Νέα έγγραφα που βρήκαν το δρόμο τους προς τη δημοσιοποίηση, έριξαν φως στο πρόγραμμα κράτησης και ανάκρισης της CIA στο Αφγανιστάν, περιγράφοντας με τρομακτικές λεπτομέρειες ορισμένες από τις ακραίες τεχνικές που χρησιμοποίησαν οι αξιωματικοί της, που οδήγησαν τελικά σε θανάτους υπό αιχμαλωσία.
- Του Kit Klarenberg*
Σε μια πρόσφατη νομική αίτηση, οι δικηγόροι του Αμπού Ζουμπαϊντάχ – του Σαουδάραβα κρατούμενου του Γκουαντάναμο που σχεδόν βασανίστηκε μέχρι θανάτου από τη CIA, κρατήθηκε χωρίς κατηγορία από τις ΗΠΑ για σχεδόν 20 χρόνια – ζήτησαν να αφεθεί ελεύθερος ο πελάτης τους, δεδομένου ότι ο πόλεμος της Ουάσιγκτον στο Αφγανιστάν και με την Αλ Κάιντα, έχει τελειώσει.
Γράφοντας σε ένα περιφερειακό δικαστήριο της DC, υποστήριξαν ότι αυτές οι εξελίξεις σήμαιναν ότι δεν υπήρχε νομική δικαιολογία για να τον κρατήσουν αιχμάλωτο και ότι πρέπει να απελευθερωθεί αμέσως. Αυτό που παραλείπει να αναφέρει η αίτηση, ωστόσο, είναι ότι η κράτηση του Ζουμπαϊντάχ προοριζόταν, από την πρώτη μέρα, να είναι μόνιμη, προκειμένου να κρατήσει μυστική την εγκληματική κακοποίηση της CIA και να διασφαλίσει ότι οι κακοποιητές του θα προστατευτούν από την οποιαδήποτε δίωξη.
Τον Ιούλιο του 2002, τέσσερις μήνες μετά τη σύλληψή του στο Πακιστάν, η ομάδα της Υπηρεσίας στο Αφγανιστάν ζήτησε συγκεκριμένα «εύλογες διαβεβαιώσεις» από τους ανωτέρους ότι «θα παρέμενε σε απομόνωση και σε αποξένωση για το υπόλοιπο της ζωής του». Σε απάντηση, ένα σημείωμα ανέφερε ότι υπήρχε «αρκετά ομόφωνο συναίσθημα» στα κεντρικά γραφεία της CIA ότι ο Ζουμπαϊντάχ «δεν θα τεθεί ποτέ σε μια κατάσταση όπου θα έχει οποιαδήποτε σημαντική επαφή με άλλους και/ή έχει την ευκαιρία να απελευθερωθεί και θα παραμένει απομονωμένος για το υπόλοιπο της ζωής του».
Η επιθυμία του Langley (σ.σ. κεντρικά της CIA) για ολική ομερτά σε όλα τα θέματα που αφορούν το πρόγραμμα βασανιστηρίων είναι κατανοητή (ας πούμε), γιατί πολλοί έχουν πολλά να κρύψουν.
Αποκαλύψεις από τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα – Υπόθεση Ραχμάν
Στις αρχές Δεκεμβρίου, το BuzzFeed δημοσίευσε εκατοντάδες αποχαρακτηρισμένα έγγραφα που σχετίζονται με έρευνες του Γενικού Επιθεωρητή της CIA για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών από προσωπικό και εργολάβους της Υπηρεσίας. Μεταξύ αυτών ήταν θαμμένη μια Ειδική Ανασκόπηση του Μαΐου 2004 για το πρόγραμμα κράτησης και ανάκρισης της CIA, που ξεκίνησε μετά τον θάνατο του Γκιούλ Ραχμάν, Αφγανού ύποπτου για δεσμούς με πολιτοφυλακές, στη μαύρη τοποθεσία «Salt Pit» στην Καμπούλ 18 μήνες πριν.
Σημειώνει ότι ο Ραχμάν υποβλήθηκε σε συνεδρίες στέρησης ύπνου διάρκειας 48 ωρών, κατά τις οποίες του αρνήθηκαν τα ρούχα του «για να προκαλέσουν πολιτιστική ταπείνωση» και υποβλήθηκε σε «σκληρές πτώσεις» – ένας ευφημισμός για τη «σκληρή μεταχείριση». Παρόλα αυτά, παρέμεινε μη συνεργάσιμος και δεν παρείχε πληροφορίες, παραδέχτηκε μόνο την ταυτότητά του μετά από αρκετές ημέρες «σε κρύες συνθήκες με ελάχιστο φαγητό και ύπνο». Μια ψυχολογική αξιολόγηση τον Νοέμβριο του 2002 σημείωσε την «αξιοσημείωτη σωματική και ψυχολογική του ανθεκτικότητα» και κατά συνέπεια συνέστησε «συνεχείς περιβαλλοντικές στερήσεις» για να τον κάνουν να μιλήσει.
