Βασίλης Δημ. Χασιώτης
Έχουν περάσει 13 χρόνια από τις 16 Ιουνίου του 2009, όταν οι ηγέτες των Χωρών BRICs (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα) στη σύνοδο κορυφής στο Αικατερίνμπουργκ της Ρωσίας, κατάθεταν το αίτημά τους για την δημιουργία μιας «δίκαιης, δημοκρατικής και παγκόσμιας τάξης» ( https://el.wikipedia.org/wiki/BRICS ).
Και ιδού που ένα (καθόλου μη αναμενόμενο) «συμβάν», ο πόλεμος στην Ουκρανία, έδωσε το έναυσμα οι δύο ισχυρότεροι «εταίροι» της παραπάνω ομάδας Χωρών (που ως προς τον αριθμό της έχει εξελιχθεί, όμως εδώ, δεν προτιθέμεθα να κάνουμε μια ανασκόπηση της πορείας αυτής της Ομάδας), Ρωσία και Κίνα (με την Βραζιλία μάλλον να μην υπάρχει λόγος εμπλοκής της επί του παρόντος, όπως και της Ινδίας -σε μικρότερο βαθμό σε σχέση με την Βραζιλία, αρκούμενες στην μη επιβολή κυρώσεων στην Ρωσία, μαζί με άλλες βεβαίως Χώρες εκτός των Χωρών BRICs), με επικεφαλής την Ρωσία και την Κίνα όπως δείχνουν τα πράγματα να είναι ενήμερη αυτής της προθέσεώς της, να αποφασίσει να αμφισβητήσουν «επί του πεδίου» τον ρόλο της Δύσης (και κυρίως των ΗΠΑ), ως τον κυρίαρχο ερμηνευτή του Διεθνούς Δικαίου και του εκφραστή της Παγκόσμιας Τάξης Πραγμάτων.
Έτσι, δεν είναι καθόλου τυχαίο πως η Κίνα «εισήλθε» στο «παιχνίδι» με μια ξεκάθαρη φιλορωσική και ταυτόχρονα αντιδυτική και αντιαμερικανική ρητορική, μη αποδεχόμενη τις εναντίον της Ρωσίας κυρώσεις των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, και το κυριότερο, ουσιαστικά αμφισβητώντας το «προνόμιο» της Δύσης (και κυρίως των ΗΠΑ), να αποτελεί τη Δύναμη εκείνη που διαμορφώνει και επιβάλλει τις όποιες «Παγκόσμιες Τάξεις Πραγμάτων». Όπως έχω ήδη σημειώσει σε προηγούμενο άρθρο μου, είτε η Δύση θα «διευρύνει» τον κύκλο των μόνιμων μελών της άτυπης πλην με ουσιαστικά παραγόμενα αποτελέσματα στο Παγκόσμιο Γίγνεσθαι ομάδας των G7, (ουσιαστικά παγκόσμιας κυβέρνησης) με την είσοδο σ’ αυτή τουλάχιστον της Ρωσίας, Κίνας και Ινδίας, είτε η Ομάδα των Χωρών BRICs (με τη συμμετοχή και άλλων Χωρών που ήδη περιλαμβάνονται σ’ αυτή), θα προχωρήσουν (και, τουλάχιστον αυτό, θα επιχειρήσουν) κάποια στιγμή, να δημιουργήσουν μια παράλληλη και ανταγωνιστική Αντι-Δυτική «Παγκόσμια Τάξη», με τα δικά της «Παγκόσμια Όργανα», όπως τον δικό της ΠΟΕ, το δικό της ΔΝΤ και την δική της «Παγκόσμια Τράπεζα» (ήδη προχώρησαν στη δημιουργία μιας «Αναπτυξιακής Τράπεζας»).
Η «είσοδος» της Κίνας στην αντιπαράθεση «Δύσης» – Ρωσίας μα αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία, ίσως σε λίγο καιρό να υπερβεί σε «ενδιαφέρον» κι αυτόν τον πόλεμο στην Ουκρανία (αδιάφορο αν εν τω μεταξύ θα έχει τελειώσει ή όχι), αν η «Δύση» επιμείνει στον παγκόσμιο πατερναλιστικό της ρόλο, αντιμετωπίζοντας την Κίνα (και ασφαλώς και τη Ρωσία), ως εάν να έχει απέναντί της Χώρες σαν αυτές που κατά καιρούς είτε με την ευλογία του ΟΗΕ, είτε χωρίς αυτή την «ευλογία», είτε ως ΝΑΤΟ, εισέβαλε ή βομβάρδιζε, Χώρες που κατά τη κρίση της έπρεπε να υποστούν εισβολή ή βομβαρδισμό.
