Στα φυλακισμένα μνήματα οδηγούν τα σκαλοπάτια που πάν στη λευτερια

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Το Ελληνικόν, εόν όμαιμόν τε και ομόγλωσσον, και θεών ιδρύματά τε κοινά και θυσίαι ήθεά τε ομότροπα.

Z

ΕΣΤΙΝ ΟΥΝ ΕΛΛΑΣ ΚΑΙ Η ΚΥΠΡΟΣ…..

Ιδιαίτερα με συγκίνησε και εμένα και τους αναγνώστες μας το ανεπανάληπτο ποίημα της μικρής μαθήτριας Ευαγγελίας Λάππα. Της Ελληνίδας πατριώτισσας, που μας παραδίδει μαθήματα ιστορίας και φιλοπατρίας και είναι παράδειγμα προς μίμηση για την νέα γενιά των Ελληνοπαίδων μας. ΕΥΓΕ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΜΑΣ!!!!

Επειδή  τιμά ιδιαίτερα και συγκινητικά την Ελληνική Κύπρο και κατά προέκταση και εμένα τον άσημο με αναφορά της στο όνομα μου, θα επισημάνω  στην αγαπημένη μικρή μου φίλη ότι αρκούσε η τιμή σε αυτούς που αν και γνώριζαν ότι οι μύριοι βάρβαροι θα περάσουν, φύλαξαν Θερμοπύλες . Και περισσότερη τιμή τους πρέπει!

Τιμής ένεκεν, αφιερώνω και εγώ δύο λυρικά-επικά ποιήματα σε ΟΛΟΥΣ τους εθνομάρτυρες μας Έλληνες της Κύπρου και Ελλαδίτες αδελφούς, που την ζωή τους πρόσφεραν αντίδωρο θυσίας και αθανασίας και έπεσαν υπέρ Πίστεως και Πατρίδος. Μεταξύ αυτών και ο ήρωας αδελφός μου, στενοί μου συγγενείς και φίλοι συμπολεμιστές. ΑΙΩΝΙΑ ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΤΙΜΗ!

Αντώνιος Αντωνάς.

ΣΤΑ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΑ ΜΝΗΜΑΤΑ ΟΔΗΓΟΥΝ ΤΑ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙΑ ΠΟΥ ΠΑΝ ΣΤΗΝ ΛΕΥΤΕΡΙΑ…..

Και εσύ αδελφέ Έλληνα, σαν ο δρόμος σου,
στη Κύπρο σ΄ οδηγήσει, μαζί σου φέρε,
τον «Κάλχα», που την Κύπρο, εθυσίασε
και ποτέ στα ματωμένα κυπριακά,
χώματα, το πόδι δεν επάτησε,
για να εξιλεωθεί, να τα προσκυνήσει,
φόρο τιμής ν΄ αποδώσει και να τα τιμήσει.                                                                                               Και όταν ο θύτης Αρχιερέας, ρωτήθηκε,
στη πολύπαθη Κύπρο, αν θα πάει,
ρητά αρνήθηκε και από ντροπή, τύψεις,
αλλά κι΄ οδύνη, έσκυψε το κεφάλι…..                                                                                            Λευτεριάς και αυτοθυσίας, θα βρεις,
μονοπάτια, μοναχικέ Έλληνα αδελφέ,
που από μακριά ήρθες, Ελληνικές σημαίες,
από σφαίρες, διάτρητες, φθαρμένες,
μισοσβησμένα συνθήματα της Ένωσης,
σ΄ ερειπωμένα μετερίζια, αντίστασης κι΄ ελευθερίας.

Τα μονοπάτια οδηγούν σε Θερμοπύλες,
στα «ελεύθερα φυλακισμένα μνήματα».                                                                                                     Και όταν διαβάτη Έλληνα θα φτάσεις,
στα μνήματα τα φυλακισμένα,
σ΄ αυτόν της Κύπρου τον ιερό χώρο,
την αγχόνη κοίταξε και εσύ κατάματα,
τους σταυρούς, των ηρώων Κυπραίων άγγιξε.                                                                                  Δεν θ΄ αντέξεις, θα λυγίσεις, ρίγη,
αναφιλητά, τα δάκρυα σου ποτάμια,
λάβας θα ρέουν, θα σε καίνε,
θ΄ αχνίζουν πέφτοντας στο
καθαγιασμένο χώμα των θαμμένων ηρώων.                                                                                          Και νοερά θα ακούς, τα ποιήματα τους,
π΄ απάγγελλαν και τα εμβατήρια,
π΄ αλύγιστα περήφανα τραγουδούσαν..,
ακόμη και στο ικρίωμα, δεν λυγούσαν,
όταν την νεκρική θηλειά, τους περνούσαν.                                                                                               Και τον εθνικό ύμνο θ΄ ακούς,
που τις τελευταίες τους στιγμές,
στα χείλια είχαν και υμνούσαν….                                                                                                                      Και όταν αδελφέ Έλληνα,
στην Ελλάδα, επιστρέψεις, το μήνυμα δώσε,

« Ω Ξειν αγγέλλειν…., τοις Ελλήσιν,
ότι η Κύπρος εγκαταλείφθηκε,
ποτέ της δεν λιποψύχισε και δεν ηττήθηκε!»

