Στην ομιλία του, κατά την παρουσίαση του επετειακού -για τα 200 χρόνια από την Εθνεγερσία του 1821- τόμου «Ιχνηλατώντας την συμβολή της Καλαμάτας και της Μεσσηνιακής Ενδοχώρας στο έπος της Ανεξαρτησίας: Σηματωροί και Αγωνιστές του 1821», ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Προκόπιος Παυλόπουλος επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
«Ο τόμος αυτός αναδεικνύει την Καλαμάτα και την Μεσσηνιακή Ενδοχώρα ως ένα «κουκούλι» ιστορίας, σε ό,τι αφορά τους Αγώνες και τους Αγωνιστές της περιόδου της Εθνεγερσίας του 1821, από τότε που ξεπήδησε η πρώτη «σπίθα» της Επανάστασης για την Ανεξαρτησία των Ελλήνων ως την τελική ιστορική ευθεία, η οποία άνοιξε τον ορίζοντα της οριστικής αποτίναξης του βάρβαρου και αιμοσταγούς οθωμανικού ζυγού. Ένα «κρουστό κουκούλι» ιστορίας, το «νήμα» του οποίου έχει υφάνει, διαχρονικώς και μ’ ενάργεια, τον «καμβά» που πάνω του δεσπόζει ο μοναδικός «πίνακας» των Αγώνων και των Αγωνιστών, μ’ επίκεντρο την Καλαμάτα και την Μεσσηνιακή Ενδοχώρα. Ο τόμος αυτός αποκαθιστά, με μεγάλη πληρότητα και ακρίβεια, την ιστορική αλήθεια και διαδρομή των γεγονότων, απονέμοντας συνάμα «ιστορική δικαιοσύνη» δίχως εξωραϊσμούς και αφήνοντας ανοιχτό το πεδίο για περαιτέρω μελέτη και έρευνα στο μέλλον. Ας μου επιτραπεί, στο πλαίσιο της σημερινής παρουσίασης του τόμου, να προσθέσω λίγες μόνο σκέψεις, πάνω στα τρία ουσιώδη σημεία στα οποία επικεντρώνεται κυρίως το περιεχόμενό του, αναφορικά με τους Αγώνες και τους Αγωνιστές της Καλαμάτας και της Μεσσηνιακής Ενδοχώρας κατά την διάρκεια της Εθνεγερσίας του 1821.
Α. Η Καλαμάτα και η γύρω περιοχή αποτέλεσαν το πρώτο -δύο μέρες πριν την επίσημη έναρξη της Επανάστασης, την 25η Μαρτίου 1821 στην Αγία Λαύρα- ελεύθερο «έδαφος» κατά την Εθνεγερσία του 1821. Εκεί συγκροτήθηκε το πρώτο οιονεί πολιτειακό όργανο των Αγωνιζόμενων Ελλήνων, η «Μεσσηνιακή Σύγκλητος» ή «Μεσσηνιακή Γερουσία», η οποία έλαβε τις πρώτες επαναστατικές αποφάσεις, συγκάλεσε ύστερα την Συνέλευση στην Μονή των Καλτεζών υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, την 26η Μαΐου 1821, και εξέλεξε την «Διοικητική Επιτροπή», που αποτέλεσε τον «πυρήνα» της μετέπειτα Πελοποννησιακής Γερουσίας. Στην Καλαμάτα, και με πρωτοβουλία των μελών της «Μεσσηνιακής Συγκλήτου» ή «Μεσσηνιακής Γερουσίας» -κατ’ εξοχήν δε του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και των συνεργατών του- συντάχθηκαν και απεστάλησαν στους αποδέκτες τους τόσον η «Προειδοποίησις εις τα Ευρωπαϊκάς Αυλάς», μάλλον την 25η Μαρτίου 1821, με την οποία οι Αγωνιζόμενοι Έλληνες ανακοίνωναν την εδραία βούλησή τους ν’ αποτινάξουν τον οθωμανικό ζυγό, με κάθε κόστος, πιστοί στο ιστορικό πρόταγμα «Ελευθερία ή Θάνατος» και «ιδανικοί» εκφραστές της «βιωματικής» σχέσης των Ελλήνων με την Ελευθερία, από συστάσεως του Έθνους των Ελλήνων. Όσο και η «Προκήρυξις προς τους Αμερικανούς», περί το τέλος Μαρτίου 1821, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία του πρώτου πυρήνα Φιλελληνισμού στις ΗΠΑ και τα πρώτα δείγματα στήριξης της Εθνεγερσίας του 1821 από τους επικεφαλής της πολιτικής ζωής σε αυτές. Τέλος, στην Καλαμάτα λειτούργησε το πρώτο «Εθνικό Τυπογραφείο» -με την καθοριστική συμβολή του Δημητρίου Υψηλάντη- και εκδόθηκε, υπό την καθοδήγηση του Θεόκλητου Φαρμακίδη, η πρώτη εφημερίδα των Ελεύθερων Ελλήνων, η «Σάλπιγξ Ελληνική», στην οποία και δημοσιεύθηκαν τα πρώτα επαναστατικά κείμενα, και όχι μόνο.
