Φτάσαμε στο σημείο το εθνικό συμφέρον να θεωρείται συνώνυμο με τον εθνικισμό!
Δρ Κων/νος Αποστόλου-Κατσαρός*
«Tων Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι»
…γράφει ο διαχρονικός Παλαμάς, και δεν θα μπορούσε να είναι πιο επίκαιρος από ποτέ. Κάποιοι απεργάζονται σχέδια για να μας μετατρέψουν σε ιστορικά και γεωπολιτικά φαντάσματα. Ξεκινήσαμε από τις ιστορικές εκχωρήσεις και οδεύουμε ολοταχώς προς τις εδαφικές, για άλλη μια φορά ερήμην του κυρίαρχου λαού. «Τις πταίει» γι’ αυτό που συμβαίνει στη χώρα; Ο λαός, οι ελίτ, οι ξένοι ή όλα και όλοι μαζί;
Ας αρχίσουμε από τον εξωτερικό παράγοντα και τη στάση μας απέναντί του. Με το να διατυμπανίζουμε σε κάθε ευκαιρία πόσο δεδομένοι είμαστε για τη Δύση, αυτομάτως εκμηδενίζουμε τη δυνατότητα ελιγμού όποτε κι αν απαιτηθεί. Εχουμε αυτοεγκλωβιστεί σε μια μονοδιάστατη και οσφυοκαμπτική εξωτερική πολιτική τύπου δορυφόρου, που στην ουσία αναθέτει τη διασφάλιση των εθνικών δικαίων στα χέρια «συμμάχων» και «εταίρων». Αποτέλεσμα αυτής της εθνικής αυτοχειρίας είναι να αλλάζουμε τη στρατηγική μας με συνοπτικές διαδικασίες -εν μια νυκτί θα έλεγε κανείς-, στη σκέψη και μόνο ότι μπορεί να στενοχωρήσουμε κάποιους εντός και εκτός της Ε.Ε.
Ο Αχμέτ Νταβούτογλου στο βιβλίο του «Το στρατηγικό βάθος, η διεθνής θέση της Τουρκίας» γράφει: «Ενας καλός στρατηγικός σχεδιασμός και μια ισχυρή πολιτική βούληση συμβάλλουν στο να σχηματίσουν τα σταθερά και μεταβλητά δεδομένα μιας αδύναμης χώρας, σε μια ισχύ κατά πολύ ανώτερη από τις δυνατότητές της, ενώ ένας ασυνεπής στρατηγικός σχεδιασμός και μια ασθενής πολιτική βούληση μπορεί να γίνουν αιτία ώστε η εξίσωση ισχύος μιας χώρας με σημαντικές δυνατότητες να κυμαίνεται σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα της πραγματικής της αξίας». Διαπίστωση που οφείλει να προβληματίσει σοβαρά τις αθηναϊκές και κυπριακές ελίτ, επειδή ακριβώς γίνεται αντιληπτό σε ποια κατηγορία εμπίπτουμε. Ας μην ξεχνάμε επίσης και το θουκυδίδειο αξίωμα κατά το οποίο «κανένα κράτος δεν μπορεί να κρατηθεί ελεύθερο αν δεν είναι στον ίδιο βαθμό ισχυρό με τα γειτονικά του κράτη».
Με αυτά κατά νου οδηγούμαστε στο ερώτημα, εάν και κατά πόσο τελικά είμαστε ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, αφού η ανεξαρτησία και η κυριαρχία μας υπονομεύονται -ελλείψει εθνικής στρατηγικής- και μπαίνουν στην προκρούστεια κλίνη των μικροκομματικών συμφερόντων και των επιταγών του ξένου παράγοντα; Ακόμη και όταν ο κυρίαρχος λαός ξεκαθαρίζει την αντίθεσή του, η πολιτική τάξη συχνά κωφεύει. Ενεργούν ως άλλοι νεο-κοτζαμπάσηδες, των οποίων η πολιτική επιβίωση/νομή της εξουσίας είναι συνυφασμένη με αντεθνικές υποχωρήσεις και ενδοτικότητα στις διάφορες πιέσεις.
