Από το βιβλίο του Στρατή Μυριβήλη « Η ζωή εν τάφω» το απόσπασμα «Ο λόφος με τις παπαρούνες». Το διαβάζαμε στα παλαιότερα Αναγνωστικά. Στα νέας κοπής γλωσσικά εγχειρίδια εξοβελίστηκε. Προφανώς ο Μυριβήλης λογοκρίθηκε λόγω του… εθνοκεντρισμού του. Είμαστε στην περίοδο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Ρώσοι και Έλληνες στρατιώτες, σύμμαχοι και ομόδοξοι, συναντιούνται κάπου στο μέτωπο:
«Είναι και μια μέρα χαρούμενη μέσα στις άσκημες μέρες της πορείας. Μια μέρα γαλάζια και κόκκινη, με ανοιξιάτικον ουρανό, γεμάτη μαβιά μάτια, κόκκινα αγριολούλουδα και αργά μελαγχολικά τραγούδια.
Ήταν ένας λόφος άλικος από τις παπαρούνες. Ξεκουραζόταν ένα Ρούσικο Σύνταγμα, που τραβούσε κι αυτό για το μέτωπο. Εκεί μας σταματήσανε κι εμάς. Είχε νερό μπόλικο και πρασινάδα εκεί δίπλα. Στήσαμε πυραμίδες τα όπλα και φάγαμε κοντά τους. Μας σίμωσαν κάτι μεγαλόσωμα παλικάρια με τριανταφυλλιά μάγουλα, με χοντρές μπότες και μπλούζες παιδιάτικες δίχως κουμπιά. Τα πηλίκιά τους είχαν κεραμίδι στενούτσικο.
— Γκίρτς;
— Γκίρτς.
— Κριστιάν;
— Κριστιάν.
— Ορτοντόξ;
— Ορτοντόξ.
Μας δεχτήκανε με χαρές σχεδόν παιδιάτικες. Γελούσανε, και μεις γελούσαμε, μας χάριζαν κονσέρβες, σουγιάδες. Με τα μεγάλα τους χέρια μάς χτυπούσανε στην πλάτη. Τραβούσανε και μας δείχναν από την τραχηλιά τους χρυσά, σιντεφένια σταυρουδάκια και φυλαχτάρια κρεμασμένα με αλυσιδίτσες. Σταυροκοπιόντανε με τον ορθόδοξο τρόπο.
— Κριστιάν! Κριστιάν!
Φάγαμε μαζί, κουβεντιάσαμε ώρες δίχως να καταλαβαίνει γρι ο ένας απ’ τη γλώσσα τ’ αλλουνού. Όμως συνεννοηθήκαμε περίφημα. Η αγάπη και η όχτρα έχουνε διεθνή γλώσσα. Βρήκα κι ένα νεώτατον αξιωματικό, λεπτοκαμωμένο σαν κορίτσι, με μεγάλα γυαλιά και γελαζούμενα χείλη, που θυμόταν απ’ το σκολειό του μερικά αρχαία, τσάτρα-πάτρα. Τα μαλλιά του ήταν ξανθά σαν του καλαμποκιού, είχε κι ένα χρυσό μουστακάκι.
— Ημείς Ρούσιαν λίαν Έλληνες αγαπώμεθαν! Οδησσόν λίαν Έλληνες! Λίαν!….
Σαν κάμαμε τις τετράδες για να φύγουμε, οι Ρούσοι βάλανε παπαρούνες μέσα στις μπούκες των τουφεκιών μας. Ήτανε σα μια παράξενη λιτανεία με ατσαλένιες λαμπάδες, που στην κορφή τους άναβε η πιο χαρούμενη φλόγα.
— Αντίο! Αντίο!
Ο πολύ νέος αξιωματικός πετά το καπέλο του, λυγερός, σχεδόν διάφανος μέσα στο φως.
— Χαίρε, λίαν, Έλληνες! Χαίρε!
Πόση αγάπη υπάρχει στον κόσμο! Άφθονη σαν ποτάμι που χύνεται μέσα σ’ έναν κάμπο. Ανθισμένη σαν ένας λόφος κόκκινος από τις παπαρούνες, που σε φωνάζουνε να τις κόψεις. Δεν έχεις παρά να σκύψεις να τις κόψεις».
