Το χαμένο όραμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Του Γεωργίου Παπασίμου

Παρά τις μεγάλες ενοποιητικές προσπάθειες της Ευρώπης από τη δεκαετία του ’50, εβδομήντα δύο χρόνια μετά τη διακήρυξη Σουμάν στις 9-5-1950, και την προώθηση σε μεγάλο βαθμό της αλληλεγγύης για την υπέρβαση των αντιθέσεων σε συνδυασμό με την άνοδο της ευημερίας και του βιοτικού επιπέδου, καθώς και τη διαμόρφωση ενός σημαντικού πλαισίου αρχών, που αφορούν τα δικαιώματα, ατομικά και συλλογικά, η Ευρώπη δεν μπόρεσε λόγω της πρόταξης των εθνικών συμφερόντων (βλ. Γερμανία) να προχωρήσει σε ουσιαστική εμβάθυνση και πολιτική ενοποίηση, έτσι ώστε να θέσει τις βάσεις για τη σταδιακή μετατροπή της σε αυτόνομο γεωπολιτικό πόλο.

Αυτή η πραγματικότητα έχει οδυνηρές συνέπειες πλέον και για την ίδια την τύχη της ως Ε.Ε., αφού στον σημερινό πολυπολικό κόσμο που διαμορφώθηκε μετά την περίοδο της Pax Americana, εξαιτίας της κατάρρευσης του τείχους του Βερολίνου και της ΕΣΣΔ, δεν αρκεί μόνο η οικονομική ισχύς για την προώθηση των ευρωπαϊκών συμφερόντων, αλλά απαιτείται παράλληλα ισχυρή αμυντική ισχύς και ισχυρή εξωτερική πολιτική. Ο οδυνηρός πόλεμος στην Ουκρανία και η ρωσική εισβολή σε αυτή τη χώρα, που είναι ο πρώτος πόλεμος μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο σε ευρωπαϊκό έδαφος, διέλυσε τις ψευδαισθήσεις των δυτικών ελίτ και της ασθενούς ευρωπαϊκής πολιτικής ηγεσίας.

Η πρόδηλη ανεπάρκεια εξωτερικής πολιτικής και αμυντικής δυνατότητας της Ε.Ε. υποχρέωσαν όλες τις ευρωπαϊκές χώρες να προστρέξουν στο μέχρι τότε «εγκεφαλικά νεκρό», κατά Μακρόν, ΝΑΤΟ. Αυτό όμως σημαίνει μαθηματικά μετάβαση στην πλήρη επικυριαρχία των ΗΠΑ, ο στόχος των οποίων είναι να μετατραπεί η Ευρώπη σε προγεφύρωμα της έναντι του ισχυρού αντιπάλου που διαμορφώνεται, δηλαδή του ασιατικού μπλοκ υπό την Κίνα κλπ.

Η αμερικανική όμως στρατηγική της διπλής ανάσχεσης, δηλαδή η περιθωριοποίηση και ο περιορισμός των δυνατότητων της Ρωσίας και στη συνέχεια η προσπάθεια εγκλωβισμού της Κίνας έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα. Και αυτό γιατί τόσο η Ρωσία όσο και η Ουκρανία αποτελούν οργανικά τμήματα της ευρωπαϊκής ηπείρου και βασικές συνιστώσες μιας ευρύτερης ευρωπαϊκής ομπρέλας ασφαλείας στο μεγάλο και ουτοπικό, όπως αποδείχθηκε στόχο μιας Ενωμένης Ευρώπης από τη Μεσόγειο ως τα Ουράλια.

Για τούτο οι ευθύνες της Ε.Ε. είναι ιστορικές λόγω του γεγονότος ότι δεν έλαβε καμία πρωτοβουλία να αποτρέψει αυτό τον πόλεμο παρεμβαίνοντας έγκαιρα όταν οι συνθήκες το επέτρεπαν και το απαιτούσαν (μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και του Ανατολικού Μπλοκ) για τη δημιουργία οργανικής ισορροπίας ασφαλείας που θα κάλυπτε και τις δίκαιες ρωσικές ενστάσεις ως προς το θέμα αυτό λόγω της υπερεπέκτασης του ΝΑΤΟ, το οποίο δεν θα είχε κανένα λόγο ύπαρξης αν αυτή είχε κινηθεί, όπως έπρεπε ενισχύοντας τη δική της αυτόνομη αμυντική ισχύ.

