Του αφαιρέθηκε ο τίτλος του επίτιμου διδάκτορα για προσβολή του κύρους των ελληνικών πανεπιστημίων.
Απορρίφθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας η αίτηση ακύρωσης του Γερμανού ιστορικού και απολογητή των Ναζί, Χάινς Ρίχτερ κατά της απόφασης της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Κρήτης με την οποία ανακλήθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Διδάκτορα που του είχε απονεμηθεί.
Το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας έκρινε πως η σοβαρή προσβολή του κύρους των ελληνικών Α.Ε.Ι. και κατ’ επέκταση των καθηγητών τους από πανεπιστημιακό, αποτελεί λόγο αφαίρεσης του τίτλου του επίτιμου διδάκτορα, κρίνοντας ότι δεν παραβιάζονται τα άρθρα 14 και 16 του Συντάγματος και το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Αφορμή για την ανάκληση του τίτλου του Επίτιμου Διδάκτορα με ομόφωνη απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης, αποτέλεσε συνέντευξη του τότε επίτιμου διδάκτορα του Πανεπιστημίου σε εφημερίδα πανελλαδικής κυκλοφορίας, στην οποία είχε δηλώσει πως «αν ο καθηγητής ελληνικού πανεπιστημίου Φ. πει κάτι που δεν αρέσει θα τον απολύσουν».
Επίσης, είχε αναφέρει στην ίδια συνέντευξη πως «αν του αφαιρεθεί ο τίτλος του επίτιμου διδάκτορα θα είναι ο δεύτερος Γερμανός στον οποίο θα συμβεί αυτό. Από τον πρώτο αφαίρεσαν τον τίτλο οι ναζί».
Με την υπ΄ αριθμ. 2571/2021 απόφασή της η αυξημένη σύνθεση του Γ΄ Τμήματος του ΣτΕ
απέρριψε την αίτηση ακυρώσεως του Χάινς Ρίχτερ κρίνοντας κατά πλειοψηφία ότι:
«Η απονομή και κατοχή του τίτλου του επίτιμου διδάκτορα ερείδονται στην εκδήλωση αμοιβαίας τιμής μεταξύ του απονέμοντος Πανεπιστημίου και του αναγορευομένου. Συνεπώς, «σοβαροί λόγοι» που δικαιολογούν την αφαίρεση του τίτλου περιλαμβάνουν και πράξεις όπως είναι η σοβαρή προσβολή του κύρους των ελληνικών Α.Ε.Ι. γενικώς και κατ’ επέκταση των καθηγητών τους, επικουρούμενη και από προσβολή ειδικά του Α.Ε.Ι. που απένειμε τον τίτλο.
Είναι δε αδιάφορο το ότι οι ως άνω λόγοι δεν ανάγονται στο επιστημονικό υπόβαθρο επί του οποίου ερείδεται η ανακήρυξη».
Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν πως «ο αιτών, πρώην καθηγητής γερμανικού πανεπιστημίου και γνώστης επί δεκαετίες της ελληνικής πραγματικότητας και του αυτοδιοίκητου και της ελεύθερης λειτουργίας των ελληνικών πανεπιστημίων από το 1975, γνώριζε ότι μετά το έτος αυτό δεν έχει απολυθεί κανένας καθηγητής ελληνικού πανεπιστημίου για τις απόψεις του και το έχει παραδεχθεί.
Συνεπώς, ήταν σε θέση να προβλέψει ότι οι ανωτέρω δηλώσεις που αφορούν το κύρος των πανεπιστημίων, συνιστούν σοβαρούς λόγους που μπορεί να δικαιολογήσουν την αφαίρεση του τίτλου. Περαιτέρω, οι δηλώσεις του αιτούντος δίδουν σαφώς την εντύπωση ότι το πανεπιστήμιο είναι δυνατόν να προβεί στην ανάκληση του τίτλου λόγω των πορισμάτων και απόψεων του ιδίου σε βιβλίο του, εφαρμόζοντας έτσι εθνικοσοσιαλιστικές πρακτικές. Ενόψει δε της βαρύτητας της σύνδεσης του πανεπιστημίου με τον εθνικοσοσιαλισμό, η σύγκριση με τον οποίο, λόγω της φύσης αυτού, προσδίδει τη μεγαλύτερη δυνατή απαξία στον συγκρινόμενο, η δήλωση αυτή είναι προσβλητική για το πανεπιστήμιο και τους καθηγητές του».
Στην ίδια απόφαση επισημαίνεται πως δεν παραβιάζεται η συνταγματική αρχή της αναλογικότητας και ότι η επέμβαση στα δικαιώματα των άρθρων 14 και 16 Συντάγματος και του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ θάλπει τον θεμιτό σκοπό της προστασίας του κύρους των ελληνικών Πανεπιστημίων.