Β΄Μερος, συνέχεια από Α΄ Μέρος.
Τρεις Κύπριοι αδελφοί κατατάχθηκαν εθελοντικά και υπήρξαν πρωτεργάτες του αγώνα. Ήταν οι αδελφοί Θησέα: Νικόλας, Θεόφιλος, Κυπριανός.
Ο Θεόφιλος, Αρχιμανδρίτης με τη δράση του στην Τριπολιτσά, στο Μεσολόγγι και αλλού, πρόσφερε στην πατρίδα το χέρι του, κερδίζοντας τον θαυμασμό και εκτίμηση της ελληνικής ηγεσίας. Ο Θεόφιλος έφτασε στο βαθμό του Αρχιστράτηγου των επαναστατών. Αλλά και οι δύο άλλοι αδελφοί, πρόσφεραν με τον ίδιο τρόπο με τη συμμετοχή τους σε πολλές μάχες.
Πιο πάνω αναφέρθηκαν ενδεικτικά και περιληπτικά, ελάχιστα ιστορικά γεγονότα, τα οποία δεν χρήζουν ανάλυσης, αφού τόνοι από μελάνι και αίμα έγραψαν την ιστορία, την ηρωική ιστορία των Κυπρίων. «Όταν οι Κύπριοι αποφάσιζαν να διαβούν τον *Ρουβικώνα, ο κύβος ερίφθη και βάδιζαν προς την αθανασία και για την πατρίδα τους και για το Έθνος.»
*Ρουβικώνας, ποταμός στην Άνω Βόρεια Ιταλία, που χυνόταν στην Αδριατική. Ο νόμος απαγόρευε στους Ρωμαίους Στρατηγούς να τον διαβούν για αποφυγή πραξικοπήματος ή εμφυλίου πολέμου. Η φράση «διέβην τον Ρουβικώνα» αναφέρεται σε ανθρώπους που εν γνώσει τους λαμβάνουν ριψοκίνδυνες αποφάσεις χωρίς επιστροφή.
Ο Κολοκοτρώνης λέει για τον Κύπριο Νικόλα Θησέα… « Ο Νικόλαος ένας εκ των προθύμων και ειλικρινών συναγωνιστών…διακρίθηκε σε όλες τις μάχες…» κ.ά.π.
Γράφει ο Υψηλάντης στον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό: « Μακαριώτατε και φιλογενέστατε Δέσποτα. Ο φιλογενέστατος κύριος Δημήτριος Ίπατρος με εβεβαίωσε περί της γενναίας συνεισφοράς σας….»
Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΜΥΡΙΑΝΘΕΥΣ, Ο ΗΡΩΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΙΕΡΩΜΕΝΟΣ ΚΥΠΡΙΟΣ ΕΘΕΛΟΝΤΗΣ ΣΤΟΥΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥ12-13. ΕΛΑΒΕ ΜΕΡΟΣ ΜΕ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΑΓΗΜΑ ΣΤΙΣ ΣΚΛΗΡΟΤΕΡΕΣ ΜΑΧΕΣ. ΔΙΑΚΡΙΘΗΚΕ ΚΑΙ ΠΑΡΑΣΗΜΟΦΟΡΗΘΗΚΕ ΑΡΚΕΤΕΣ ΦΟΡΕΣ. ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΝΤΑΣ ΣΤΗ ΚΥΠΡΟ ΕΞΕΛΕΓΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΕΡΥΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ.
Κινήματα επί Τουρκοκρατίας: Η οθωμανική κατάκτηση της Κύπρου (Ιούν. 1570- Αύγ.1571) βοηθήθηκε ως ένα σημείο από το αντιβενετικό αγροτικό κίνημα του νησιού, που τελικά ηττήθηκε όταν οι κατακτητές δέχθηκαν να συνεργαστούν με τους παραδιδομένους πλέον ευγενείς και να τοποθετήσουν μερικούς από αυτούς, τους εξισλαμιζομένους, σε καίριες θέσεις του νέου καθεστώτος. Παρά ταύτα, σύντομα οι εξισλαμισμένοι ευγενείς, με τους εξελληνισμένους συγγενείς τους που ανέλαβαν την ηγεσία της ελληνικής Εκκλησίας και της ελληνικής κοινότητας βάσει του φερμανίου του Οκτώβριο 1571, γρήγορα αρχίζουν σειρά αντιοθωμανικών κινημάτων με τη βοήθεια, πάντοτε ανεπαρκή και καθυστερημένη, των δυτικών δυνάμεων του καιρού, στις οποίες προσφέρουν την Κύπρο ως αμοιβή για την απαλλαγή τους από τον οθωμανικό ζυγό˙ πολύ περισσότερο που αρκετές από τις δυνάμεις αυτές είχαν παλαιούς δεσμούς με το νησί (Βενετία, Γένουα, Φλωρεντία, Γαλλία, Ισπανία, Σαβοΐα κλπ.). Στα κινήματα αυτά, κάπου 28 μεταξύ 1572 και 1668, τον κύριο ρόλο διαδραματίζουν οι αγροτικοί και οι παλαιοί στρατιωτικοί πληθυσμοί της βόρειας κυρίως οροσειράς, που δέχονται να εμπιστευθούν τους πιο πάνω (γνωστούς τους ήδη από τη Βενετοκρατία) ηγέτες με την ελπίδα να απαλλαγούν από τον σκληρότερο νέο ζυγό, έστω κι αν στη δομή του μετείχαν και οι ηγέτες αυτοί. Το ιστορικό αυτόπαράδοξο εξηγείται από την απανθρωπιά του νέου καθεστώτος, που χειροτέρευσε με την επανάσταση των τιμών, που εξουδετέρωσε τις κάποιες βελτιώσεις του νέου καθεστώτος -απελευθέρωση των παροίκων κατά νόμο, αλλά διατήρηση των σκληρών συνθηκών ζωής τους (πρβλ. λήμματα αγροτική ζωή και Τουρκοκρατία). Τα κυριότερα από τα κινήματα αυτά ή απόπειρες κινημάτων, όπως του Πέτρου Αβεντάνιου, του Βίκτωρος Ζεμπετού, του Φραγκίσκου Ακκίδα κ.α., αναλύονται στα σχετικά αυτοτελήλήμματα.
