Πέθανε χθες, σε ηλικία 91 ετών, η τελευταία επιζήσασα του Ολοκαυτώματος στον Χορτιάτη, Βασιλική Γκουραμάνη. 2 Σεπτεμβρίου 1944, 13 χρόνων κορίτσι, είχε καταφέρει να βγει ζωντανή-μαζί με άλλα 2 παιδιά-,από τον φούρνο της οικογένειας Γκουραμάνη -στον οποίο εκτελέστηκαν και κάηκαν οι 70 από τους 146 πολίτες του Χορτιάτη -22 άτομα της οικογένειας Γκουραμάνη-που εκτελέστηκαν “από τους ταγματαλήτες”-όπως τους ονόμαζε και η ίδια-του Φριτς Σούμπερτ και τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής.
Αποσπάσματα απο την μαρτυρία της Γκουραμάνη για την δράση των εγκληματικών Ταγμάτων Ασφαλείας, των “Ελληνικών Ες Ες” στον Χορτιάτη: “Αυτούς που έβρισκαν στο βουνό…μια κοπέλα σαν τα κρύα τα νερά από νιάτα φορτωμένη μέχρι εκεί απάνω, την βρήκαν και δεν λέγεται τις της έκαναν …Έλληνες τα έκαναν..τελειόφοιτη Γυμνασίου πρέπει να ήταν….δεν ξαναήρθε στο χωριό, δεν την είδαμε ποτέ ξανά…η μάνα της ήταν δίπλα και τα έβλεπε όλα.Και αφού την τυράννησαν τόσο πολύ δεν τη σκότωσαν.
Στη μάνα, όμως, έβγαλαν το πιστόλι και την σκότωσαν…σε ένα κοριτσάκι, όπως είναι η εγγονή μου, σκότωσαν τη μάνα του και έπαιρναν καοτσούκια και του τα πέταγαν καμένα και το έκαιγαν…αυτό φώναζε και έκλαιγε κι αυτοί γελούσαν….τους φαινόταν πολύ αστείο. Έζησε ακόμα 15 μέρες, όπως λιώνει το κερί στην εκκλησία έτσι έλιωνε.
Δεν μπορούσαμε να το πιάσουμε, ,ούτε να το ντύσει η γιαγιά του, ούτε να το αλλάξει, ούτε… Τι να του βάλει. Ό,τι και να του βάζε, κολλούσε απάνω του πληγή. Το πήρε,αρχικά, ο Ερυθρός Σταυρός. Μετά το πήρε η γιαγιά του, το ‘χε για 15 μέρες. Μόνο έκλαιγε, έλιωσε, σαν το κερί πέθαινε, μετά από 15 μέρες πέθανε”