Γραφει ο Γιώργος Λακόπουλος απο το ieidiseis.gr
Σε ποιόν ανήκει ο πολιτικός; Στο κόμμα του και τους ψηφοφόρους του; Στην Ιστορία και τα καθήκοντα που του δημιουργεί; Στον εαυτό του και τα περιστρεφόμενα συμφέροντά του;
Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα η διατεταγμένη άνοδος του Κυριάκου Μητσοτάκη συνοδεύτηκε από τη λιγδερή θεωρία ότι στην πολιτική δεν υπάρχουν διαχωριστικές γραμμές.
Δεν υπάρχει Δεξιά κι Αριστερά, προοδευτική και συντηρητική παράταξη, ταξικά συμφέροντα κι αντίστοιχες επιλογές.
Μη έχοντας ιδεολογία, ο Κυριάκος κατέφυγε στον Ρασούλη: «Όλοι δικοί μας είμαστε».
Με αυτό το προπέτασμα καπνού παλιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ που είχαν αποδοκιμαστεί από την κοινωνία, ανανέωσαν τη βουλιμιά τους για καριέρα δια της προσχωρήσεως στην αντίπαλη παράταξη.
Ορισμένοι το κατάφεραν, μερικοί το παλεύουν κι άλλοι ματαιοπονούν γιατί ακόμη και ο νεότερος Μητσοτάκης αναγνωρίζει την τοξικότητα που κουβαλούν.
Σε κάθε περίπτωση, ευεργετηθέντες από τρεις διαφορετικούς Πρωθυπουργούς του ΠΑΣΟΚ, τρύπωσαν στην περιφέρεια του «συστήματος Μητσοτάκη». Έτσι απάντησαν και σε ποιον ανήκουν ως πολιτικοί: σε όποιον τους δίνει αξίωμα.
Ο Σταύρος Μπένος μπαίνοντας σε αυτή τη λίστα προκάλεσε διπλή έκπληξη: είχε ακουστεί για υπουργός του Τσίπρα, αλλά βρέθηκε συνεργάτης του Μητσοτάκη.
Έτσι έκλεισε απροσδόκητα έναν πολιτικό κύκλο που δεν ήταν ποτέ λαμπρός, καθώς δεν κατάφερε τίποτε παραπάνω από ένα υφυπουργείο – συν δυο φευγαλέα περάσματα από υπουργεία – με υπουργούς τον Αλ. Παπαδόπουλο, τον Κ. Σκανδαλίδη και τη Βάσω Παπανδρέου που ολοκλήρωσε τα ΚΕΠ, τα οποία του πιστώνουν οι νέοι φίλοι του.
Αφού απόλαυσε τη δόξα της ανασυγκρότησης της Καλαμάτας που εξασφάλισε ο Γιώργος Γεννηματάς, δεν βρήκε διόδους προς τα ηγετικά κλιμάκια του κόμματος του και διάλεξε ένα ιδιαίτερο μείγμα ιδιώτευσης, επιχειρηματικότητας και δημοσίου έργου.
Χρόνο με τον χρόνο η εικόνα του γίνονταν όλο και πιο συμπαθής. Του αναγνωρίσθηκε αυτό που έκανε ως «αναστηλωτής ερείπιων» όπως λέει – με κοινοτικά προγράμματα βεβαίως.
Για την ακρίβεια πήρε εύσημα για αυτό που ήταν: ένας ευπρεπής πολιτικός του ΠΑΣΟΚ. Ήτοι με δημοκρατικό φρόνημα.
Δεν είναι κι άσχημο. Πολλοί στο δημόσιο βίο ονειρευόταν ένα τέλος σαν του Μπένου. Αλλά όχι πιά.
Δεν ενοχλεί ότι αιφνιδίως τον εμφάνισε ο Μητσοτάκης ως «εργαλείο» του. Ούτε η «καρέκλα» που του καταλόγισε ο εκπρόσωπος του ΚΙΝΑΛ.
Είναι ότι έχασε τη μεσσηνιακή ικανότητά του να παρακολουθεί τις εξελίξεις και να αναγνωρίζει που βρίσκεται το τυρί και που η φάκα.
Αποδέχθηκε την «ανασυγκρότηση» της Ευβοίας, την επόμενη της ανακοίνωσης ότι το οικονομικό σκέλος της θα υπάγεται στο «Γραφείο του Πρωθυπουργού».
Στα 75 σχεδόν του, ο Σταύρος Μπένος αποδεικνύεται τόσο αφελής ώστε να προφέρει τον εαυτό του ως άλλοθι σε μια πρακτική για την οποία βοά – ανέκαθεν – το πανελλήνιο.