Αν και απαύγασμα εσωτερικών αντιθέσεων των αρχουσών τάξεων του νησιού, το κίνημα (στα 1683 1690) του Μεχμέτ αγά Βογιατζίογλου * φαίνεται ότι είχε κάποια απήχηση και στους χωρικούς, που εξεγέρθηκαν και γύρω στα 1700, κυρίως οι Λινοβάμβακοι* σύμφωνα με ανέκδοτη βρετανική πηγή. Κατά το 1764-1766 νέο κίνημα Λινοβαμβάκων «Τούρκων» και Ελλήνων χωρικών καταστέλλεται με στρατό από τη Μικρά Ασία, σταλμένο μ’ ενέργειες των τουρκικών και ελληνικών αρχών του νησιού (βλ. λήμματα αγροτική ζωή και Εκκλησία Κύπρου). Το επόμενο κίνημα των χωρικών, του 1799, είναι ανεπαρκώς γνωστό, ενώ εκείνο του 1804 κ.ε., κίνημα «Τούρκων», Λινοβαμβάκων και Χριστιανών χωρικών κατά των ελληνικών και τουρκικών αρχών της Λευκωσίας, κατεστάλη με στρατό από τη Μικρά Ασία, όπως κι εκείνο του 1764- 1766, σταλμένο με κοινές ενέργειες των τουρκικών και των ελληνικών αρχών του νησιού (βλ. λήμματα Εκκλησία Κύπρου και αγροτική ζωή).
Η εθνικοθρησκευτική πόλωση που επήλθε μεταξύ 1804 και 1821 φυσιολογικά οδηγούσε στη συμμετοχή των Κυπρίων στη μεγάλη εθνεγερσία του Ελληνισμού κατάτο 1821 κ.ε. Τα καθέκαστα των μορφών αυτής της συμμετοχής, οικονομικής βασικάκαι ελάχιστα στρατιωτικής στην Κύπρο την ίδια, και στρατιωτικής – πολιτικής στην ίδια την Ελλάδα, εκτίθενται στο λήμμα ελληνική επανάσταση και Κύπρος.
Το ενωτικό κίνημα (βλ. λήμμα ένωσις), που εκδηλώνεται μυστικά στα 1825 και στα 1828 μ’ έγγραφα προς τις ελληνικές κυβερνήσεις να συμπεριλάβουν και την Κύπρο στο υπό ίδρυση Ελληνικό κράτος, συνεχίζεται και προεκτείνεται από μια άποψη στην ενωτική-κοινωνική-ελληνοτουρκική ταυτόχρονα επαναστατική εξέγερση του Νικολάου Θησέως, του καλόγερου Ιωαννίκιου και του Γκιαούρ ιμάμη στα 1833, στην οποία μεγάλο ποσοστό των συμμετεχόντων «Τούρκων» ήσαν Λινοβάμβακοι (για λεπτομέρειες βλ. σχετικά λήμματα).
Tο 1833 σημειώθηκαν στην Κύπρο τρεις συντονισμένες, σχεδόν ταυτόχρονες, εξεγέρσεις: η πρώτη, υπό τον Νικόλαο Θησέα[πρώην αγωνιστή της ελληνικής επανάστασης του 1821] με επίκεντρο την περιοχή Λάρνακας, Αγίου Γεωργίου Κοντού και Σταυροβουνίου. Η δεύτερη, υπό τον καλόγερο ΙωαννίκιοΛαζιμάνο από τον Άγιο Ηλία Καρπασίας με επίκεντρο την Καρπασία και η τρίτη, στην επαρχία Πάφου με συμμετοχή Ελλήνων και Τούρκων υπό την αρχηγία του Γκιαούρ Ιμάμη. Τα κινήματα αυτά είχαν οικονομικά, πολιτικά και εθνικοαπελευθερωτικά κίνητρα.
