Η δημοσιογράφος κατηγορείται για σκευωρία και κλήθηκε να απολογηθεί επειδή ερεύνησε υποθέσεις, αρθρογράφησε και πήρε συνεντεύξεις από κρίσιμους μάρτυρες
Άλλο ένα επεισόδιο στην παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου -με τάση την τρομοκράτηση των δημοσιογράφων- αλλά και της εργαλειακής χρήσης της Δικαιοσύνης και των θεσμών της, με όρους χειραγώγησης που παραπέμπουν στην Άγρια Δύση, γράφτηκε με την κλήση σε απολογία ως κατηγορούμενης της Γιάννας Παπαδάκου, με απόφαση που πάρθηκε με ψήφους της Ν.Δ. και του ΚΙΝ.ΑΛΛ.
Στην ουσία και στην πράξη η δημοσιογράφος διώκεται αποκλειστικά και μόνο γιατί έκανε τη δουλειά της, η οποία ήταν να ερευνήσει δημοσιογραφικά την υπόθεση του σκανδάλου Novartis και όλο το κατηγορητήριο βασίζεται στην αρθρογραφία της και την έρευνά της. Η δίωξη της Γιάννας Παπαδάκου, ανάμεσα στα άλλα, εκθέτει για ακόμα μία φορά την Ελλάδα διεθνώς, καθώς απασχόλησε το Δίκτυο Έρευνας Διαφθοράς και Οργανωμένου Εγκλήματος (OCCRP), το οποίο τονίζει ότι μέσω μια σειράς καταγγελιών οι υπόλογοι για την υπόθεση του σκανδάλου έχουν καταφέρει να μετατρέψουν σε κατηγορούμενους όλους όσους ερεύνησαν την υπόθεση.
Κατηγορείται με τεκμήριο συνεντεύξεις
Η Γιάννα Παπαδάκου έχει κληθεί ως κατηγορούμενη από την ανακρίτρια που χειρίζεται την υπόθεση με σειρά κατηγοριών, που συμπεριλαμβάνουν και κακουργήματα, επειδή πήγε στο Παρίσι και πήρε συνέντευξη από τον θεωρούμενο και ως «πατέρα της λίστας Λαγκάρντ» Ερβέ Φαλτσιάνι, αλλά και για την αρθρογραφία της στην εφημερίδα Το Βήμα και τηλεοπτικές εκπομπές. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η Γιάννα Παπαδάκου έκανε τα ρεπορτάζ κατ’ εντολή του Δ. Παπαγγελόπουλου, ενώ κατηγορείται επίσης ότι παρουσίασε ως υπόπτους διαφθοράς τρεις επιχειρηματίες για τους οποίους υπήρχε ήδη ενεργή έρευνα από την Εισαγγελία Διαφθοράς.
Στο στόχαστρο βρέθηκε και η συνέντευξη-συζήτηση της Γιάννας Παπαδάκου με την πρώην επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς Ελ. Ράικου και τις ερωτήσεις που της έκανε(!) σχετικά με τη γνώση της για εμπλοκή πολιτικών προσώπων στο σκάνδαλο.
Στην πράξη, η Γιάννα Παπαδάκου βρίσκεται κατηγορούμενη σε μια εμφανή απόπειρα κατατρομοκράτησης όχι μόνο της ίδιας αλλά και κάθε δημοσιογράφου που κάνει έρευνα και αποκαλύπτει στοιχεία, επειδή αυτά που ερεύνησε και αυτά που ανακάλυψε αλλά και ο τρόπος που οργάνωσε επαγγελματικά την έρευνά της δεν αρέσουν στη Νέα Δημοκρατία και στο ΚΙΝ.ΑΛΛ.
Ας σημειωθεί ότι η Γιάννα Παπαδάκου κατηγορείται ότι «συνωμοτούσε» με τον Δ. Παπαγγελόπουλο από το 2012, όταν ο τελευταίος δεν είχε την παραμικρή δημόσια θέση και δεν ασκούσε καμία εξουσία, αλλά ήταν απλώς ένας συνταξιούχος δικαστικός.
Κατασκευασμένες κατηγορίες
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι η Γιάννα Παπαδάκου κλήθηκε από την ανακρίτρια ως κατηγορούμενη χωρίς να έχει προηγηθεί κλήση της κατά την Προκαταρκτική Εξέταση για έγγραφες εξηγήσεις και χωρίς ο αρμόδιος εισαγγελέας Πρωτοδικών να ασκήσει εναντίον της δίωξη. Την κατηγορία της κατασκεύασε η Επιτροπή της Βουλής με ψήφους της Ν.Δ. και του ΚΙΝ.ΑΛΛ., και μάλιστα παρά την αντίθετη εισήγηση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής, το οποίο τόνισε ότι το πόρισμα της Επιτροπής δεν έπρεπε καν να αναφερθεί στο όνομα της Γιάννας Παπαδάκου, αλλά να περιοριστεί μόνο σε πολιτικά πρόσωπα. Για το θέμα αυτό η Γιάννα Παπαδάκου έχει προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο έχει κάνει κατ’ αρχήν παραδεκτή την προσφυγή της και εκκρεμεί να την εξετάσει επί της ουσίας.