Ελληνικές Θερμοπύλες φύλαττε,
..τοις κείνων ρήμασι πειθόμενη…»,
πάντα με ηρωισμό και αυτοθυσία,
μόνη κ΄ έρμη, χρυσοπράσινο φύλλο,
των κυμάτων έρμαιον ριγμένο,
στο φουρτουνιασμένο μακρινό πέλαγος…..                                                                                                    Η Κύπρος, θ΄ αναστηθεί διαβάτη αδελφέ Έλληνα.
Σ΄ όλους τους χαλεπούς αιώνες,
ποτέ της δεν ελύγισε
βάρβαρους κατακτητές,
ποτέ της δεν προσκύνησε!                                                                                                       Μισοσβησμένα συνθήματα,
ύμνους Ελληνισμού και Ένωσης,
διαβάτη Έλληνα στη Κύπρο,
θα συναντούσες.                                                                                                                                                 Τώρα, συνθήματα δεν θα δεις,
θυσία απ΄ τον Κάλχα,
σε ελληνικούς βωμούς εγίναν,
μαζί με τα προδομένα όνειρα χαθήκαν. ΑΑ

Οι νεκροί μας  αδελφοί ήρωες. Εσχάτη Ικεσία. 

 

Η μέρα εσκοτείνιασε, 

ολική έκλειψη ο ήλιος έχει..

Μαύροι καπνοί υψώνονται,

τους ουρανούς καλύπτουν.

Τα λεύτερα πουλιά  τα θεόθρεφτα,

της Κύπρου, μαζί με τα περιστέρια,

μαυρισμένα, φοβισμένα φεύγουν.

Φεύγουν τα ειρηνικά άσπρα περιστέρια,

φεύγουν, φεύγουν τρομαγμένα.

Μαύρα κοράκια, νεκρικά, σαν χάροντες,

πετούν πια, στους ουρανούς μας μένουν,

μαζί με τα τουρκικά αεροπλάνα,

που βόμβες σε γυναικόπεδα σπέρνουν.

Η νύχτα που φεγγαρόφωτη ήταν,

μ΄ολόγιομο λαμπρό φεγγάρι,

κακός οιωνός, έκλειψη είχε και αυτό. 

Μαύρισ΄ η νύχτα, αβυσσαλέο σκότος,

χάθηκαν το φεγγάρι και τ΄ αστέρια.

 Οι Κύπριοι ήρωες, όρθιοι τα τανκς, 

με τα παλιά μαρτίνια πυροβολούν.

Τα τούρκικα τανκς τους κανονιοβολούν,

μ΄ αυτοί μένουν στις θέσεις τους ακλόνητοι,

που η πατρίδα, τους όρκισε, να υπερασπιστούν, 

ποτέ μην κάνουν πίσω, οι ριζωμένοι βράχοι.

«Την πατρίδα ουκ ελάττω παραδόσω»,

ορκιστήκανε και τον όρκο τον τιμήσανε. 

Πληγωμένα κατακαμένα, τα ουρανόφταστα,

παλληκάρια, πεισματικά όρθια συνεχίζουν νάναι.

Ηρωικά να πολεμούν, τα τιμημένα,

σκαλοπάτια ανεβαίνοντας της λευτεριάς.

Από τα τανκς περικυκλώθηκαν,

αλλά ποτέ δεν παραδόθηκαν.

Και όταν η μοιραία στιγμή,

αναπάντεχα έρχεται, 

με οδύνη την τελευταία πνοή,

αρχίζουν να αφήνουν.

Τους Τούρκους δεν μπορούν

πιά μ΄ αυτοθυσία να πολεμούν.

Κάποιοι τους εγκατέλειψαν.

Σφαίρες άλλες δεν έχουν,

μία μόνο, για τον εαυτό τους φύλαξαν…

Ψυχομαχούν, ικετεύουν και προσεύχονται,

δεν θέλουν για να φύγουν,

τους Τούρκους θε΄ να πολεμούν. 

Βοήθεια για νάρθει, μάταια προσδοκούν!

Πέφτουν κορμιά λεβέντικα, αιματοβρεγμένα,

με τα χώματα, τα ιερά της Κύπρου σμίγουν.