Πιο συγκεκριμένα, ο Γκιαούρ Ιμάμης ( Κρυπτοχριστιανός) φαίνεται ότι είχε υποκινηθεί και υποβοηθηθεί από τον ηγεμόνα της Αιγύπτου Μωχάμετ Άλι, πρώην Γενίτσαρος από την Καβάλα. Μωχάμετ Άλι που βρισκόταν την εποχήεκείνη σε εμπόλεμη κατάσταση με την Τουρκία, εποφθαλμιούσε την Κύπρο και την Κρήτη. Ο Γκιαούρ Ιμάμης γνώριζε καλά τόσο τον Ιωαννίκιο, όσο και τους αδελφούς Θησέα.
Η προσωπικότητα του Νικόλαου Θησέα είναι ξεχωριστή. Γεννήθηκε στην Κύπρο αρχές του 19ου αιώνα. Είχε τέσσερα αδέλφια, τον Λεόντιο, τον Κυπριανό που ήταν ο κύριος μέτοχος της εταιρείας «Κυπριανός Θησεύς και Σια στη Λάρνακα», τον Θεοφύλακτο, έμπορα και αργότερα Αρχιμανδρίτη και τη Μαρίτσα. Θείος των Θησέων, ήταν ο εθνομάρτυρας, Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός. Το 1815 ο Νικόλαος Θησέας βρίσκεται εγκατεστημένος στη *Μασσαλία, όπου ως έμπορος εισάγει στη Γαλλία προϊόντα από την Κύπρο και τη Συρία [κρασιά, λάδι, αραβικά άλογα κ.ά]. Από διάφορες ιστορικές πηγές φαίνεται ότι ήταν πολύ μορφωμένος, δίδασκε δε κατά διαστήματα στη σχολή της Τεργέστης. Μιλούσε αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και τούρκικα.
*Ενώ ήταν στη Μασσαλία συνδέθηκε στενά με τη Φιλική Εταιρεία και με δικά του χρήματα και μέσω της οργάνωσης, είχε αποστείλει μέχρι το 1814, 40.000 χιλιάδες τουφέκια στην Ελλάδα. Η Φιλική Εταιρεία είχε αναθέσει στον Θησέα, τοέργο της στρατολόγησης Ελλήνων και Γάλλων εθελοντών που θα στέλλονταν στηνεπαναστατημένη Ελλάδα. Ο ίδιος πρόσφερε πολλά χρήματα για την προετοιμασία τηςΕλληνικής επανάστασης, ενώ μαζί με άλλους εμπόρους της Μασσαλίας πήγε στηνΕλλάδα για να πολεμήσει, αφήνοντας πίσω του, περιουσία, εμπόριο και σχολεία. Ηπολεμική και εθνική δράση του Νικόλαου Θησέα στην Έλλαδα ήταν πολύπλευρη. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες, όπως στο Ναύπλιο και στο Μοριά, πολεμώντας κατάτου Ιμπραήμ. Ήταν υπασπιστής του Δημήτριου Υψηλάντη, είχε δε στενούς δεσμούςμε την ηγεσία, όπως τον Ιωάννη Καποδίστρια και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Μετάτο τέλος της επανάστασης, επέστρεψε στη Μασσαλία όπου επαναδραστηριοποιήθηκεξανά στο εμπόριο
Ο Θεοφύλακτος Θησέας. Έφερε στη Λάρνακα το 1821 την προκήρυξη της Φιλικής Εταιρείας
Το 1821, λίγο μετά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, ο άλλος του αδελφός, ο Θεοφύλακτος, ήρθε στην Κύπρο και κυκλοφόρησε στη Λάρνακα -παρά τις αντιρρήσεις του θείου του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού-, την επαναστατική εγκύκλιο της Φιλικής Εταιρείας. Στις 9 του Απρίλη, οι Τούρκοι συνέλαβαν τον πατέρα και τον αδελφό του Λεόντιο, για να πάρουν πληροφορίες για τη δράση του Θεοφύλακτου. Οι δύο άνδρες δεν λύγισαν. Πέθαναν από τα βασανιστήρια που τους είχε υποβάλει ο τούρκος κυβερνήτης Κουτσιούκ Μεχμέτ. Το 1832-33, οι αδελφοί Θησέα εμφανίστηκαν στη Λάρνακα για να διεκδικήσουν την περιουσία του πατέρα τους και του θείου τους, Αρχιεπισκόπου Κυπριανού. Οι περιουσίες είχαν δημευθεί από το σφαγέα της Κύπρου Κουτσιούκ Μεχμέτ, μετά το αιματοκύλισμα του Ιουλίου του 1821. Και ενώ ο Σουλτάνος είχε διατάξει την επιστροφή των δημευθεισών περιουσιώνστους νόμιμους και νομιμόφρονες ιδιοκτήτες, η τροπή των γεγονότων οδήγησε στη εξέγερση του 1833.