Με τον τρόπο αυτό, η δημοσιογράφος υπόκειται σε όλες τις διαδικασίες εξπρές που αφορούν τα πολιτικά πρόσωπα, χωρίς να είναι πολιτικό πρόσωπο η ίδια, και μπορεί να παραπεμφθεί σε δίκη απλώς και μόνο με απόφαση μιας επιτροπής που στην πλειονότητά της αποτελείται από μέλη διορισμένα από την κυβέρνηση, χωρίς να μεσολαβήσουν όλες οι δικαστικές διαδικασίες που δικαιούται κάθε πολίτης. Ωστόσο, αν και υπόκειται σε αυτές τις διαδικασίες-εξπρές, δεν έχει καμία αντίστοιχη κάλυψη από αυτές που έχουν τα πολιτικά πρόσωπα, δηλαδή τα θεωρούμενα ως αδικήματα δεν παραγράφονται σε δύο κοινοβουλευτικές θητείες, αλλά σε είκοσι χρόνια, όπως θα συνέβαινε αν είχε παραπεμφθεί σε δίκη με εισαγγελικό βούλευμα, το οποίο δεν υπάρχει στην περίπτωσή της.
Το αίτημα ακύρωσης της κλήσης
Η Γιάννα Παπαδάκου και οι συνήγοροί της Δημήτρης Τσοβόλας και Λυδία Τσοβόλα προσέφυγαν στον Άρειο Πάγο ζητώντας να ακυρωθεί η κλήση σε απολογία δεδομένου ότι έχει παραβιαστεί ο Δικονομικός Ποινικός Κώδικας και η Ευρωπαϊκή Συνθήκη για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, καθώς δεν έχει προηγηθεί ούτε προκαταρκτική εξέταση ούτε ακρόασή της από τον εισαγγελέα στον οποίο είχε διαβιβαστεί η μήνυση από τον διάσημο πλέον Ελληνοϊσραηλινό επιχειρηματία Σάμπυ Μιωνή, ο οποίος την κατηγορεί για «εκβιασμό».
Επίσης, η Γ. Παπαδάκου και οι Δημήτρης και Λυδία Τσοβόλα αιτούνται να καταθέσουν ως μάρτυρες πριν την κλήση της σε απολογία ο Ερβέ Φαλτσιάνι, προκειμένου να πει ο ίδιος για το πώς κλείστηκε το ραντεβού του με τη δημοσιογράφο τον Σεπτέμβριο του 2015, ο εισαγγελέας πρωτοδικών Ηλ. Ζαγοραίος, προκειμένου να αναφερθεί στον σκοπό της κατάθεσης Φαλτσιάνι, καθώς και ο επίσης εισαγγελέας Πρωτοδικών Γιώργος Καλούδης. Ακόμα, η Γ. Παπαδάκου προτείνει τις καταθέσεις του μέλους του Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ Σταύρου Καπάκου και της δημοσιογράφου Τζόρτζιας Κοντράρου προκειμένου να καταθέσουν σχετικά με τον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και την τήρησή του στο υπό διερεύνηση ρεπορτάζ.
Ηδη, προσήλθε στον Άρειο Πάγο και κατέθεσε σχετικά ο βουλευτής Τρ. Αλεξιάδης, ο οποίος δήλωσε σχετικά: «Κατέθεσα στον Άρειο Πάγο όσα γνώριζα σχετικά με την υπόθεση της κλήσης της δημοσιογράφου Γ. Παπαδάκου ως κατηγορουμένης για υπόθεση ερευνητικής δημοσιογραφίας. Ελπίζω η ελληνική Δικαιοσύνη να αξιοποιήσει την κατάθεση αυτή και να τη συσχετίσει με τα άλλα στοιχεία, ώστε να αποκαλυφθούν οι σκευωροί και αυτοί που, αντί να συγχαίρουν έναν δημοσιογράφο για τον θεσμικό του ρόλο, τον μετατρέπουν σε κατηγορούμενο. Ελάχιστο χρέος μου η σημερινή κατάθεση και ελπίζω οι ‘γνωρίζοντες’ να πάρουν… δημόσια το μικρόφωνο (Κ. Τριπολίτης-Ανεμολόγιο) και να επιλέξουν να μιλήσουν σε μια τόσο κρίσιμη υπόθεση για το Δίκαιο στη χώρα».