Ωραίο, αίθριο, γαλήνιο ανάγνωσμα, κεντημένο από την αριστοτεχνική πένα του Μυριβήλη, που πολέμησε κι αυτός στους Βαλκανικούς, που όταν τραυματίστηκε και μαθεύτηκε στην Λέσβο, ο πατέρας του από την χαρά του κερνούσε όλο το χωριό. Οι Ρώσοι στρατιώτες, παιδιά της ορθοδοξίας κι αυτά, συναντούν τα Ελληνόπουλα, τα παιδιά των φωτιστών τους, του Μεθοδίου και του Κυρίλλου. Σμίγουν τα παιδιά του Χριστού, χαίρονται χαράν μεγάλη, δεν δείχνουν ταυτότητες και χαρτιά. Όχι. Ανοίγουν τον κόρφο τους και αποκαλύπτουν τα σταυρουδάκια τους, τα φυλακτήριά τους, τον θυρεό της Ορθοδοξίας. Βλέπουν τα αδέλφια τους, τους Έλληνες, και ανθίζει η καρδιά τους, τα όπλα γίνονται ανθοδοχεία με παπαρούνες, ξεχειλίζει η αγάπη. Ζουν μακριά, όμως… «Ημείς Ρούσιαν λίαν Έλληνες αγαπώμεθαν! Οδησσόν λίαν Έλληνες! Λίαν!…».
Αυτά τω καιρώ εκείνω. Τω καιρώ ετούτω δεν «αγαπώμεθα λίαν» οι Έλληνες με τους Ρώσους, γιατί, εμείς, «ανήκομεν εις την Δύσιν», όπως βαυκαλιζόμαστε να λέμε, ή, καλύτερα, προσκυνούμε την Δύση.
Και ερωτώ; Ποιοι στάθηκαν στο διάβα της ιστορίας οι χειρότεροι εχθροί των Ελλήνων; Απάντηση: Οι χειρότεροι εχθροί μας δεν υπήρξαν ούτε είναι οι αλλόθρησκοι Τούρκοι, αλλά η Δύση των συμμάχων, εταίρων και ομοθρήσκων. Δεν υποδούλωσαν οι Οθωμανοί τον Βυζαντινό Ελληνισμό. Είχε εξουθενωθεί, λεηλατηθεί, κατακερματισθεί από τις άγριες επιδρομές της παπικής «χριστιανοσύνης». Αποφράς ημέρα δεν είναι η 29η Μαϊου1453, αλλά η 13η Απριλίου του 1204. Τότε «εάλω η Πόλις», όχι από τους Τούρκους, αλλά από τις ορδές των σταυροφόρων. Επί τέσσερις αιώνες παρεμπόδισε με πείσμα η Δύση την αναγέννηση του ελληνικού έθνους. Αγωνίστηκε συνασπισμένη να καταπνίξει την επανάσταση του 1821 και από τότε υπονομεύει και στραγγαλίζει τα ελληνικά δίκαια.
Είναι ανιστόρητος όποιος δεν αποδέχεται ότι οι δυτικές Δυνάμεις προκάλεσαν εν ψυχρώ όλες τις συμφορές του νεότερου Ελληνισμού. Από την εισβολή του Ιμπραήμ και την γενοκτονία που ακολούθησε, από τον ακρωτηριασμό του ελεύθερου έθνους, τις επεμβάσεις των κανονιοφόρων, τους αποκλεισμούς και τις κατοχές ως την ατίμωση του 1897, από την μικρασιατική καταστροφή και τον εμφύλιο ως την κυπριακή τραγωδία και την προδοσία της Μακεδονίας. Οι Τούρκοι ήταν και είναι τα ενεργούμενά τους.
Γιατί στην παρούσα διένεξη Ρωσίας και Ουκρανίας να τασσόμαστε απροκάλυπτα, με κρεμασμένη την γλώσσα από προθυμία, με τους Δυτικούς; Γιατί στέλνουμε, ενεργώντας ως εντολοδόχοι, όπλα στην Ουκρανία; Μήπως λείπουν από την Δύση; Ποιος νουνεχής Έλληνας επικροτεί μια τέτοια απόφαση; Γιατί βγάζουμε τις παπαρούνες, που τοποθέτησαν οι Ρώσοι στις κάνες των όπλων μας και τοποθετούμε σφαίρες που θα τους σκοτώσουν; Τι κερδίζουμε, εκτός από αναγνώριση της ικανότητας υποκλίσεων; Γιατί δεν προβάλλεται ότι ο πόλεμος είναι και θρησκευτικός, ορθόδοξοι από την μια και παπικοί ή ουνίτες από την άλλη;
Και τι θα πει «ήμασταν πάντα στη σωστή στον πλευρά της ιστορίας»; Οι Ουκρανοί είναι η σωστή πλευρά; Δεν άκουσε κανείς για τα εκατομμύρια Ρώσων που ζούσαν με τρόμο στην ουκρανική πλευρά; Τις φρικαλεότητες κατά των Ρώσων; (Ούτε δικαιολογώ, προς Θεού, αντίποινα. Τα αθώα θύματα των πολέμων είναι τα παιδιά και τα παιδιά δεν ξέρουν από εθνικότητα).