Συγκεκριμένα: την 1η Μαρτίου 1833, ο νέος κυβερνήτης Σαΐτ Μεχμέτ απαίτησε τη συλλογή των καθυστερημένων φόρων, που λίγο πριν είχαν διαγραφεί με δική του απόφαση. Η επαναφορά των φόρων προκάλεσεκοινωνική αναταραχή με επίκεντρο τη Λάρνακα. Τις επόμενες μέρες έγιναν μεγάλες συγκεντρώσεις στη Λάρνακα και Λευκωσία. Η μεγαλύτερη έγινε έξω από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Κοντού. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, στη συγκέντρωση εκείνη συμμετείχαν επτά με οκτώ χιλιάδες άνθρωποι, από ένα ελληνικό πληθυσμό που δεν ξεπερνούσε παγκύπρια τις 30.000 χιλιάδες. Πρωταγωνιστής της εξέγερσης ήταν ο Νικόλαος Θησέας μαζί με άλλους Κύπριους που πολέμησαν στην Έλλαδα. Ένας από αυτούς ήταν ο μοναχός Ιωαννίκιος που κινήθηκε στην Καρπασία. Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, ο Ιωαννίκιος είχε βρεθεί και εκπαιδευτεί στη Λάρνακα για ένα και πλέον μήνα, μαζί με τον Θεοφύλακτο Θησέα.
Επί κεφαλής του πλήθους, ο Νικόλαος Θησέας βάδισε προς τα προξενεία της Λάρνακας, ζητώντας από τις προξενικές αρχές την παρέμβασή τους για την ακύρωση της φορολογίας, ενώ από τον Μητροπολίτη Κιτίου Λεόντιο Β’, ζητήθηκε η βοήθειά του, για να αλλάξει στάση ο Αρχιεπίσκοπος Πανάρετος, που είχε ταχθεί με το μέρος του Τούρκου διοικητή όσον αφορά την πληρωμήτων φόρων.
Πολλοί ιστορικοί της Τουρκοκρατίας πιστεύουν ότι ο σκοπός των αδελφώνΘησέα πέρα από την ακύρωση της φορολογίας, ήταν η αποτίναξη της τουρκικής σκλαβιάς με την αρωγή της Γαλλίας μέσω του Προξένου της στη Λάρνακα, Μποτού. Οι ίδιοι ιστορικοί θεωρούν ότι η επανάσταση του Νικόλαου Θησέα το 1833, ήταν η πρώτη σύγχρονη προσπάθεια για «ανεξαρτησία» της Κύπρου, αφού η πόρτα της ενσωμάτωσης με την Ελλάδα είχε κλείσει το 1828, όταν ο Καποδίστριας αρνήθηκε να δεχθεί την κυπριακή αντιπροσωπεία στην οποία συμμετείχε μεταξύ άλλων ο Λαρνακέας γιατρός Παύλος Βαλσαμάκης. Παρόμοιες προσπάθειες για ανεξαρτησία, είχε κάνει ο Νικόλαος Θησέας και πριν το 1833, όταν επισκέφθηκε ο ίδιος το Λονδίνο. Προσπάθειες που όμως δεν τελεσφόρησαν.
Μετά την επίτευξη του στόχου της ακύρωσης της φορολογίας, ο ΝικόλαοςΘησέας, προσπαθώντας να κρατήσει ζωντανή την επανάσταση και περιμένοντας τον οπλισμό που του είχε υποσχεθεί ο Γάλλος πρόξενος, οδήγησε τις τρεις χιλιάδες άοπλους άνδρες στο Σταυροβούνι, όπου παρέμειναν τον υπόλοιπο Μάρτιο και Απρίλιο. Στο μεταξύ, η συμφωνία ειρήνης μεταξύ του Σουλτάνου και του Μωχάμετ Άλη της Αιγύπτου, οδήγησε στην επιστροφή του τουρκικού στρατού στην Κύπρο και στη ακύρωση της αποστολής των όπλων από το εξωτερικό. Οι εξελίξεις αυτέςανάγκασαν τον Νικόλαο Θησέα να διαλύσει τις ομάδες του και να διαφύγει στη Ρόδο με την προτροπή και βοήθεια του Γάλλου πρόξενου Μποτού. Το ίδιο συνέβη και με τον Θεοφύλακτο, που κατέφυγε στην Παλαιστίνη και πρόσφερε τις υπηρεσίες του στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Ο άλλος αδελφός, ο Κυπριανός, ήταν ήδη εγκατεστήμενος στη Σύρο. Και οι τρεις έχασαν την πολύ μεγάλη περιουσία τους στην Κύπρο.
