Νεκρός σε τροχαίο ο Στεφανος με το μπαλάκι, στην Παλαιά Κοκκινιά – Ένας ξεχωριστός, ευαίσθητος, ταλαιπωρημένος άνθρωπος που αγαπούσαμε ολοι

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ήταν η πιο εμβληματική μορφή της Παλαιας Κοκκινιάς, μια αυθεντική cult φιγούρα με χρυσή καρδιά και την δική του ιστορία στις πλάτες. Δεν ήταν “ο τρελός με τα μπαλάκι”, ήταν ένας άνθρωπος που έφερε στις πλάτες του την δίκη του βαριά ιστορία, ένας αυθεντικός λαϊκός καλλιτέχνης, μια ψυχούλα που οταν του έλεγες γεια σου Στέφανε έλαμπε ολόκληρος.

https://www.facebook.com/groups/kokkinia1/permalink/2972975372924807/

D28D0832 38FF 4B50 A58E 8EB5F06D8B5E

843D3F92 C97D 4BE7 A98B 614CF8BF06ED

AB41F042 C5E1 443B 8677 E06434C13FCD

6FAA2B33 FA0D 44D4 9203 38D37A987B58

Ο Στέφανος ήταν για δεκαετίες το σήμα κατατεθέν της γειτονιάς του Πειραιά. Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, σκοτώθηκε όταν υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, χτυπήθηκε από αυτοκίνητο Ι.Χ στον δρόμο όπου έμενε. Οι εργαζόμενοι καφετέριας τον μετέφεραν στο Ασκληπιείο της Βούλας, όπου και διαπιστώθηκε ο θάνατός του.

E8D1A316 72CE 4AFC 84AD C37A27E6676D

6B6928BD F405 48D1 A990 7C069D793D07

17B4F3F3 97C9 44F9 B7DD 350BBB97BC07

1BAE146D 42D6 4B90 A132 2F3C69E02898

Είχε 3 παιδιά εκ των οποίων το ένα έχει πεθάνει. Τα τελευταία χρόνια ζούσε στη συμβολή των οδών Θηβών και Αργυροκάστρου, σε ένα μισογκρεμισμένο σπίτι πίσω από κάποιο μικρό πάρκο, στο οποίο είχε γράψει εξωτερικά διάφορα συνθήματα δικής του έμπνευσης. Χρησιμοποιούσε πάντα κιμωλία για να μπορεί να γράφει και να σβήνει εύκολα, ενώ συνήθως έγραφε για τον Θεό, τη φύση και γενικά διάφορα αποφθέγματα.

Ο Στέφανος σύχναζε στο καφενείο ακριβώς απέναντι και ενώ ποτέ δεν ζητούσε, όταν του προσέφεραν κέρασμα το πρόσωπό του φωτιζόταν. Χειμώνα καλοκαίρι ήταν ντυμένος με κοντομάνικο, σορτσάκι και αθλητικά παπούτσια με μία ή δύο κάλτσες ανάλογα με τα κέφια του. Κυκλοφορούσε όλη μέρα με ένα σακίδιο στην πλάτη και με ένα μπαλάκι τένις στο χέρι το οποίο χτυπούσε με δύναμη στον δρόμο και γι’ αυτό του έμεινε το παρατσούκλι “ο τρελός με το μπαλάκι”.

Πολλές ήταν οι ιστορίες που ακολουθούσαν την προσωπικότητά του με την πιο πειστική να φέρεται να είναι εκείνη πως ήταν ναυτικός και είχε ταξιδέψει πολύ. Αργότερα, αγάπησε μια γυναίκα που όμως τον πρόδωσε και από τότε το μυαλό του δεν έστεκε πολύ καλά, αλλά ποτέ κανείς δεν επιβεβαίωσε κάτι τέτοιο. Συνήθιζε να κοιτά έντονα τους ανθρώπους, σαν να τους μελετούσε. Λέγεται πως μια φορά είδε έναν άγνωστο στον δρόμο που περπατούσε χαμένος στις σκέψεις του. Ο Στέφανος τον πλησίασε και χτύπησε με δύναμη το μπαλάκι που είχε πάντα στα χέρια του, μπροστά του με εκείνον να μουρμουρίζει ενδεχομένως ενοχλημένος κάτι μέσα από τα δόντια του. Τότε λέγεται πως ο Στέφανος τον κοίταξε στα μάτια και του είπε: “Αυτό που σε βασανίζει, πρέπει να το εξομολογηθείς. Μόνο έτσι θα ησυχάσεις”. Ο άνδρας φέρεται να του απάντησε: “Ίσως να έχεις δίκιο, δεν το είχα σκεφτεί ποτέ. Σε ευχαριστώ” και τότε ο Στέφανος είπε: “Όχι εμένα, Εκείνον, που θα σε συγχωρήσει και θα ξαλαφρώσεις”.