Εδώ, όμως, δεν είναι μονάχα η διαφαινόμενη αποφασιστικότητα Ρωσίας και Κίνας να «τεστάρουν» την αποφασιστικότητα της «Δύσης» να υποστηρίξει τον αξιοζήλευτο τίτλο της του Παγκόσμιο Ρυθμιστή, που να απαιτεί από όλους να στοιχίζονται πίσω από τις όποιες αποφάσεις της, και κυρίως εκείνες που έχουν να κάνουν με πτυχές της Παγκόσμιας Τάξης Πραγμάτων, μια «Τάξη Πραγμάτων» με σαφές «Δυτικό» περιεχόμενο.
Σημαντικός θα είναι και ο ρόλος του πώς η «Δύση» (και κυρίως οι ΗΠΑ), θα «διαβάσει» αυτή την «αποφασιστικότητα» ή θα την ερμηνεύσει ως κάτι που μπορεί να αποτελεί μια πρόσκαιρη «έξαψη» των Αντι-Δυτικών πνευμάτων εκ μέρους αυτών των Χωρών και των συμμάχων τους.
Σε ό,τι με αφορά, αυτό που πιστεύω είναι τούτο : Η «πρόκληση» προς την Ισχύ της Δύσης, μέσω ενός πολέμου αυτής της κλίμακας και σημασίας, είναι τέτοια, ώστε να μην μπορεί παρά να οδηγήσει σε ίσης κρισιμότητας συγκυριών, που ενδεχομένως να θεωρηθούν ως «ευκαιρία» εκ μέρους των Χωρών BRICs και όσων ήδη τις ακολουθούν ή θα επιθυμούσαν να τις ακολουθήσουν, και κυρίως της Κίνας της Ρωσίας (ίσως δε και της Ινδίας), να δοθεί μια «αποφασιστική απάντηση» στην Παγκόσμια Κυριαρχία της Δύσης, το περιεχόμενο της οποίας θα εξαρτηθεί τόσο στο επίπεδο της εκδήλωσης όσο και στο επίπεδο της «απάντησης» στην όποια «Δυτική» αντίδραση, από το περιεχόμενο της («Δυτικής» αυτής) «απάντησης».
Η προσωπική μου γνώμη, είναι πως η Δυτική Παγκόσμια Κυριαρχία δεν βρίσκεται σε κάποιο ορατό στάδιο που να απειλείται ουσιαστικά, όμως, την ίδια στιγμή, οι διεργασίες υπονόμευσης αυτής της ισχύος της, τόσο οι υπόγειες όσο και ορατές, μπορούν να εκδηλωθούν με ένταση και σε χρόνο, που κάθε άλλο παρά προβλέψιμα είναι.
Όμως ένα είναι βέβαιο : πως αυτές οι διεργασίες είναι πραγματικές, συμβαίνουν, εξελίσσονται, και πως όση ισχυρή επιθυμία και αποφασιστικότητα η Δύση να διατηρήσει τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στο Παγκόσμιο Γίγνεσθαι, άλλο τόσο ισχυρή είναι η επιθυμία και αποφασιστικότητα άλλων Μεγάλων Αντι-Δυτικών Δυνάμεων να αμφισβητήσουν και επιχειρήσουν να καταργήσουν αυτόν τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Εδώ, στρατηγικές και τακτικές, τόσο στο επίπεδο του σχεδιασμού όσο και της εκτέλεσής τους, θα είναι αποφασιστικής σημασίας, τόσο για τις «μάχες» που θα δοθούν όσο όμως και για την έκβαση του ίδιου του «πολέμου». «Υποχωρήσεις», «προωθήσεις», ή «καθυστερήσεις», μπορεί και να μην αποτελούν παρά τακτικές που όμως έχουν ως στόχο απλώς την συσκότιση γύρω από τους πραγματικούς στρατηγικούς τους στόχους.
Πέραν όμως όλων των ανωτέρω, μια είναι η πραγματικότητα : ότι υπάρχει ένα ενεργό Αντι-Δυτικό Μέτωπο, συγκροτούμενο από Μεγάλες Αντι-Δυτικές Δυνάμεις, και την πραγματικότητα αυτή η «Δύση» καλείται πλέον να την αντιμετωπίσει ως ένα υπαρκτό και εν εξελίξει ζήτημα. Θα εμμείνει στον αποκλεισμό των Μεγάλων Αντι-Δυτικών Δυνάμεων από την Παγκόσμια Διακυβέρνηση των G7, με ό,τι αυτό σημαίνει, ή θα επιχειρήσει να τις ενσωματώσει ως ισότιμα μέλη της, ομοίως με ό,τι αυτό σημαίνει;