Όσον αφορά τον Γάλλο πρόξενο Μποτού, δολοφονήθηκε, μάλλον δηλητηριασμένος, λίγο μετά την αναχώρηση του Νικόλαου Θησέα. Είχε προσπαθήσει να διαψεύσει τη γαλλική ανάμειξη στα γεγονότα και να αθωώσει στα μάτια των Τούρκων τη στάση των αδελφών Θησέα στην εξέγερση, χωρίς φαίνεται να τα καταφέρει. Πολλοί Κύπριοι είχαν παράπονα από τη Γαλλία και τον πρόξενό της, γιατί με την στάση τους, βρέθηκαν εκτεθειμένοι στις αντεκδικήσεις των Τούρκων.
Ο Νικόλαος Θησέας αφού περιπλανήθηκε μέχρι το 1839, επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου διορίστηκε πρώτος πρόξενος της χώρας στη Βηρυτό. Μετά από κάποια χρόνια επέστρεψε στη Αθήνα. Με επιστολή που έστειλε στον Αρχιεπίσκοπο Κύριλλο το 1849, πρόσφερε δέκα υποτροφίες σε Κύπριους για να σπουδάσουν με δικά του έξοδα στην Αθήνα. Πέθανε το 1854 από χολέρα.
Προσωπογραφία του Ιωαννίκιου με μολύβι, σκίτσο του Λευτέρη Οικονόμου, δημοσιευμένο στις «Κυπριακές Σπουδές», στη μελέτη του Χάρη χριστοδούλουγια τον Ιωαννίκιο
Όσον αφορά την εξέγερση στην Καρπασία και την Πάφο καταπνίγηκαν και οι δύο στο αίμα. Νεότερα ιστορικά στοιχεία, ανατρέπουν τη γνώση που είχαμε για τον μοναχό Ιωαννίκιο, ότι δηλαδή συνελήφθη τον Αύγουστο του 1833 και υπέστη στη Λευκωσία τον δι’ ανασκοπολισμού θάνατο [παλούκωμα]. Σύμφωνα με νεότερα έγγραφα που δημοσιεύτηκαν, ο Ιωαννίκιος διέφυγε το 1833 τη σύλληψη. Συνελήφθη στις 18/5/1839 κατά την επιστροφή του από το Φλαμούδι στο Δαυλό. Οι Τούρκοι που όλα αυτά τα χρόνια τον καταζητούσαν, τον έδεσαν πισθάγκωνα και τον οδήγησαν κοντά στην περιοχή Κορωνιά, σ’ ένα ψηλό βράχο που ονομάζεται «τα λιχάρκα [λιθάρκα] του Κονόμου«, ένα χλμ. νοτιοδυτικά του Κάστρου της Καντάρας. Από τα «λιθάρκα του Κονόμου» τον έριξαν δύο φορές μέχρι να πεθάνει. Τον έθαψαν οι συνμοναχοί του στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου του Δαυλού, εκεί που υπηρέτησε τον Θεό επί σειρά ετών, ως οικονόμος του μοναστηριού.
Τέλος ο Γκιαούρ Ιμάμης που είχε διαφύγει στην Αίγυπτο, όταν επέστρεψε αργότερα στην Κύπρο, πιάστηκε και αποκεφαλίστηκε.
Πρέπει να τονίσουμε ότι, το κίνημα του 1833, ήταν η τελευταία προσπάθεια που έγινε για την ελευθερία της Κύπρου την περίοδο της τουρκοκρατίας, μέχρι την κατάληψη του νησιού από τους Άγγλους το 1878. Οι επόμενεςμεγάλες εξεγέρσεις που θα ακολουθήσουν, ήταν τα Οκτωβριανά του 1931 και ο αγώνας της ΕΟΚΑ του 1955.
Πίνακας αγνώστου ζωγράφου που φέρει τον τίτλο «η ανατολή μιας καλύτερηςμέρας». Εικάζεται ότι ζωγραφίστηκε και ανατυπώθηκε στη Γαλλία, με παραγγελία του Νικόλαου Θησέα. Εικάζεται ακόμα, ότι, στη μορφή του καπετάνιου, προσωπογραφείται ο ίδιος ο Νικόλαος Θησέας. Στο βάθος του πίνακα δεξιά, η Λάρνακα και το Σταυροβούνι. Το τρικάταρτο καράβι αριστερά, συμβολίζει την Άγια Τριάδα
Τέλος θα ήταν ιστορική παράλειψη, αν δεν αναφέραμε ότι και επί Ενετοκρατίας (Και άλλών βαρβάρων κατακτητών) ο Χριστιανισμός και οι Κύπριοι κληρικοί, υπέστησαν τις πλέον επαίσχυντες και αποτρόπαιες διώξεις. Ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα από τα μύρια είναι το πιο κάτω…
Ερανίζομαι αποσπάσματα με πρόσθετες πληροφορίες, από τιμητικό αφιέρωμα, που είναι καταχωρημένο στη polignosi.com, που τιμά πάντα τον Ελληνισμό της Κύπρου.
