Η στάση της Κομισιόν για την επίθεση του Ταγίπ Ερντογάν στον Κυριάκο Μητσοτάκη προκαλεί αλγεινές εντυπώσεις και επιβεβαιώνει ότι ουσιαστικά ΕΕ κάνει τα στραβά μάτια στις αδιανόητες και αυξημένες προκλήσεις της Τουρκίας στη χώρα μας.
Η εκπρόσωπος της Επιτροπής, Ντάνα Σπίναν κληθήσα να σχολιάσει την επίθεση του Ερντογάν στον Έλληνα πρωθυπουργό, ο οποίος δήλωσε ότι για εκείνον… απλά δεν υπάρχει ο Μητσοτάκης και δεν πρόκειται να συναντηθεί μαζί του, αρκέστηκε να απαντήσει ότι η Ε.Ε. ενθαρρύνει τις καλές σχέσεις των δύο χωρών!
«Σε γενικές γραμμές προωθούμε και ενθαρρύνουμε την καλή συνεργασία μεταξύ ηγετών, ειδικότερα μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας και ελπίζουμε ότι το θετικό κλίμα θα επανέλθει και θα αντικατοπτριστεί σε δηλώσεις και δράσεις στην περιοχή» δήλωσε η εκπρόσωπος της Επιτροπής.
Σχετικά με τις τελευταίες εξελίξεις στα Βαρώσια, η εκπρόσωπος της Επιτροπής δήλωσε ότι «τις παρακολουθούμε με μεγάλη ανησυχία». Υπενθύμισε, ότι η τουρκική κυβέρνηση, καθώς και η ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας γνωρίζουν πολύ καλά τη θέση της ΕΕ για τα Βαρώσια. «Συνεχίζουμε να καθοδηγούμαστε από τα σχετικά ψηφίσματα ασφαλείας των Η.Ε., βάσει των οποίων η όποια απόπειρα για εγκατάσταση σε οποιοδήποτε μέρος της πόλης, από μη κατοίκους της, είναι μη αποδεκτή. Καμία δράση δεν πρέπει να αναληφθεί στα Βαρώσια, η οποία δεν είναι συμβατή με αυτά τα ψηφίσματα. Το άνοιγμα νέων τμημάτων της παραλίας, ή η προετοιμασία για τη θερινή περίοδο, όπως αναφέρουν τα μέσα ενημέρωσης, είναι ένα ακόμα βήμα προς τη λάθος κατεύθυνση», τόνισε η Ντάνα Σπίναν.
Πρόσθεσε, επίσης, ότι η ΕΕ υπογραμμίζει, όπως έχει κάνει και στο παρελθόν, την ανάγκη να αποφευχθούν μονομερείς ενέργειες που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο, καθώς και νέες προκλήσεις που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν εντάσεις στο νησί και να εκτροχιάσουν τις εν εξελίξει προσπάθειες για την εξεύρεση κοινού εδάφους για τη διευθέτηση του Κυπριακού, σύμφωνα με τα ψηφίσματα ασφαλείας των Η.Ε..
Τέλος, σύμφωνα με το ΑΠΕ, σχετικά με το οικονομικό «πρωτόκολλο» που υπεγράφη μεταξύ της Τουρκίας και του ψευδοκράτους, η Επιτροπή ανέφερε τα εξής: «Η ελευθερία της έκφρασης και του Τύπου είναι βασικά θεμέλια της Δημοκρατίας και του κράτους δικαίου και η χρήση ενός ποινικού νόμου ως μέσου πίεσης σε επικριτικές φωνές είναι απαράδεκτη».