Ακόμα και όταν περπατούσε, πάντα βέβαια με το σακίδιο στην πλάτη και το μπαλάκι στο χέρι, φώναζε τις σκέψεις του. Έτσι ήταν σαν να παραμιλούσε μονίμως και γι’ αυτό άλλωστε τον αποκαλούσαν “τρελό”. Αν τον ρωτούσε κάποιος πώς τα καταφέρνει να ζει χωρίς δουλειά και χωρίς τη στήριξη από κανέναν δικό του άνθρωπο, εκείνος απλώς κοιτούσε ψηλά και έκανε το σταυρό του. Ήταν ο “τρελός με το μπαλάκι”, ο φωνακλάς που έλεγε δυνατά: “Καλημέρα Θεέ μου, Παντοδύναμε. Τι όμορφη μέρα ξημέρωσες; Βρέχει λυτρωτικά. Θέλω να χορέψω στη βροχή σου, να ξεπλύνω την ψυχή μου και να σου ψιθυρίσω προσευχές. Προσευχές για όλους, μα πιο πολύ για εκείνους τους άλλους… ξέρεις, εκείνους που λένε ότι δεν υπάρχεις. Γελώ και κλαίω μαζί. Μην τους ακούς εσύ, δεν ξέρουν. Αν ήξεραν θα χόρευαν μαζί μου. Άσε να μιλώ εγώ και να μ’ ακούς. Το ξέρω ότι μ’ ακούς. Πάντα μ’ ακούς. Χορεύω στο ρυθμό της βροχής σου και αφουγκράζομαι… αφουγκράζομαι τις λύπες, τις χαρές, τις αγωνίες των περαστικών. Με κοιτούν και απορούν. Αλήθεια, γιατί τόση απορία; Χορεύω και σου μιλώ… μια σου ψιθυρίζω και μια σου φωνάζω. Μα εσύ είσαι πάντα εδώ μαζί μου, δε με αφήνεις. Σε παρακαλώ μην αφήνεις και αυτούς, τους αδελφούς μου, ξέρεις… Δεν τα ξέρουν καλά και φοβούνται. Ελέησέ τους και ας γίνει το θέλημα Σου…”.

Είχε δημοσιευθεί στην Ομάδα από ένα μέλος τον Μάιο του 2021.

Η επαναδημοσίευση γίνεται στη μνήμη του Στέφανου.

https://www.facebook.com/groups/kokkinia1/permalink/2973073499581661/

Ο δικός μας Στέφανος

Με λαϊκό τραγούδι να παίζει δυνατά στο ράδιο, χωρίς να ενοχλεί κανέναν, ο Στέφανος δέχθηκε με ευχαρίστηση τις πέντε τσάντες των μελών της Ομάδας. Ο χώρος στη διασταύρωση Θηβών και Αργυροκάστρου είναι χρόνια το στέκι του. Από το «μπαλκόνι» του «παλατιού» του να βλέπει τη θέα του κόσμου, όπως εκείνος την αισθάνεται. Η φροντισμένη εικόνα της γωνιάς του μας παραπέμπει στα πρώτα παιδιά των λουλουδιών της δεκαετίας του ’60, τους χίπις.

Χάρηκα αληθινά για τα λίγα λεπτά της γνωριμία μου με τον Στέφανο και λέω συνειδητά πως οι κοινωνίες έχουν ανάγκη τους Στέφανους, με αυτά τα γνήσια και ξεχωριστά χαρακτηριστικά τους, τα οποία μας θυμίζουν ή και μας μαθαίνουν να σεβόμαστε τη διαφορετικότητα, χωρίς στιγματισμούς και περιφρόνηση. Στο πλαίσιο της ισοπεδωμένης ζωής μας, σαν τα ανθρωπάκια του Γαΐτη, η φιγούρα του Στέφανου μας αποκαλύπτει ανεπιτήδευτα άλλες αποχρώσεις της ζωής, ικανές να εγείρουν νοήματα ανθρωπιάς και φιλίας.

Διαπίστωσα ότι ο άνθρωπος είναι γεμάτος από χαρά. Κάθε απόπειρα εγκλεισμού σε ένα ιλουστρασιόν ίδρυμα θα ήταν έγκλημα κατά του Στέφανου και του κόσμου του που ονειρεύεται, όπως αυτός ξέρει, χωρίς να ενοχλεί κανέναν. Κάθε άλλο. Του υποσχέθηκα να του πηγαίνω κατά διαστήματα και άλλα πραγματάκια. Η ανθρωπιστική οργάνωση SOS Refugiados πληροφορήθηκε για τον Στέφανο και θα είναι δίπλα του.

Όποιος θέλει, ας περάσει από την οδό Θηβών και Αργυροκάστρου, να του πει μια καλή κουβέντα και να του δώσει μόνο ένα πακέτο τσιγάρα ή μπισκότα∙ όχι περισσότερα. Ο Στέφανος είναι κι αυτός μέλος της κοινωνίας μας.

CF0C27E9 332E 4D7D A92F DED0B7592B21

Φωτό: Thodoros Katsaros

ΔΗΜΟΦΙΛΗ