Καντάρας μοναχοί Άγιοι. Το μαρτύριο των 13
Ιωάννης(ηγούμενος)/Κόνων/Ιερεμίας/Μάρκος/Κύριλλος/Θεόκτιστος/Βαρνάβας/Μάξιμος/Θεόγνωστος/Ιωσήφ/Γεννάδιος/Γεράσιμος/Γερμανός
FacebookTwitterE-mailΠερισσότερΜάρτυρες που ανακηρύχθηκαν άγιοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου, δεκατρείς συνολικά. Ήσαν μοναχοί στο μοναστήρι της Παναγίας της Καντάρας επί ημερών του βασιλιά της. ΟΟι δεκατρείς αυτοί μάρτυρες και άγιοι είναι άγνωστοι στους Κυπρίους χρονογράφους. Λεπτομέρειες, ωστόσο, για τους ίδιους και το μαρτύριό τους απαντώνται σε σχετικό κείμενο που φέρει τίτλο Διήγησις τῶν ἁγίων τριῶν καί δέκα ὁσίων πατέρων τῶν διά πυρός τελειωθέντων παρά τῶν
Η Διήγησις σώθηκε σε δυο χειρόγραφα, του 14ου αιώνα το ένα (βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού) και του 1426 το δεύτερο (αρ. 575 της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας˙ το δεύτερο αυτό χειρόγραφο δημοσιεύθηκε αρχικά από τον Κ. Σάθα [Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τόμος Β’, Βενετία, 1873, σσ. 20 – 39]). Οι πληροφορίες περί του μαρτυρίου και του θανάτου των δεκατριών μοναχών της Καντάρας, που δίνουμε στη συνέχεια, είναι βασισμένες στα χειρόγραφα αυτά.
Άφιξη Ιωάννη και Κόνωνος στην Κύπρο: Εκ των δεκατριών μοναχών της Καντάρας κατά το 1228 -1231, τούτων ἔξαρχοι καί καθηγηταί ὑπῆρχον οἱ … Ἰωάννης …καί Κόνων …οἱ καί ὑπῆρχον ἐκ τοῦ Καλοῦ Ὄρους, ἐν τίνι τῶν ἐκεῖσεμοναστηρίων ἀσκούμενοι… Καταλιπόντες οὖν τό θαυμαστόν τοῦτο Καλόν Ὄρος [που βρισκόταν στην Αλλαγία-Κανδηλόρον– της Μικράς Ασίας] ἔφθασαν εἰς τήν καθ’ ἡμᾶςνῆσον Κύπρον…
Η άφιξη των μοναχών Ιωάννη και Κόνωνος στην Κύπρο θα πρέπει να έγινε πριν από το 1228, όπως και η τελική εγκατάστασή τους στην Καντάρα, αφού πιο πριν, κατάτην Διήγησιν, περιπλανήθηκαν σε άλλα κυπριακά μοναστήρια (Μαχαιρά, Αγ. Χρυσοστόμου). Τελικά κατέλαβον τό εὐαγές μοναστήριον τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆςΚανταριωτίσσης, τό πλησίον τοῦ κάστρου Καντάρας, που το βρήκαν ως το πλέον ἐπιτήδειον πρός τό ἡσυχάσαι.
Εκεί οι μοναχοί αυτοί απέκτησαν σύντομα φήμη, κοντά δε σ’ αυτούςσυγκεντρώθηκαν και αρκετοί άλλοι τόσο από την Κύπρο (Θεόδωρος – Θωμάς, Βασίλειος – Βαρλαάμ κ.α.) όσο και από τη Μικρά Ασία (Ιερεμίας, Μιχαήλ – Μακάριος, Θεόδωρος – Θεοδώρητος, Ιωάννης – Ιλαρίων).
Όλοι ζούσαν σε συνθήκες σκληρής ασκήσεως και προσευχής, με επικεφαλής τον Ιωάννη (ηγούμενο του μοναστηριού) και Κόνωνα.