Ο Τρ. Αλεξιάδης αναφέρθηκε αναλυτικά στη συμβολή των ρεπορτάζ τη ερευνητικής δημοσιογραφίας, ανάμεσά τους και στα άρθρα της Γ. Παπαδάκου, στο να βρεθούν στοιχεία για τις υποθέσεις της λίστας Λαγκάρντ, των Panama Papers και της λίστας Μπόργιανς.
Τέλος, η Γ. Παπαδάκου και οι συνήγοροί της υποστηρίζουν βάσιμα ότι δεν είναι δυνατόν να απολογείται για σκευωρία επί μίας υπόθεσης η ουσία της οποίας εξακολουθεί να διερευνάται και ζητούν να λάβουν γνώση των δικογραφιών που αφορούν την ανάκριση εις βάρος του Α. Λοβέρδου, καθώς και αυτές που εκκρεμούν για τους Άδωνι Γεωργιάδη και Δ. Αβραμόπουλο.
Απόπειρα τρομοκράτησης της ερευνητικής δημοσιογραφίας
Η παραβίαση του Ποινικού Δικονομικού Κώδικα αναδεκνύει την αυταρχική προσπάθεια επιβολής της ισχύος της κυβέρνησης
Η πασιφανής παραβίαση κάθε έννοιας ορθής δικαστικής διαδικασίας στην περίπτωση της κλήσης σε απολογία της Γιάννας Παπαδάκου ως κατηγορούμενης αναδεικνύει ξεκάθαρα τον «ελέφαντα στο δωμάτιο» στον τρόπο που διαχειρίζεται ανάλογες υποθέσεις η κυβερνητική πλειοψηφία. Εκμεταλλευόμενη με τρόπο που δεν σέβεται τους κανόνες του Κοινοβουλίου και της λειτουργίας της Δικαιοσύνης, η κυβέρνηση ενεργοποιεί μηχανισμούς ισχύος για να κάνει να σωπάσουν οι φωνές που δεν της αρέσουν με μεθόδους που παραπέμπουν σε αυταρχικά ολοκληρωτικά καθεστώτα. Ο έλεγχος της ενημέρωσης και της δημοσιογραφικής έρευνας δεν εξαντλείται στο μοίρασμα χρημάτων σε ΜΜΕ με μεθόδους λίστας Πέτσα, αλλά ακόμα περισσότερο αφορά την τρομοκράτηση των δημοσιογράφων που επιμένουν να κάνουν τη δουλειά τους ακόμα κι αν αυτή δεν βολεύει την κυβέρνηση.
Εν προκειμένω, βλέπουμε μια επανάληψη της μεθόδου επιχειρηματικών ομίλων που συνηθίζουν, διεθνώς, μέσω μεγάλων δικηγορικών γραφείων, να απειλούν τους δημοσιογράφους που ασκούν έλεγχο στη δράση τους με αγωγές αποζημίωσης πολλών εκατομμυρίων. Μόνο που αυτή τη φορά στον ρόλο του «τρομοκράτη» δεν βρίσκεται ένας επιχειρηματικός κολοσσός, αλλά η ίδια η κυβέρνηση, η οποία για να κάνει τη δουλειά της, παραβιάζει κοινοβουλευτικούς κανόνες και χειραγωγεί ή απλά παρακάμπτει τη Δικαιοσύνη.
Την κλήση σε απολογία της Γιάννας Παπαδάκου κατήγγειλε με ανακοίνωσή της και η ΕΣΗΕΑ, η οποία διαβλέπει σε αυτήν την ποινικοποίηση της ερευνητικής δημοσιογραφίας, ενώ θύμισε ότι με παρέμβαση της ίδιας είχε αποφευχθεί προηγούμενη απόπειρα να κληθεί ως ύποπτη στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής.
Στην ταινία «Μην κοιτάς ψηλά», που κάνει παγκόσμια θραύση στους κινηματογράφους και στην πλατφόρμα του Netflix, οι μηχανισμοί της εξουσίας κινητοποιούνται όχι για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα, αλλά για να τιμωρήσουν και να οδηγήσουν στη σιωπή αυτούς που το επισημαίνουν. Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί η δίωξη της δημοσιογράφου Γιάννας Παπαδάκου επειδή ερεύνησε και αποκάλυψε στοιχεία που αποδεικνύουν της ύπαρξη σκουριάς στο βασίλειο της Δανιμαρκίας. Το να μην επιτραπεί σε αυτούς που αναζητούν, αντί για λύσεις στο πρόβλημα, μεθόδους σιωπητηρίου αποτελεί ίσως το πιο επίκαιρο ζήτημα της εποχής όχι μόνο για τα ΜΜΕ αλλά και για την κοινωνία ολόκληρη.