Η τιμημένη δόξα, με τον χάροντα,

χέρι – χέρι,  για τα πάνθεα ουράνια, ωδεύουν… 

 Αγιάζεται το αίμα τους, 

τα λεβεντοκορμιά  τους,

τα πολεμοκαπνισμένα,

που μυροφόρες νύφες τ΄ αλείψανε, 

έτοιμα στην αθανασία,

στον παράδεισο να παν.

Με μύρα αθάνατα της θεάς, 

Κύπριδας Αφροδίτης καμωμένα. 

Σε κύπελλο, απ΄ του Τρόοδους, 

το χρυσόδενδρο, την Λατζιά*,

τα χρυσοπράσινα φύλλα καμωμένο. 

Απ΄ της Κερύνειας τα γιασεμιά,

τα μοσχομυρισμένα ρόδα.

Της Μόρφου τους λεμονανθούς,

των κυκλάμινων, των γλαδιόλων.

Του Πενταδάκτυλου του Διγενή

Ακρίτα, θρυλικού βουνού, απόσταγμα,

αγριολούλουδων, ανεμώνων,

γλιστροκουμαριάς, δάφνης, άλλιου,

της άνθεμις, του κρόκου της Αφροδίτης.  

Των λυγερόκορμων κυπαρισσιών

του Κυπαρισσόβουνου τ΄ άρωμα,

Της Μεσαρκάς τα φούλια, 

των μεθυστικών νυχτολούλουδων,

της ζουλατζιάς, της αροδάφνης.

Της Αμμοχώστου το θαλασσινό,

άρωμα της Σαλαμίνας,

με την χρυσή την άμμο.

Του Καρπασιού του θυμαρίσιου,

του χαμομηλιού άρωμα,

αιώνιο κράμα μύρου αθανασίας. 

Νεκρά τα σώματα τα ιερά,

όχι νεκρές οι ψυχές τους,

πλανώνται μέχρι σήμερα,

σαν άσβεστοι κομήτες πεντάχρυσοι,

πάνω απ΄ της Κύπρου τ΄ άπειρο,

του ολόφωτου ξάστερου ουρανού.

Σαν λαμπάδες με ιερή φλόγα Αγίου Φωτός,

μετέωρα κρεμασμένες στον θόλο,

του Αποστόλου Ανδρέα, της σκλαβωμένης,

Αγίας Καρπασίας, πολιορκημένη εκκλησιά.

 Το πνεύμα τους, αγέρηδες δυνατούς,

μελτέμια θα σηκώσει, σίφουνας,

καταιγίδα, θα γενεί κάποια στιγμή,

τους Τούρκους ν΄ αποδιώξει. 

Η Κύπρος, τα μαύρα σύννεφα,

σκλαβιάς  σύντομα θα τα σπρώξει…

Τιμημένα και ένδοξα νέα μας παλληκαριά,

που την ζωή σας δώσατε στην ηρωική πατρίδα…

Αυτή η μικρή Κύπρος σας, η πολύπαθη,

αλλά ηρωική και περήφανη,

πάντα  θα σας θυμάται,

θα σας ευγνωμονεί,

που με το αίμα σας το ιερό, 

το αίμα της υπέρτατης θυσίας,

την γη της την ποτίσατε, 

αθάνατη έγινε, αγίασμα την βρέχει.

Νέα βλαστάρια αναγέννησης,

φυτρώνουν παλληκάρια,

της δικής σας αυτοθυσίας,

τιμής κι΄ ευψυχίας.

Ούριοι άνεμοι ελευθερίας, στη Κύπρο,

θα φυσήξουν, τα μαύρα σύννεφα,

και τους κατακτητές, θε΄ ν’ αποτραβήξουν.

Τα λευκά ειρηνικά  περιστέρια πάλι,

τον ουρανό της Κύπρου θε΄ να πλημυρίσουν.

 

Ω! νεκροί μας, τιμημένοι ένδοξοι αδελφοί,

δικά μας αδέλφια, ηρωικά  παλληκάρια… Αιωνία σας η μνήμη…

 

 Αυτά τα λίγα και άλλα μύρια, για την περήφανη Κύπρο, που όλοι την εγκατέλειψαν, τηναγκαθοστεφανωμένη, χιλιοσταυρωμένη, αλλά και δαφνοστεφανωμένη Ηρωίδα…Μ΄αθάνατο νερό ποτίστηκε, με αγιασμένο μύρο την αλοίψανε, μ΄ αγίασμα των «σκλαβωμένων»  Αποστόλων Βαρνάβα και Ανδρέα την αγίασαν, με θεία κοινωνία την κοινώνησαν….

Τη Αγία αθάνατη εναλία, θαρσίδα, ευελαίω, κυοφόρω χώρα Κύπρω… . 