Σύγκρουση περί αζύμων: Η πρώτη σύγκρουση με τους Λατίνους κληρικούς της Κύπρου θα πρέπει να συνέβη το 1228. Ήταν μια εποχή κατά την οποία οι διωγμοί των Ορθοδόξων από τους Λατίνους στην Κύπρο βρίσκονταν σε έξαρση. Η ΛατινικήΕκκλησία του νησιού, που πληροφορήθηκε για τη μεγάλη φήμη των μοναχών της Καντάρας, απέστειλε στο μοναστήρι ένα εκπρόσωπό της — τον Ανδρέα — για να ερευνήσει περί των εκεί μοναχών. Οι τελευταίοι τον υποδέχθηκαν και τον φιλοξένησαν, αρχικά δε η όλη συνομιλία τους είχε τόνο φιλικό, μέχρις ότου εθίγη το ζήτημα της χρήσεως αζύμων, ζήτημα που είχε προκαλέσει μεγάλη διαμάχη μεταξύ της Ορθόδοξης Ανατολικής και της Δυτικής Εκκλησίας. Οι μοναχοί της Καντάρας ομολόγησαν ότι στις ιεροτελεστίες χρησιμοποιούσαν ένζυμον άρτον, όπως με επιχειρήματα απεδείκνυε η Ορθόδοξη Εκκλησία ότι ήταν το ορθό. (Η διένεξη για τη χρήση, στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αζύμου ή ενζύμου άρτου είχε προκύψειεπειδή οι Λατίνοι θεωρούσαν ότι ο Μυστικός Δείπνος είχε συμβεί κατά την ημέρα των αζύμων, όπως μαρτυρεί ο ευαγγελιστής Λουκάς˙ οι Ορθόδοξοι αντίθετα ισχυρίζονταν ότι οι Εβραίοι αποκαλούσαν «ημέρα των αζύμων» το χρονικό διάστημα από τη δύση του ήλιου κατά τη Μεγάλη Πέμπτη μέχρι τη δύση του ήλιου κατά τη Μεγάλη Παρασκευή· και ελέγετο έτσι, όχι επειδή κατά το διάστημα αυτό έτρωγαν άζυμα, αλλά επειδή τα ετοίμαζαν· αφού λοιπόν ο Μυστικός Δείπνος συνέβη το βράδυτης Μεγάλης Πέμπτης, ο Χριστός θα πρέπει να χρησιμοποίησε ένζυμον άρτον, κι όχι ψωμί χωρίς προζύμι, αφού το τελευταίο δεν είχε ακόμη παρασκευαστεί κι αφούχρήση του γινόταν την Μεγάλη Παρασκευή).
Η μεγάλη διαφορά, λοιπόν, μεταξύ Ορθοδόξων και Λατίνων ετέθη με οξύ τρόπο και στη συζήτηση μεταξύ του Λατίνου Ανδρέα και των μοναχών της Καντάρας, ο δε πρώτος αναχώρησε οργισμένος από το μοναστήρι.
Σύλληψη και φυλάκιση: Όπως αναφέρει η Διήγησις, οι μοναχοί της Καντάρας πρότειναν μάλιστα και μια διαδικασία για ν’ αποδειχθεί ποια ήταν η ορθή άποψη για τα άζυμα: αφού τελέσουν τη λειτουργία και αυτοί (με χρήση ενζύμων) και οι Λατίνοι(με χρήση αζύμων), στη συνέχεια ένας εκπρόσωπος του κάθε δόγματος να εισέλθει μέσα στη φωτιά για ν’ αποδειχθεί ότι το ορθό πρεσβεύει εκείνος από τους δυο που δεν θα καεί! Η εισήγηση αυτή δεν έγινε αποδεκτή, και οι μοναχοί διατάχθηκαν να παρουσιαστούν ενώπιον του Λατίνου αρχιεπισκόπου Λευκωσίας για να λογοδοτήσουν.
Αφού τέλεσαν αγρυπνία κι ολονύκτια λειτουργία στο μοναστήρι τους, οι δεκατρείς μοναχοί ξεκίνησαν την επόμενη μέρα για τη Λευκωσία. Στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων (ή του Αγίου Γεωργίου του Λάμποντος) στη Λευκωσία, όπου έφθασαν, πλήθη Ορθοδόξων συνέρρεαν για να δουν τους μοναχούς της Καντάρας.
Στη συνέχεια οι μοναχοί παρουσιάστηκαν ενώπιον του Λατίνου αρχιεπισκόπου Ευστοργίου, ο οποίος περιστοιχιζόταν από μεγάλο αριθμό Λατίνων κληρικών. Ο Ευστόργιος τους ανέκρινε, οι δε μοναχοί με παρρησία υποστήριξαν και ενώπιόν του την άποψη των Ορθοδόξων για τη χρήση ενζύμου άρτου. Τότε ο Λατίνος αρχιεπίσκοπος τους φυλάκισε, αφού πιο πριν τους εξευτέλισε με βασανιστήρια.
Στη φυλακή, οι μοναχοί παρέμειναν, σύμφωνα πάντοτε προς την Διήγησιν, τρία χρόνια, πᾶσαν κάκωσιν ὑπομένοντες …τῇ δυσωδίᾳ, τῇ ταλαιπωρήσει καί τῇ ἑτέρᾳ, θλίψει εὐχαριστοῦντες
θεῷ ὡς ἑνιαυτόν ἕνα, ἄρτου καί ὕδατος μεταλαβόντες… Στη φυλακή, καταβεβλημένος από τις κακουχίες, πέθανε ο ένας απ’ αυτούς, ο Θεόγνωστος (Θεοδώρητος). Το σώμα του κάηκε από τους Λατίνους (5 Απριλίουτου 1231).