Φτάσαμε στο σημείο το εθνικό συμφέρον να θεωρείται συνώνυμο με τον εθνικισμό και τον λεγόμενο «μαξιμαλισμό». Τέτοια είναι η αλλοίωση (γράφε παραμόρφωση) που έχουν υποστεί οι άρχουσες ελίτ και οι συν αυτώ δημοσιολογούντες ώστε μας παρουσιάζουν ξεδιάντροπα το άσπρο ως μαύρο, είτε με διεθνιστικό είτε με «πολιτικά ορθό» περιτύλιγμα. Αγνοώντας ή μάλλον εθελοτυφλώντας έναντι των βασικών χαρακτηριστικών του επίβουλου ανατολικού γείτονα, που αν και χρονικά βρίσκεται στον 21ο αιώνα, πολιτικά/πολιτισμικά/εθιμικά βρίσκεται σε άλλον αιώνα. Τον γείτονα που κατά τον μ. Νεοκλή Σαρρή «δεν έχει ιστορία αλλά ποινικό μητρώο» το οποίο συνεχίζει να λερώνει. Σε αυτόν τον γείτονα κάποιοι αγωνίζονται να χαρίσουν πεδίο ελεύθερης δράσης αντί να τον τιθασεύσουν. Πρόκειται για παράνοια, η οποία θα μας φέρει σύντομα αντιμέτωπους με δύο επιλογές, η υποταγή/ δορυφοριοποίηση/ φινλανδοποίηση ή αντίδραση για τη διασφάλιση της ακεραιότητάς μας. Αποτελεί κοινή παραδοχή για τους παροικούντες ότι η Τουρκία απλώνεται όσο εμείς μαζευόμαστε. Και όσο της επιτρέπουμε να χτίζει τη «Γαλάζια Πατρίδα», άλλο τόσο εμείς θα γκρεμίζουμε τη δικιά μας. Ετσι απλά…
Το comme il faut στα ελληνοτουρκικά δεν υπήρχε ούτε στην εποχή που το ισοζύγιο στρατιωτικής ισχύος ήταν πολύ διαφορετικό από το σημερινό. Τι πιθανότητες έχει να υιοθετηθεί από τη γείτονα σήμερα; Η απάντηση είναι ξεκάθαρη. Οσο ξεκάθαρες θα έπρεπε να είναι και οι απειλές μας έναντι των επεκτατικών τους βλέψεων. Οπως έλεγε και ο μ. Σαράντος Καργάκος, «η Τουρκία εφαρμόζει παγίως την πολιτική του do ut des (=δίνω για να μου δίνεις), αλλά προσοχή! Δίνει ό,τι σου έχει πάρει ή ό,τι σου έχει αρπάξει». Διαφωνείτε;
Στην ιστορία του Ελληνισμού, από το Μαντζικέρτ το 1071 μέχρι και σήμερα, βρισκόμαστε σε συνεχή αντιπαράθεση μαζί τους. Εσχάτως δε, διανύουμε περίοδο επαυξημένης απειλής. Οι κουμπαριές, τα ζεϊμπέκικα και οι κατευναστικές πολιτικές μας έχουν φέρει στο σημείο τα τουρκικά ερευνητικά να σουλατσάρουν ανενόχλητα σε ελληνικές θάλασσες για μήνες ολόκληρους και μετά να τους παρακαλάμε για διάλογο. Για τις υπερπτήσεις και τις παραβιάσεις του FIR, ούτε λόγος φυσικά. Αυτές δεν αναφέρονται ούτε σε μονόστηλα. Οι κακές γλώσσες μιλάνε για Σύνδρομο της Στοκχόλμης. Μόνο που το Σύνδρομο διακατέχει την πολιτική τάξη. Οχι το υγιές κομμάτι του ελληνικού λαού. Μια πολιτική τάξη που συνεχίζει να προσθέτει στο μητρώο της πληθώρα στιγμάτων ενοχής και συνάμα να συσσωρεύει τη λαϊκή οργή, η οποία αργά ή γρήγορα θα εκτονωθεί με απρόβλεπτες συνέπειες. Για κακή τους τύχη ο Ελληνας καίτοι εύπιστος και υποχωρητικός, έχει αντίληψη και αίσθηση για το τι ακριβώς συμβαίνει και απλώς υπομένει καρτερικά. Γι’ αυτό και εδώ και αρκετά χρόνια ωθείται σε ψήφο τιμωρητική. Γνωρίζει ότι πρόκειται για λύση ανάγκης και αποτελεί μέσο για να διατρανώσει την αγανάκτησή του. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν φέρει την πολιτική ευθύνη των επιλογών του. Αντιθέτως, αποτελεί απέλπιδα προσπάθεια να κρούσει το καμπανάκι στο σαθρό πολιτικό κατεστημένο πριν το απαξιώσει τελείως.