Αν εννοεί ο πρωθυπουργός τους δύο Παγκοσμίους Πολέμους, πού κατέληξαν αυτοί; Στο μικρασιατική καταστροφή και τον εμφύλιο ως την κυπριακή ανεπούλωτη πληγή. (Και αν κάποιοι σκέφτονται διάφορα να τονίσουμε πως άλλο τσαρική Ρωσία και άλλο η κομμουνιστική Σοβιετία. Ο ρωσικός λαός σταυρώθηκε για 80 χρόνια εξαιτίας μιας αντίχριστης δυτικόφερτης ιδεολογίας).
Μήπως δεν βιώνουμε και πάλι την γκεμπελικής εμπνεύσεως προπαγάνδα των δυτικών ΜΜΕ, την οποία ζήσαμε στην περίπτωση της Σερβίας, του Ιράκ, της Συρίας, της Λιβύης; Ποιος τολμά να βγει σε κανάλι και να υποστηρίξει ότι η Δύση είχε υπογράψει την μη επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, με αντίβαρο την επανένωση των Γερμανιών; Βγήκε καθημαγμένη η Ρωσία από την σοβιετική τραγωδία και βρήκαν ευκαιρία οι Αμερικανοί να την περικυκλώσουν με βάσεις και εχθρικούς υποτελείς. Τι νομίζουν ότι είναι η Ρωσία; Υποσημείωση της ιστορίας; Ο ρωσικός λαός κατατρόπωσε τους Γερμανούς στον ΒΠΠ, είναι υπερήφανος, έρχεται κι αυτός από μακριά, με πλούσια ιστορικά κοιτάσματα. Μια μεγάλη χώρα και έναν λαό ιστορικό δεν τον τσαλακώνεις, τον σέβεσαι. Ο Πούτιν είναι φορέας αυτής της υπερηφάνειας και είναι μεγίστη υποκρισία να ανεχόμαστε Αμερικανούς προέδρους να ισοπεδώνουν ανενδοίαστα και κομψευόμενοι μικρά κράτη όπως η Σερβία ή η Συρία – δεν είδαμε καμμιά Ούρσουλα να δακρύζει- και να μυξοκλαίει ο δυτικός κιμάς, οι αθεράπευτα πολιτισμένοι, για την Ουκρανία.
Και για να μην κατηγορηθώ ως ρωσόφιλος συντάσσομαι με την δίκαιη πλευρά της ιστορίας μας και όχι της ιστορίας τους και επαναλαμβάνω αυτό που έλεγε ο Κολοκοτρώνης που, όταν ερωτήθη, αν είναι ρωσόφιλος ή αγγλόφιλος ή γαλλόφιλος, απάντησε με την αγέραστη θυμοσοφία του: «Εγώ είμαι θεόφιλος». Θεόφιλους και Ελληνόφιλους πολιτικούς θέλουμε και όχι πειθήνιους εθελόδουλους στα κελεύσματα των δυτικών. Από έναν ειρηνοποιό πρωθυπουργό της Ελλάδος, μιας πατρίδας ανεξάρτητης και αδέσμευτης, θα περιμέναμε να ακούσουμε αυτό που μας κληροδότησε ο Ηρόδοτος, υπενθυμίζοντας δηλαδή στους ποικιλώνυμους ιέρακες πως «στην μεν ειρήνη θάβουν τα παιδιά τους γονείς τους, στον δε πόλεμο θάβουν οι γονείς τα παιδιά τους».
Με τον πόλεμο όμως ξεβράστηκε και μια άλλη «ευγενής τύφλωσις» του πολιτικού κατεστημένου. Το περίεργο αυτό φερέφωνο της Δύσης, ο Ζελέζνι, ο φωτοστεφανωμένος τώρα ήρωάς τους, γονυπετώς εκλιπαρεί για βοήθεια. Είχε την απατηλή εντύπωση ότι θα προστρέξουν οι δυτικοί να υπερασπιστούν τα εδάφη του. Οι βυζαντινοί πρόγονοί μας είχαν μια παροιμία: «Ουαί τω μη τοις ιδίοις όνυξι ξυομένω». Αν δεν έχεις δικά σου νύχια να ξυθείς, οι άλλοι που θα προστρέξουν για βοήθεια θα σε γδάρουν. Το είδαμε στην Κύπρο…
Πολύ φοβάμαι ότι από αυτήν την παράνοια που ζούμε, το μόνο που θα μας μείνει είναι πως δεν θα ξανακούσουμε από ρωσικά χείλη, απλών ανθρώπων το «Ημείς Ρούσιαν λίαν Έλληνες αγαπώμεθαν! Οδησσόν λίαν Έλληνες! Λίαν!…».
Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος Κιλκίς