Σε βαρύ θεσμικό ατόπημα προέβη η Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπερασπιζόμενη ευθέως τον Δημήτρη Λιγνάδη.
Η αναφορά της, ανήμερα της γιορτής της Δημοκρατίας, στην υπόθεση του καταδικασμένου για δυο βιασμούς σκηνοθέτη και ηθοποιού και ενδεχομένως τρεις – μετά την έφεση του Εισαγγελέα Εφετών κατά της πρωτόδικης απόφασης περί «μη ορθής κρίσης» – προσβάλλουν τον ίδιο τον θεσμό καθώς η ίδια τόνισε ότι «η Δικαιοσύνη δεν απονέμεται με βάση το κοινό περί δικαίου αίσθημα, αλλά σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους», ενώ συμπλήρωσε ότι «τα θεσμικά αντίβαρα, δεν υποτάσσονται στις πλειοψηφίες και τους εφήμερους συσχετισμούς».
Απο το ieidiseis.gr
Συγκεκριμένα η Κατερίνα Σακελλαροπούλου υπογράμμισε: «Ο λαϊκισμός ριζώνει στις αντιφάσεις και τις ανισότητες, αμφισβητώντας ανοικτά τις βασικές αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Υπονομεύει τη διάκριση των εξουσιών και την ισορροπία του πολιτεύματος. Τα θεσμικά αντίβαρα, όμως, είναι θεμέλια του Κράτους Δικαίου και δεν υποτάσσονται στις πλειοψηφίες και τους εφήμερους συσχετισμούς. Η δικαιοσύνη δεν απονέμεται με βάση το κοινό περί δικαίου αίσθημα, αλλά σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους».
Αποφάσεις που δεν συνάδουν με το «κοινό περί δικαίου αίσθημα» της εποχής τους
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα έπρεπε να θυμάται, μερα που ήταν ότι υπήρξαν κορυφαίες αποφάσεις της Δικαιοσύνης που δέχτηκαν σφοδρή κριτική γιατί πραγματικά φάνηκαν να μη συνάδουν με το «κοινό περί δικαίου αίσθημα» της εποχής τους.
Και η σφοδρή κριτική δικαιώθηκε από την Ιστορία.
Όπως για παράδειγμα η απόφαση κάποιων δικαστών το 1974 να χαρακτηρίσουν «στιγμιαίο» το έγκλημα της εγκαθίδρυσης της δικτατορίας, με αποτέλεσμα να παρασχεθεί ασυλία σε όλους τους υπουργούς της χούντας οι οποίοι δεν δικάστηκαν ποτέ. Ή επίσης οι ποινές χάδι της Δικαιοσύνης στους βασανιστές της χούντας οι οποίοι την γλίτωσαν είτε με μικρές φυλακίσεις είτε δεν πέρασαν ούτε μια βόλτα από τις φυλακές. Είναι πολύ πιθανό η κρίση της σημερινής Προέδρου της Δημοκρατίας να είναι ότι η δημοκρατική κριτική σ αυτές τις κατάπτυστες δικαστικές αποφάσεις να είναι ότι αποτελούν «λαϊκισμό» και «δημαγωγία».
Την ίδια στιγμή, πάντως, νομικοί παρατηρητές εκφράζουν την έκπληξή τους εκτιμώντας ότι οι αναφορές της Προέδρου στην υπόθεση Λιγνάδη μπορεί να θεωρηθούν ευθεία παρέμβαση στο έργο της δικαιοσύνης. Αν η κριτική στη δικαστική απόφαση συλλήβδην καταδικάζεται από την Πρόεδρο ως «λαϊκισμός» τότε είναι προφανές ότι τίθεται σε αμφισβήτηση και η πρωτοβουλία της Εισαγγελίας να επανεξεταστεί η απόφαση γιατί περιέχει στοιχεία έλλειψης «ορθής δικαστικής κρίσης». Μήπως λοιπόν, διερωτώνται, η Πρόεδρος κρίνει ως «λαικίστικη» και «δημαγωγική» και την πρωτοβουλια της Εισαγγελίας;
Εν τω μεταξύ, πολιτικοί παρατηρητές εκτιμούν ότι η Πρόεδρος της Δημοκρατίας αντικειμενικά με πολλές παρεμβάσεις της επιλέγει,συνειδητά ή ασυνείδητα, να ταυτίζεται με κεντρικές επιλογές της κυβέρνησης. Ακόμη και οι θέσεις που εξέφρασε για την Ουκρανία ταυτίζονται επί της ουσίας με τις απόψεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αγνοώντας εντελώς προβληματισμούς και επισημάνσεις που προέρχονται από τα κόμματα της αντιπολιτευσης. Όμως αυτό ακυρώνει τον ενωτικό, εθνικό και υπερκομματικό της ρόλο που το Σύνταγμα καθορίζει για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Τον μετατρέπει απο θεσμικό εγγυητή της εθνικής ενότητας σε «συνιστώσα» της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Κανένας ζήλος για την υπόθεση Νοβάρτις
Πάντως η Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλό θα ήταν πριν στηλιτεύσει τις κριτικές για μια τουλάχιστον αμφιλεγόμενη απόφαση ενός δικαστηρίου για τον Λιγναδη να συμβουλευτεί τα κείμενα των θεμελιωτών του ελληνικου Συνταγματισμού Αλεξάνδρου Σβώλου και Αριστόβουλου Μάνεση για τη σχέση των δικαστικών αποφάσεων και του δημοσίου «αισθήματος». Αν τους έχει ξεχάσει στον «γυάλινο πύργο» της Ηρώδου Αττικού, υποσχόμαστε να της τα υπενθυμίσουμε τις επομενες μερες.
Γιατί και ο Μάνεσης και ο Σβώλος είχαν επικρίνει με σφοδρότητα ατυχές δικαστικές αποφάσεις χωρίς να φοβούνται ότι κάποιοι θα τους χαρακτήριζαν «λαϊκιστές» και «δημαγωγούς». Μια ευρυμαθής νομικός, όπως η νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας,δεν μπορεί να υποκύπτει είτε στην αμάθεια είτε στην αμνησία.
Οταν πριν από λίγες μέρες μια άλλη δικαστική απόφαση για την ουσιαστική απαλλαγή από τις κατηγορίες για τη Νοβάρτις ενός πρώην υπουργού και μιας εισαγγελέως αντιμετώπισε σφοδρότατες επικρίσεις απο κορυφαία πολιτικά στελέχη η Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έδειξε τόσο μεγάλο ζήλο να υπερασπιστεί το «ανεπηρέαστο» της δικαιοσύνης, όσο έδειξε στην υπόθεση του καταδικασθέντος για βιασμούς ανηλίκων Δημήτρη Λιγνάδη.