Ένα απόγευμα εκείνου του μήνα, όταν δόθηκε φαγητό στον Ραχμάν, αυτός φέρεται να πέταξε ένα μπουκάλι νερό και τον κουβά της αφόδευσης στους φρουρούς, προειδοποιώντας ότι είχε δει τα πρόσωπά τους «και θα τους σκότωνε μόλις απελευθερωνόταν». Όταν ο διευθυντής του Salt Pit έμαθε για αυτό το περιστατικό, εξουσιοδότησε τη «αλυσόδεση» του κρατούμενου – δένοντας τα χέρια και τα πόδια του στο πάτωμα, ώστε να μην μπορεί να σταθεί ή να καθίσει άνετα – γυμνόςαπό τη μέση και κάτω στο κελί του.
Τα παγωμένα ντους
Το πρωί της 20ης Νοεμβρίου, ο Ραχμάν βρέθηκε νεκρός. Μεταγενέστερες έρευνες από τον Γενικό Επιθεωρητή διαπίστωσαν ότι το προσωπικό του Salt Pit είχε χρησιμοποιήσει μια σειρά από τεχνικές και «αυτοσχέδιες ενέργειες» που δεν είχαν εγκριθεί ούτε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης ούτε από τα κεντρικά γραφεία της CIA. Αυτά περιελάμβαναν συχνά παγωμένα ντους, σε τόσο παγωμένες θερμοκρασίες που άφηναν μετά τον ύποπτο να μην μπορεί να μιλήσει σωστά.
Ένας ψυχολόγος που βρισκόταν στο Salt Pit θυμήθηκε ότι παρατήρησε τον Ραχμάν να «δείχνει τα πρώτα στάδια της υποθερμίας» αφού υποβλήθηκε σε ένα τέτοιο ντους και διέταξε τους φρουρούς να του δώσουν μια κουβέρτα. Ένας άλλος εργολάβος δήλωσε ότι αυτά τα ντους ήταν μια σκόπιμη «τεχνική στέρησης», που χρησιμοποιήθηκε όταν έγινε αντιληπτό ότι δεν συνεργαζόταν και ποτέ για «λόγους υγιεινής».
Ωστόσο, όταν ρωτήθηκαν από τους ερευνητές εάν το κρύο χρησιμοποιήθηκε για τους σκοπούς της ανάκρισης, ένας ανώνυμος υπάλληλος της CIA απάντησε άκομψα, «όχι καθεαυτή», αλλά αναγνώρισε ότι η σωματική και περιβαλλοντική δυσφορία «χρησιμοποιήθηκε για να ενθαρρύνει τους κρατούμενους να βελτιώσουν το περιβάλλον τους». Συνέχισαν υποστηρίζοντας ότι «το κρύο είναι δύσκολο να οριστεί», ρωτώντας ρητορικά «πόσο κρύο είναι το κρύο; Πόσο κρύο είναι απειλητικό για τη ζωή;»
Επιβράβευση και όχι τιμωρία
Ενώ η έκθεση της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας σχετικά με το πρόγραμμα κράτησης και ανάκρισης της CIA παραμένει απόρρητη σήμερα, η σύνοψή της των 525 σελίδων αναφέρεται στον Ραχμάν περισσότερες από 100 φορές. Λεπτομέρειες για τον θάνατό του απουσίαζαν σε μεγάλο βαθμό, αν και αποκαλύφθηκε ότι όχι μόνο κανένας υπάλληλος της Υπηρεσίας δεν τιμωρήθηκε ως αποτέλεσμα αυτού, αλλά ο διευθυντής του Salt Pit –ο οποίος δεν ήταν εκπαιδευμένος ανακριτής και είχε ιστορικό προβλημάτων συμπεριφοράς– προτάθηκε για Βραβείο 2.500 δολαρίων για «συνεχώς ανώτερη εργασία» τέσσερις μήνες αργότερα.
Ένα συμβούλιο λογοδοσίας της Υπηρεσίας αποφάσισε τελικά να κάνει το ήπιο βήμα αναστολής του κατώτερου αξιωματικού της CIA που εμπλέκεται, με ποινή… 10 ημέρες χωρίς αμοιβή, αλλά ακόμη και αυτό ανατράπηκε από τον τότε Εκτελεστικό Διευθυντή της Υπηρεσίας Κάιλ Φόγκο, ο οποίος έγραψε προσωπικά στον υπάλληλο: «Αν και δεν παραβλέπω τις ενέργειές σας, είναι επιτακτική ανάγκη, κατά την άποψή μου, να κριθούν εντός του επιχειρησιακού πλαισίου που υπήρχε τη στιγμή της κράτησης του Ραχμάν». Ο Φόγκο στη συνέχεια φυλακίστηκε για απάτη, αφού βοήθησε φίλους να επωφεληθούν παράνομα από συμβόλαια της CIA στο Ιράκ.
