και συνεπώς κανείς δε ζημιώθηκε εξαιτίας μου.
Τρίτον γιατί, κατ’ αυτόν τον τρόπο, είμαι κυρίαρχος. Στο θαυμασμό του κόσμου προσφέρονται ψεύτικοι δικαστές κι είμαι ο μόνος που ξέρει τους αληθινούς.
Τέταρτον, γιατί έχω έτσι μια πιθανότητα να πάω φυλακή, που είναι κατά έναν τρόπο δελεαστική ιδέα.
Πέμπτον, γιατί αυτοί οι δικαστές πάνε να συναντήσουν τον Αμνό και δεν υπάρχει πια αμνός ούτε αθωότητα και, κατά συνέπεια, ο επιδέξιος λωποδύτης που έκλεψε το κομμάτι ήταν όργανο της άγνωστης δικαιοσύνης, στην οποία πρέπει να μην αντιταχθούμε.
Τέλος γιατί, κατ’ αυτόν τον τρόπο, διατηρούμε την τάξη. Εφόσον η δικαιοσύνη χωρίστηκε οριστικά από την αθωότητα, η μία πάνω στο σταυρό, η άλλη στο ντουλάπι, μου μένει το πεδίο ελεύθερο για να δουλέψω σύμφωνα με τις πεποιθήσεις μου. Μπορώ να εξασκήσω με ήσυχη τη συ- νείδησή μου το δύσκολο επάγγελμα του κριτή-μετανοητή, στο οποίο καταστάλαξα ύστερα από τόσες απογοητεύσεις και αντιφάσεις και που είναι ώρα, αφού φεύγετε, να σας πω επιτέλους τι είναι.»
του Alber Camu – La Chute (Η ΠΤΩΣΗ – μτφ netakias)