ΕΣΥ ΚΥΠΡΟΣ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΙΑΣ  ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑΣ,

ΠΟΥ ΑΝΕΣΠΕΡΟ ΦΩΣ ΣΕ ΦΩΤΙΖΕΙ, ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Τ’ ΑΘΑΝΑΤΟ ΝΕΡΟ, ΑΙΩΝΙΑ ΣΕ ΠΟΤΙΖΕΙ. ΟΥΡΑΝΙΑ ΧΩΡΑ, ΑΛΑΣΙΑ, ΔΑΣΟΕΣΣΑ, ΚΟΡΗ ΩΡΑΙΟΤΑΤΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΚΑΛΛΗΣ, ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΗΡΩΩΝ, ΓΕΝΝΕΤΕΙΡΑ, ΦΟΙΝΙΚΑΣ ΜΥΘΙΚΟΣ ΑΕΙΘΑΛΗΣ, ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΝΗΣΟΣ, ΣΤΟΛΙΔΙ ΑΕΝΑΟ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΦΙΛΟΜΕΙΣΤΗΡΑ, ΘΕΙΟΤΑΤΗ, ΙΜΕΡΤΗ, ΕΥΕΛΑΙΟΥ ΤΟΥ ΣΤΡΑΒΩΝΑ ΛΟΓΙΑ, ΠΕΝΤΑΜΟΡΦΗ, ΩΡΑΙΟΤΑΤΗ, ΘΕΟΓΝΗ ΖΑΘΕΑ ΤΟΥ ΠΑΥΣΑΝΙΑ ΚΕΙΜΕΝΑ, ΕΣ ΤΕΜΕΣΗΝ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ ΜΕΤΑ ΧΑΛΚΟΝ,  ΠΟΛΥΠΟΘΗΤΗ, ΕΡΩΤΙΚΗ, ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΔΑΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ ΓΕΝΝΗΜΑ, ΑΜΑΘΟΥΣΙΑ, ΑΣΠΕΛΙΑ, ΑΚΑΜΑΝΤΙΣ, ΑΣΣΕΛΙΑ, ΑΕΙΦΟΡΟΣ, ΚΥΟΦΟΡΟΣ, ΑΘΑΝΑΤΗ ΑΓΙΩΤΑΤΗ, ΔΙΗΝΕΚΗΣ…. ΤΗ ΜΕΣΑΡΚΑ, ΚΕΡΥΝΕΙΑ, ΜΟΡΦΟΥ, ΛΑΠΗΘΩ, ΑΜΜΟΧΩΣΤΩ, ΚΑΡΠΑΣΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΝΑ ΔΩΘΕΙ ΚΑΙ ΤΗ ΘΑΡΣΙΔΑ, ΗΡΩΙΔΑ ΜΑΚΑΡΙΑ ΝΗΣΩ ΚΥΠΡΩ, ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΘΕΙΑ ΝΑ ΑΠΟΔΩΘΕΙ..

Και εμείς οι Έλληνες της μικρής Ελλάδας, που ανά τους αιώνες αγωνίζεται μόνη και έρημη, αυτό το χρυσοπράσινο φύλλο, όπως ο Σεφέρης την αποκαλεί… Αυτή την ιερή Ελληνική γη στην άκρη της Μεσογείου,  την …

Γη της λεμονιάς, της ελιάς
γη της αγκαλιάς, της χαράς
γη του πεύκου, του κυπαρισσιού
των παλικαριών και της αγάπης

Χρυσοπράσινο φύλλο
ριγμένο στο πέλαγο

Γη του ξεραμένου λιβαδιού
γη της πικραμένης Παναγιάς
γη του λίβα, τ’ άδικου χαμού
τ’ άγριου καιρού, των ηφαιστείων

Χρυσοπράσινο φύλλο
ριγμένο στο πέλαγο

Γη των κοριτσιών που γελούν
γη των αγοριών που μεθούν
γη του μύρου, του χαιρετισμού
Κύπρος της αγάπης και του ονείρου

Χρυσοπράσινο φύλλο
ριγμένο στο πέλαγο

Θα…..                                                                                                                                                            Καρτερούμεν μέραν νύχταν
να φυσήσει ένας αέρας
στουν τον τόπον πο `ν καμένος
τζι’ εν θωρεί ποτέ δροσιάν                                                                                                                           Για να φέξει καρτερούμεν
το φως τζιήνης της μέρας
πο `ν να φέρει στον καθ’ έναν
τζιαι δροσιάν τζιαι ΛΕΥΤΕΡΙΑ.

Με συγκίνηση

Αντώνιος Αντωνάς από Ελληνική Κύπρο.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