Β. Ως προς την «Θυσία» στο Μανιάκι, όπου ο αγώνας του Γρηγορίου Δικαίου-Παπαφλέσσα και των συνεργατών του, την 20ή Μαΐου 1825, παραπέμπει στις Θερμοπύλες και στους 300 του Λεωνίδα κατά τους Μηδικούς Πολέμους, θα ήθελα -και ας μην μου καταλογισθεί ένας αδικαιολόγητος υποκειμενισμός ή και μια υπερβάλλουσα συναισθηματική φόρτιση- να μείνω μόνο στην ακόλουθη προσωπική εξομολόγηση: Όσα κι αν διάβασα στην πορεία της ζωής μου για το Μανιάκι δεν κατάφεραν να «σβήσουν» τις μνήμες, που έχουν μείνει ως «ίζημα» στο νου και στην ψυχή μου από το «προσκύνημα» το οποίο αξιώθηκα να κάνω, ένα ζεστό απόγευμα του Ιουλίου του 1962, σε ηλικία δώδεκα χρόνων, σ’ εκείνο τον αιματοβαμμένο τόπο συνοδεύοντας τον πατέρα μου. Είχα πάρει μαζί μου το «αναγνωστικό» της 6ης Δημοτικού και ξαναδιάβασα, in situ, με προτροπή του και με τρεμάμενη φωνή, το διήγημα του Μιχαήλ Μητσάκη, «Το φίλημα» : Παραθέτω το εξής απόσπασμα:
«Ο Ιμπραήμ έφτασε στο φρύδι του λόφου, ανέβηκε και στάθηκε. Και μ’ ανοιχτό το βλέμμα, έκπληκτο, αναμετρά τα ψηλά κορμιά των παλικαριών, τα πλατιά τους στέρνα, τα μπράτσα τους τα δυνατά, τις ωραίες μορφές τους, τα περήφανα μέτωπά τους…
– Ποιος είναι ο Παπαφλέσσας; Οι οδηγοί του έτρεξαν, έδειξαν το πτώμα.
– Σηκώστε τον, μωρέ, πάρτε τον… Πάρτε τον, πλύντε τον… Πλύντε το το παλικάρι…
Δυο άντρες τον πήραν από τις μασχάλες, τον σήκωσαν, τον έστησαν στα πόδια του και πήγαν σε μια κοντινή πηγή. Τον έπλυναν και γύρισαν πίσω, φέρνοντάς τον.
– Στήστε τον εκεί από κάτω. Τον έστησαν σ’ ένα δέντρο, τον ακούμπησαν, τον στερέωσαν στον κορμό, τον ισορρόπησαν, σαν ζωντανό…
Τότε ο Ιμπραήμ πλησιάζει αργά προς το δέντρο, στέκεται και βλέπει σιωπηλός για πολλή ώρα το άπνοο σώμα του αντιπάλου και κάτω από το φως της σελήνης, που ανέτελλε εκείνη την ώρα αιματόχροη, κάτω απ’ τα κλαδιά που φρικιούσαν πένθιμα, φιλεί, με ένα παρατεταμένο φίλημα, τον όρθιο νεκρό».