Η πρόταξη όμως των εθνικών συμφερόντων (κυρίως της Γερμανίας), που μετά την ενοποίηση της έκανε τα πάντα για να επιβάλει τη «γερμανοποίηση» της Ε.Ε. οδήγησε στην απώλεια μιας μεγάλης ιστορικής ευκαιρίας να αποκτήσει αυτή αυτόνομο γεωπολιτικό ρόλο σε ένα κόσμο, που διαμορφώνεται σε πολυπολική μορφή μετά την εμφάνιση των «ρυτίδων» της αμερικανικής ηγεμονίας στις προηγούμενες δεκαετίες.

Λόγω της οικονομικής δύναμης και του πολιτισμικού βάρος, που διέθετε η Ευρώπη, αν είχε προχωρήσει σε σοβαρή πολιτική ενοποίηση με κοινή εξωτερική πολιτική και αμυντική θωράκιση θα μπορούσε να παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της νέας παγκόσμιας ισορροπίας και όχι απλώς να συνεχίσει να αποτελεί εσαεί τον «γραμματοκομιστή» των ΗΠΑ.

Αλλά πέραν της απώλειας αυτής της ιστορικής ευκαιρίας για την μετατροπή της Ευρώπης σε αυτόνομο γεωπολιτικό ρόλο, ο πόλεμος στην Ουκρανία απειλεί με έμφραγμα τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Η πλήρης ενεργειακή εξάρτηση των ευρωπαϊκών χωρών από το ρωσικό αέριο προδιαγράφει ένα τρομακτικό μέλλον για τις ευρωπαϊκές οικονομίες και τη κοινωνική ισορροπία της.

Οι εκλογές στη Γαλλία και η σημαντική άνοδο της ακροδεξιάς στο ποσοστό του 42% δείχνουν τις μελλοντικές συνέπειες, εάν δεν αντιμετωπιστεί με ριζικό τρόπο η μεγάλων διαστάσεων βόμβα της ακρίβειας και της ανέχειας, που απειλεί μεγάλα ευρωπαϊκά κοινωνικά τμήματα. Και ενώ για την πλήρη εξάρτηση της Ευρώπης από το φυσικό αέριο της Ρωσίας τη μεγαλύτερη ευθύνη την έχει το γερμανικό κατεστημένο, που τη θεμελίωσε από τη δεκαετία του ’70, η σημερινή γερμανική ηγεσία αρνείται τη σύσταση ενός ταμείου συνοχής, ύψους 250 δις για την αντιμετώπιση του ενεργειακού προβλήματος και της ακρίβειας κατά το πρότυπο του ταμείου ανάκαμψης που δημιουργήθηκε για την αντιμετώπιση των συνεπειών του covid-19, επιφυλάσσοντας έτσι μια νέα μεγάλη οικονομική κρίση και ανεξέλεγκτες κοινωνικές εκρήξεις.

Και στο τομέα αυτό θα πληρώσουμε τα επίχειρα της γερμανοποίησης της Ε.Ε. κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, που είχε ως συνέπεια την τρομακτική αβελτηρία αυτής να αποκτήσει στοιχειώδη ενεργειακή αυτονομία αξιοποιώντας τους δικούς της φυσικούς πόρους, όπως για παράδειγμα τα ευρωπαϊκά κοιτάσματα φυσικού αερίου, δηλαδή τα Ελληνικά και Κυπριακά, σπεύδοντας πριν λίγο καιρό να υπονομεύσει χάριν των αμερικανικών οικονομικών συμφερόντων, αλλά και των τουρκικών επιδιώξεων στην ανατολική Μεσόγειο τον αγωγό Eastmed, που αντικειμενικά ως αυτοτελής ευρωπαϊκός αγωγός θα αποτελούσε την πρώτη σοβαρή προσπάθεια για την ευρωπαϊκή ενεργειακή αυτονομία και τη σύνδεση της με άλλες πηγές της Μέσης Ανατολής.

Μπροστά σε αυτή την οδυνηρή πραγματικότητα αναζητείται ματαίως η υπέρβαση της ευρωπαϊκής αφωνίας ακόμα και σε ένα ζήτημα που πρωτίστως αφορά την ευρωπαϊκή ασφάλεια και ενότητα. Οι σημερινές θλιβερές ηγεσίες, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, για μια ακόμα φορά σύρουν τον χορό του ενταφιασμού της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και της προοπτικής της Ευρώπης ως αυτόνομου γεωπολιτικού πόλου.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