Δεν ανήκουμε σε αυτούς που υποβαθμίζουν τον λαό εξομοιώνοντάς τον με τη «μάζα». Ανήκουμε σε αυτούς που ελπίζουν στη μαγιά που υπάρχει στο έθνος, η οποία κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες θα αποδώσει. Κόντρα στο ρεύμα του ισοπεδωτισμού που θέλει τον Νεοέλληνα έρμαιο των εξελίξεων. Αρκεί μια σπίθα για να ενεργοποιηθούν τα αντανακλαστικά του, τα οποία είναι μεν εν υπνώσει, αλλά ζωντανά και ενυπάρχουν. Μπορεί όχι σε όλους αλλά σε αρκετούς. Και έχουμε πρόσφατα παραδείγματα όπου ο λαός είπε «όχι» σε συμφωνίες και ιστορικές παραχαράξεις. Και αν αντέδρασε έτσι για την προάσπιση της ιστορικής αλήθειας, καλό θα ήταν οι ηγέτες μας να αναλογιστούν τις συνέπειες πιθανής εκχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων ή ακόμη χειρότερα, κυριαρχίας, αμαχητί στον αείποτε εχθρό. Είναι γελασμένοι όσοι νομίζουν ότι οι μυστικές συμφωνίες πίσω από την πλάτη του κυρίαρχου λαού (όπως η κυοφορούμενη μεταξύ Μητσοτάκη – Ερντογάν) θα τον βρουν σύμφωνο, εάν αυτές -όπως διαφαίνεται- δεν έχουν γνώμονα το εθνικό συμφέρον. Είναι γελασμένοι όσοι μεταχειρίζονται την αδήριτη ανάγκη για ανανέωση του στόλου, προωθώντας αγορές που δεν ικανοποιούν ούτε στο ελάχιστο τις επιχειρησιακές μας ανάγκες, αλλά δήθεν γίνονται με «γεωπολιτικό κριτήριο», προφανώς επηρεασμένοι από εξωγενείς πιέσεις.
Η διπλωματία και η εθνική ασφάλεια δεν πρέπει να υποτάσσονται σε κομματικούς σκοπούς και επιδιώξεις, ούτε σε ξένους δακτύλους. Αντιθέτως, οφείλει να υπηρετεί απαρέγκλιτα το εθνικό συμφέρον. Και, φυσικά, χωρίς εθνική συνεννόηση και διακομματική σύμπνοια δεν πρέπει να προωθείται κανένα ζήτημα μείζονος εθνικής σημασίας. Εδώ γινόμαστε μάρτυρες σε ανήκουστα πράγματα. Το ίδιο το Μαξίμου να αποκρύπτει (κατά άλλους να ραδιουργεί με) κινήσεις που γίνονται πίσω από την πλάτη του ίδιου του υπουργείου Εξωτερικών. Τι νομίζετε ότι ο λαός θα καθίσει με σταυρωμένα τα χέρια εάν φέρ’ ειπείν επιχειρήσετε να αποκόψετε το Καστελόριζο από την υπόλοιπη Ελλάδα χαρίζοντας στην Τουρκία την ελληνικότατη υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ που μας ενώνει με την αδελφή Κύπρο; Ή μήπως θεωρείτε ότι η προσφυγή στη Χάγη θα νομιμοποιήσει στα μάτια της κοινής γνώμης μια εθνικά επιζήμια απόφαση; Αυτοί που επιχειρούν να μας στείλουν εκεί, αυτοί θα επωμιστούν και τις συνέπειες! Αν τελικά τα καταφέρουν… Ας το κατανοήσουν επιτέλους ότι η πατρίδα ανήκει σε όλους. Και όταν υπάρχει αυτή, υπάρχουν και τα κόμματα και οι πολιτικοί.
Οι Ελληνες ήμασταν πάντα ολίγοι, αλλά αυτό δεν επηρέασε ούτε την ποιότητα ούτε την ποσότητα των επιτευγμάτων μας. Οι σύγχρονοι εθνοαποδομητές των γραμμάτων και της πολιτικής προσπαθούν να μας πείσουν για το αντίθετο, απορρίπτοντας συλλήβδην τα πατριωτικά ελατήρια όσων αντιστέκονται στην ισοπεδωτική λαίλαπα των καιρών μας. Αγνοούν προφανώς ότι ο πατριωτισμός αποτελούσε ανέκαθεν το συνεκτικό υλικό του έθνους. Ηταν και είναι η κινητήριος δύναμη που μας ανέστησε από τις πτώσεις μας. Αγνοούν ακόμη και τον Ηρόδοτο που προσδιόρισε το έθνος από το «ὅμαιμόν» (δεσμούς συγγένειας), το «ὁμόθρησκον» (ίδια πίστη), το «ὁμόγλωσσον» (ίδια γλώσσα) και το «ὁμότροπον» (ίδια ήθη και έθιμα). Εάν αυτοί από μόνοι τους αποφάσισαν ότι δεν είναι ούτε όμαιμοι ούτε ομόγλωσσοι ούτε ομόθρησκοι, αλλά διαφορετικής φυλής ή γένους, με γεια τους, με χαρά τους.
*Ειδικός τεχνικός σύμβουλος. Διετέλεσε λέκτορας και επιστημονικός συνεργάτης στο πανεπιστήμιο του Μπράιτον της Βρετανίας, από το οποίο κατέχει διδακτορικό και μεταπτυχιακό τίτλο.