Γ. Ως προς το Ναυαρίνο, ουδείς μπορεί ν’ αμφισβητήσει το ότι η συμβολή των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής -της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας- υπήρξε καθοριστική για την ευόδωση της Εθνεγερσίας του 1821 και για την ίδρυση του Νεότερου Ελληνικού Κράτους, με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου το 1830. Πολλώ μάλλον όταν η «φωτιά» της Επανάστασης του 1821 κινδύνευε να «σβήσει» από το βάρβαρο πέρασμα του Ιμπραήμ, στον οποίο είχε προσφύγει η Οθωμανική Αυτοκρατορία, μην μπορώντας μόνη της ν’ αντιμετωπίσει στο πεδίο της μάχης τους ηρωικούς Έλληνες Αγωνιστές του Έπους της Εθνεγερσίας του 1821. Μόνο που εμείς, οι Έλληνες, έχουμε χρέος να υπενθυμίζουμε στους Συμμάχους και Εταίρους μας πόσο καθυστέρησαν την εποχή εκείνη να σταθούν στο πλευρό των Αγωνιζόμενων Ελλήνων, όπως και πόσο καθοριστικός προς την κατεύθυνση αυτή υπήρξε ο ρόλος του Φιλελληνικού Κινήματος στην Ευρώπη, ιδίως μετά το Μεσολόγγι, εκείνο τον «σκληρό Απρίλη» του 1826. Επίσης έχουμε χρέος να τους υπενθυμίζουμε ότι και μετά την Ναυμαχία του Ναυαρίνου, η διστακτικότητά τους ήταν τέτοια ώστε χρειάστηκαν τρία, ακόμη, «πικρά» χρόνια για να φθάσουμε στο Πρωτόκολλο του Λονδίνου το 1830, με το οποίο ιδρύθηκε, επιτέλους, το Νεότερο Ελληνικό Κράτος, ως το πρώτο Έθνος-Κράτος στην τότε Ευρώπη. Τέλος, ας μην λησμονούμε -το ακριβώς αντίθετο- πόσα η Ελλάδα οφείλει στον πρώτο Κυβερνήτη, τον Ιωάννη Καποδίστρια, ώστε να πεισθούν οι Μεγάλες Δυνάμεις τόσο για την υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου του 1830 όσο και για την έκταση των πρώτων συνόρων του Νεότερου Ελληνικού Κράτους.
Η αξία του τόμου «Ιχνηλατώντας την συμβολή της Καλαμάτας και της Μεσσηνιακής Ενδοχώρας στο Έπος της Ανεξαρτησίας: Σηματωροί και Αγωνιστές του 1821» έγκειται και στο να μας υπενθυμίζει, αδιαλείπτως, το δικό μας Εθνικό Χρέος, ως «αντίδωρο» στο Έπος των Προγόνων μας κατά την Εθνεγερσία του 1821: Ανυποχώρητοι και υπό όρους αρραγούς ενότητας -μιας και ό,τι σημαντικό έχουμε επιτύχει οι Έλληνες το καταφέραμε ενωμένοι, ενώ ο διχασμός μας στοίχισε πολλά, ακόμη και τμήματα του Εθνικού μας Κορμού- οφείλουμε να υπερασπιζόμαστε, έναντι πάντων, τα Εθνικά μας Θέματα και τα Εθνικά μας Δίκαια, πάνω στην βάση του πλήρους σεβασμού του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, στο σύνολό τους. Και τούτο οφείλουμε να το πράττουμε έχοντας εμπιστοσύνη πρωτίστως στο δικό μας φρόνημα και στις δικές μας δυνάμεις, ανεξάρτητα από την εκάστοτε διεθνή συγκυρία και την στάση άλλων. Άλλωστε, ως προς την επιτέλεση του Εθνικού μας Χρέους δεν μπορεί και δεν πρέπει να υπάρχουν όροι και προϋποθέσεις, ιδίως δε όροι και προϋποθέσεις εξωγενούς προέλευσης. Και ακόμη τούτο: Για τον Ελληνισμό, εν συνόλω, ο αγώνας που άρχισε με την Εθνεγερσία του 1821 συνεχίζεται, έως ότου απελευθερωθεί και το τμήμα εκείνο της Μαρτυρικής Κύπρου, το οποίο τελεί υπό τουρκική κατοχή, κάτι που συνιστά όνειδος και για την Διεθνή Κοινότητα εν γένει αλλά και για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κυρίως δε για την τελευταία, δοθέντος ότι η τουρκική κατοχή στην Κύπρο -πλήρες Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης- πλήττει, ευθέως και καιρίως, πέραν του Διεθνούς Δικαίου και τον ίδιο τον πυρήνα του Ευρωπαϊκού Δικαίου και της Ευρωπαϊκής Νομιμότητας.»