Βασανιστήρια και θάνατος: Κατά το διάστημα της φυλάκισής τους, οι μοναχοί ανακρίθηκαν και βασανίστηκαν ξανά και ξανά, χωρίς όμως να ενδώσουν και ν’ αποκηρύξουν την περί της χρήσεως ενζύμων άποψή τους. Τελικά, με εντολή του πάπα, οι μοναχοί αντιμετωπίστηκαν ως αιρετικοί, πράγμα που σήμαινε γι’ αυτούςβασανιστήρια και εκτέλεση. Μεταξύ των βασανιστηρίων που υπέστησαν, αναφέρεται στη Διήγησιν ότι δέθηκαν πίσω από άλογα που τους έσερναν καθ’όλο το μήκος της κοίτης του ποταμού Πηδιά που τότε περνούσε μέσα από τη Λευκωσία (περίπου από την πύλη Πάφου μέχρι την πύλη Αμμοχώστου). Τελικά, μισοπεθαμένοι οι μοναχοί, ρίχτηκαν στην πυρά και κάηκαν (19 Μαΐου 1231).
Το φοβερό αυτό έγκλημα των Λατίνων προκάλεσε μεγάλη αντίδραση τόσο στην ίδια την Κύπρο όσο και εκτός αυτής, ο δε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός απευθύνθηκε στον πάπα Γρηγόριο Θ’ και με επιστολή του, μεταξύ άλλων, ρωτούσε: Καλά ’γε ταῦτα, ἁγιώτατε καί τοῦ ἀποστόλου Πέτρου διάδοχε; Ταῦτα παραγγέλλει ὁ τοῦ πράου καί ταπεινοῦ τῇ καρδίᾳ Χριστοῦ μαθητής;
Επίσης, ο Γερμανός έγραψε στον Γρηγόριο ότι το μαρτύριο κι ο θάνατος των μοναχών της Καντάρας ήταν το τελευταίο γεγονός που χρειαζόταν για να ολοκληρώσει την κατάρα του πολέμου ανάμεσα στις δυο Εκκλησίες. Στο έγκλημα είχε αναμειχθεί και ο βασιλιάς της Κύπρου Ερρίκος Α’, ο οποίος είχε αναγκασθεί από τους Λατίνους ιερωμένους να διατάξει τον βασανισμό και τον θάνατο των μοναχών. Και τούτο, γιατί οι Λατίνοι εκκλησιαστικοί θεώρησαν ότι οι ίδιοι, ως ιερωμένοι, δεν μπορούσαν να δώσουν τέτοια εντολή!
Από το μαρτύριο των 13 μοναχών εμπνεύστηκε ο Κύπριος θεατρικός συγγραφέας Χριστάκης Γεωργίου το θεατρικό του έργο Καλόγεροι.
Όσον αφορά και την βάρβαρη Τουρκική εισβολή του 1974, τοις πάσι είναι γνωστά τι έπραξαν οι Μωαμεθανοί. Ότι κατά λάθος Χριστιανικό και Ελληνικό ξέχασαν οι γιουρούκκηδες πρόγονοι τους να πράξουν, το ολοκλήρωσαν με μένος αυτοί. ΤΙΠΟΤΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΕΝ ΑΦΗΣΑΝ ΟΡΘΙΟ ΣΤΑ ΚΑΤΕΧΕΟΜΕΝΑ.
Πηγές: 1. Άντρος Παυλίδης, Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια [Μ.Κ.Ε.], τόμ. 6, σσ.34-38, Φιλοκυπρός, Λευκωσία 1987 2. Χάρης Χριστοδούλου, Κυπριακαί Σπουδαί, Τόμος ΞΔ΄-ΞΕ΄, 2000-2001, Λευκωσία 2003 [η μελέτη αναφέρεται στα νέα στοιχεία τα σχετικά με το μοναχό Ιωαννίκιο]. 3. Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών, Πρακτικά του Δευτέρου Διεθνούς Κυπριολογικού Συνεδρίου [Λευκωσία, 20-25 Απριλίου 1982], τόμ. Γ΄, Λευκωσία, Ιστορικά βιβλία του Α. Αντωνά κλπ
Επιμέλεια από Αντώνη Αντωνά – Συγγραφέα από Ελληνική Κύπρο.
ΥΓ. Διαβάζοντας κάποιος όλα αυτά τα ολίγα από τα μύρια δεινά, που πέρασε ο Ελληνισμός της Κύπρου, αυτονόητα διερωτάται, πως επιβίωσε αυτός ο λαός, αυτή η μικρή Ελλάδα του Νότου. Ίσως την απάντηση μας την δίνει ο Εθνάρχης Καποδίστριας… «Ει ο Θεός μεθ’ ημών ουδείς καθ’ υμών»