Καταγραφή κι άλλου νεκρού
Η σύνοψη αναφέρει τον Ραχμάν ως τον μόνο κρατούμενο που είναι γνωστό ότι πέθανε υπό κράτηση στη CIA – αν και η Γενική Επιθεώρηση Επιθεωρητών δείχνει ότι αυτό είναι αναληθές. Καταγράφει πώς τον Ιούνιο του 2003, ένας Αφγανός πολίτης που φέρεται να ενοχοποιήθηκε σε επιθέσεις με ρουκέτες σε κοινή θέση του αμερικανικού στρατού και της CIA στα βορειοανατολικά της χώρας, παρευρέθηκε στη βάση του Asadabad «κατόπιν παρότρυνσης του τοπικού Κυβερνήτη», οπότε κρατήθηκε σε μια εγκατάσταση που φυλάσσεται από τις ΗΠΑ, για τέσσερις ημέρες.
Κατά τη σύντομη περίοδο της αιχμαλωσίας του, ένας εργολάβος της CIA «χτύπησε άγρια τον κρατούμενο με ένα μεγάλο μεταλλικό φακό και τον κλώτσησε κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων», οδηγώντας στον θάνατο. Στη συνέχεια, η σορός του παραδόθηκε σε έναν τοπικό κληρικό και την οικογένειά του, χωρίς να γίνει νεκροψία.
Ούτε ο εργολάβος, ούτε ο προϊστάμενός του στην Υπηρεσία δεν είχαν εκπαιδευτεί ή εξουσιοδοτηθεί να διεξαγάγουν ανακρίσεις και δεν αντιμετώπισαν καμία ποινή, ούτε απαγόρευση να μην ανανεωθεί η σύμβασή τους.
Βία και ατιμωρησία
Η σύνοψη καθιστά επίσης σαφές ότι η τάση για ακραία βία μεταξύ του προσωπικού της CIA στο Αφγανιστάν και η ατιμωρησία με την οποία διέπραξαν εγκλήματα, δεν περιοριζόταν στις διάφορες φυλακές της χώρας. Για παράδειγμα, καταγράφει πώς τον Ιούλιο του 2003, ένας αξιωματικός επισκέφτηκε ένα θρησκευτικό σχολείο, για να διαπιστώσει εάν κάποιο προσωπικό ή μαθητές θα μπορούσαν να προσφέρουν πληροφορίες σχετικά με την έκρηξη ενός τηλεκατευθυνόμενου εκρηκτικού μηχανισμού που είχε σκοτώσει οκτώ συνοριοφύλακες λίγες μέρες νωρίτερα.
Ένας δάσκαλος φέρεται να «χαμογέλασε και να γέλασε ακατάλληλα» ενώ του έπαιρνε συνέντευξη ο αξιωματικός, με αποτέλεσμα να δεχθεί δύο χτυπήματα στον κορμό με το κοντάκι του τουφεκιού και μετά να δεχθεί και επανειλημμένες κλωτσιές καθώς ήταν πεσμένος στο έδαφος – το περιστατικό λέγεται ότι παρακολούθησαν 200 μαθητές. Σε απάντηση, η CIA απλώς επέστρεψε τον αξιωματικό πίσω στις ΗΠΑ, όπου και «του δόθηκε μια εσωτερική αποστολή».
Ωστόσο, η σύνοψη δεν μπορεί να θεωρηθεί ολοκληρωμένη, γιατί απλώς αντικατοπτρίζει τα περιστατικά που καταγράφηκαν επίσημα. Ανησυχητικά, το έγγραφο καταλήγει σημειώνοντας ότι, ενώ η τεκμηρίωση της σύλληψης, της παράδοσης, της κράτησης και της ανάκρισης «κρατουμένων υψηλής αξίας» ήταν «περιεκτική», η τεκμηρίωση σχετικά με κρατούμενους «μικρότερης φήμης» ήταν «πολύ λιγότερο συνεπής».
Καθώς η CIA δεν ήταν υποχρεωμένη να τεκμηριώσει τη σύλληψη και την κράτηση όλων των ατόμων μέχρι τον Ιούνιο του 2003, ο Γενικός Επιθεωρητής «δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει με βεβαιότητα τον αριθμό ή την τρέχουσα κατάσταση των ατόμων που είχαν συλληφθεί και κρατηθεί».
Με άλλα λόγια, το ερώτημα πόσοι κρατούμενοι δολοφονήθηκαν πράγματι «υπό την αιγίδα» του προγράμματος βασανιστηρίων της CIA παραμένει πολύ ανοιχτό – κάτι που με τη σειρά του σημαίνει ότι όποιος θα μπορούσε να ρίξει φως στο θέμα, όπως ο Ζουμπαϊντάχ, δεν μπορεί ποτέ να είναι ξανά ελεύθερος.
*Ερευνητής-δημοσιογράφος που διερευνά το ρόλο των υπηρεσιών πληροφοριών στη διαμόρφωση της πολιτικής και των αντιλήψεων.